Σαράντης Μιχαλόπουλος, Κάτοικος Ιτέας
Το τελευταίο διάστημα έγινε αρκετή συζήτηση γύρω από τον τρόπο εισαγωγής στα πανεπιστήμια της χώρας, με κύριο σημείο κριτικής την καθιέρωση ελάχιστων βάσεων στη βαθμολογία των υποψηφίων στις πανελλήνιες εξετάσεις.
Αν κάνουμε μία αναδρομή στο θέμα, θα θυμηθούμε τις εποχές που οι υποψήφιοι ήταν 100.000 και οι διαθέσιμες θέσεις μόνο 25.000, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι να φεύγουν στο εξωτερικό, με μεγάλη οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών τους.
Παρότι το Σύνταγμα πρόβλεπε δωρεάν παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποκλειστικά από την Πολιτεία προς όλους τους πολίτες, στην πράξη η υποχρέωση αυτή περιοριζόταν από λόγους ουσιαστικής αδυναμίας να παρέχεται αυτή η εκπαίδευση σε όλους τους επιθυμούντες να την πάρουν. Και οι λόγοι αυτοί είχαν να κάνουν τόσο με τις εκάστοτε εκτιμώμενες ανάγκες της αγοράς σε διάφορες επιστημονικές ειδικότητες,
όσο και με το κόστος της Πολιτείας για παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε όλους όσους θα ήθελαν κάτι τέτοιο. Έτσι, οι πολίτες είχαν στην πράξη αποδεχθεί ότι η εν λόγω εκπαίδευση παρεχόταν σε περιορισμένο αριθμό ανθρώπων, μετά από εξετάσεις επιλογής.Κάποια στιγμή, η Πολιτεία αποφάσισε να ανακόψει αυτό το
κύμα αναζήτησης «διεξόδου» από τους περιορισμούς στην Ανώτατη Εκπαίδευση, μέσω
σπουδών σε πανεπιστήμια στο εξωτερικό, και προχώρησε σταδιακά στην μεγάλη
αύξηση των εισαγομένων. Και ναι μεν περιόρισε πολύ την αναζήτηση ευκαιριών
σπουδών στο εξωτερικό, από την άλλη όμως αναδείχθηκαν άλλα προβλήματα, όπως
αυτό της μη επάρκειας ενός μέρους των εισαγομένων σε κάποιες ελάχιστες
απαιτήσεις γνώσεων και κατ’ επέκταση ικανοτήτων.
Αυτό το τελευταίο είναι ένα αντικειμενικό γεγονός και όχι τυχαίο αποτέλεσμα κάποιων εξετάσεων. Όπως και να το κάνουμε, δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να ανταποκριθούν σε απαιτήσεις γνώσεων που ξεπερνούν τις δυνατότητές τους. Και δεν είναι αυτό, ούτε ελιτίστικο, ούτε στοιχείο κοινωνικού αποκλεισμού, αν σ’ αυτή την κατηγορία νέων ανθρώπων προσφέρονται άλλες δυνατότητες επαγγελματικής κατάρτισης, που μπορούν να αποδειχθούν εξ ίσου καλές ευκαιρίες, για να κερδίσει ένας νέος μία αξιόλογη θέση στην κοινωνία.
Μεταξύ των δύο λύσεων που σήμερα προτείνονται από την Κυβέρνηση και την Αντιπολίτευση, δηλαδή περιορισμός εισαγομένων με κριτήριο κάποιες ελάχιστες βάσεις βαθμολογίας και σχεδόν ελεύθερης εισαγωγής χωρίς τον παραπάνω περιορισμό, αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να εξετασθεί και κάποια τρίτη λύση, που θα βοηθούσε όλες τις πλευρές και κυρίως την χώρα συνολικά.
Η τρίτη αυτή λύση θα μπορούσε να είναι η θεσμική αναγνώριση ότι η πολιτεία παρέχει την δωρεάν παιδεία σε μέρος μόνο των επιθυμούντων να ακολουθήσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση και ταυτόχρονα μπορεί να παρέχει την εκπαίδευση αυτή έναντι διδάκτρων σε εκείνους που το επιθυμούν και που δεν πέτυχαν την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ.
Με τον τρόπο αυτό :
1.
Περιορίζεται ή και εξαλείφεται η «μετανάστευση» νέων για
σπουδές στο εξωτερικό.
2.
Τα ΑΕΙ αποκτούν «έσοδα» που τους επιτρέπουν να οργανωθούν
καλύτερα και να αποκτήσουν οικονομική αυτοδυναμία και επάρκεια.
3.
Τα ΑΕΙ μπορούν να προσελκύσουν φοιτητές από χώρες του
εξωτερικού και να δημιουργήσουν μία «αγορά», που μπορεί να εξελιχθεί σε
σημαντικό παράγοντα ενίσχυσης της εθνικής οικονομίας
Το μικτό σύστημα εκπαίδευσης, δωρεάν ή με δίδακτρα, μπορεί να αποτελέσει και ένα «εργαλείο» παροχής κινήτρων στους φοιτητές για καλύτερη απόδοση στις σπουδές τους, διότι μπορεί να εφαρμοστεί και το σύστημα που θα συνδέει την δωρεάν εκπαίδευση με την απόδοση στα μαθήματα. Με άλλα λόγια, η δωρεάν εκπαίδευση δεν θα συνεχίζεται για όσους δεν αποδίδουν, αλλά αυτοί θα μπορεί να παραχωρούν τη θέση τους στην δωρεάν εκπαίδευση σε άλλους φοιτητές που παρακολουθούν πληρώνοντας δίδακτρα και που έχουν να επιδείξουν πολύ καλή απόδοση στις σπουδές τους.
Βέβαια, εύκολα κάποιος μπορεί να επικαλεσθεί την «έλλειψη υποδομών» αλλά νομίζω ότι ο καθένας καταλαβαίνει ότι η πατρίδα μας δεν μπορεί να αναπτύξει ανταγωνιστική παραγωγική επιχειρηματική δράση παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις, ενώ από την άλλη μεριά μπορεί να βρεθεί στην παγκόσμια πρωτοπορία ως προς την αξιοποίηση του ανθρώπινου μυαλού, για το οποίο, όχι άδικα, υπερηφανευόμαστε και το οποίο δεν σχετίζεται με όρους ανταγωνιστικών εργασιακών σχέσεων (μισθοί, ωράρια, συνθήκες ασφάλισης, κλπ.).
Με τη λύση αυτή, τα δημόσια ΑΕΙ θα υποχρεωθούν να λειτουργήσουν
σε συνθήκες «ανταγωνισμού» ως προς τα διάφορα κολλέγια που σήμερα λειτουργούν
πλέον και στη χώρα μας και, με δεδομένο ότι η αγορά, δηλαδή οι επιχειρήσεις δεν
βλέπουν ονόματα και τίτλους αλλά πραγματικές γνώσεις και ικανότητες, θα έχουν
τη δυνατότητα να «καθιερωθούν» και να κάνουν τους αποφοίτους τους να είναι
πρώτοι στην προτίμηση των εργοδοτών.
Αν παραμείνουμε στο σημερινό σύστημα, το μόνο σίγουρο είναι ότι η ιδιωτική εκπαίδευση θα θεριέψει, τα πανεπιστήμιά μας θα προσπαθούν να επιβιώσουν στηριζόμενα μόνο στον Ειδικό Λογαριασμό Επιστημονικής Έρευνας (ή, όπως αλλιώς λέγονται τα χρηματοδοτούμενα Προγράμματα Έρευνας) και οι απόφοιτοι των ΑΕΙ (γιατροί, μηχανικοί, δικηγόροι, κλπ.) θα αναζητούν απεγνωσμένα μία θέση στο Δημόσιο, καθώς η αγορά δεν θα μπορεί να τους απορροφήσει σαν επιστήμονες.
Για την ιστορία, να δούμε τι προβλέπει το σημερινό Σύνταγμα της χώρας :
Άρθρο 16
2. H παιδεία αποτελεί
βασική αποστολή του Kράτους και έχει
σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την
ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους
και υπεύθυνους πολίτες.
4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες
της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Το Kράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς
και αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις
ικανότητές τους.
5. H ανώτατη
εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα
δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την
εποπτεία του Kράτους, έχουν
δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους
νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου