Ο έξω κόσμος τους έχει ξεχάσει, αλλά η ιστορία των Κοπτών, των χριστιανών της Αιγύπτου, είναι συναρπαστική
Στο Κάιρο και σε όλες τις πόλεις της Αιγύπτου, καμπαναριά ορθώνονται πάνω από την πυκνή, χαοτική δόμηση. Τους τοίχους πολλών καταστημάτων στολίζουν εικονίσματα και αφίσες χριστιανικής θεματολογίας. Σε λαϊκές γειτονιές, μικρογραφίες εκκλησιών κρέμονται πάνω απ’ τους δρόμους· σταυροί από νέον και αγάλματα ή γκραφίτι του Ιησού, της Θεοτόκου, των αγίων και των παπών (Κοπτών πατριαρχών) ΑλεξανδρείαςΚοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία κοσμούν τις προσόψεις. Το τοπίο είναι σφραγισμένο από την παρουσία των Κοπτών, της μεγαλύτερης χριστιανικής κοινότητας στην Μέση Ανατολή.
Με δυο λόγια
Ως ανθρώπινη παρουσία, οι ίδιοι «χτυπούν» λιγότερο το μάτι. Στα χαρακτηριστικά δεν διαφέρουν από την μουσουλμανική πλειονότητα. Συνήθως, η ενδυμασία είναι που τους ξεχωρίζει – ιδίως τις γυναίκες, που δεν φέρουν χετζάμπ (ισλαμική μαντίλα). Σε ορισμένα κοινωνικά περιβάλλοντα και ηλικίες οι Κόπτες «κάνουν μπαμ», σε άλλα περνούν απαρατήρητοι. Στην παλιά αστική τάξη, που τείνει να εκλείψει,
Κόπτες και μουσουλμάνοι έχουν πανομοιότυπη εμφάνιση: οι μουσουλμάνες ντύνονται «ευρωπαϊκά», ενώ κανείς δεν φέρει εμφανή θρησκευτικά σύμβολα. Ένας μεγαλοαστός Κόπτης δεν θα «χτυπούσε» ποτέ το περίφημο τατουάζ του σταυρού στον δεξιό καρπό.Σε όλα τα άλλα περιβάλλοντα, οι περισσότερες μουσουλμάνες φορούν χετζάμπ ενώ οι περισσότεροι Κόπτες, άνδρες και γυναίκες, φέρουν το τατουάζ του σταυρού στον καρπό. Αν οι Κόπτες «δεν φαίνονται» στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας, εξίσου «αόρατοι» είναι και στην βάση της, μεταξύ των χωρικών, που σήμερα κατοικούν και τις λαϊκότερες γειτονιές των πόλεων. Οι Κόπτες χωρικοί φορούν συχνά κελεμπίες και σαρίκια, ενώ οι ηλικιωμένες πολλές φορές καλύπτουν πλήρως τα μαλλιά τους, όπως οι μουσουλμάνες. Εκείνοι που ξεχωρίζουν αμέσως είναι οι νέοι: φορούν σταυρούς φανερά, έχουν μεγάλα τατουάζ με χριστιανικά θέματα στα μπράτσα και, φυσικά, οι κοπέλες έχουν τα μαλλιά τους ακάλυπτα.
Η ονομασία «Κόπτης» δεν είναι παρά παραφθορά του ελληνικού «Αιγύπτιος», που καθιερώθηκε σε όλες τις γλώσσες. Οι ίδιοι θα σπεύσουν να σου τονίσουν πως είναι ακριβώς αυτό – οι πραγματικοί, οι γνήσιοι Αιγύπτιοι, οι αυτόχθονες. Στην κοπτική, αυτοαποκαλούνται ΝιΡεμ ΕνΧιμι ΕνΧριστιάνος, «Αιγύπτιοι Χριστιανοί». Σήμερα, η χριστιανική πίστη είναι που τους διακρίνει από τους λοιπούς κατοίκους της χώρας.
Ταυτόχρονα, όμως, οι Κόπτες συνιστούν εθνοθρησκευτική ομάδα με ξεχωριστή συνείδησηCoptic identity. Θεωρούν τους εαυτούς τους, όχι αβάσιμα, απογόνους και συνεχιστές των αρχαίων Αιγυπτίων και τους μουσουλμάνους ως συνεχιστές του «Άραβα εισβολέα». Το τελευταίο, αν είναι σωστό πολιτισμικά, δεν ευσταθεί απόλυτα εθνο-φυλετικά: οι Αιγύπτιοι μουσουλμάνοι κατάγονται σε μεγάλο βαθμό και από εξισλαμισθέντες Κόπτες, όχι μόνο από Άραβες – παρότι αραβικά φύλα εποίκισαν μαζικά την χώρα μετά την κατάκτησή της. Κατ’ ιδίαν, οι περισσότεροι Κόπτες απαρνούνται κατηγορηματικά την αραβική ταυτότητα, που προωθείται επίσημα (και επιθετικά) από το κράτος για όλους τους Αιγυπτίους.
Όσο προσηλωμένοι είναι οι Κόπτες στην αιγυπτιακή ταυτότητα και την χώρα, τόσο αποφασισμένο φαίνεται το κράτος και η μουσουλμανική πλειονότητα να τους κάνει να αισθάνονται ξένοι στον τόπο τους. Αντιμετωπίζουν διακρίσεις σε όλα τα επίπεδα, ενώ πέφτουν συχνά θύματα τρομοκρατίας και της βίας του όχλου. Οι αρχές δεν παρουσιάζουν στοιχεία για τον αριθμό τους: το κράτος πασχίζει να υποβαθμίσει, όσο μπορεί, την ύπαρξή τους. Οι εκτιμήσεις, ανάλογα με την πηγή προέλευσής τους, κυμαίνονται από ένα απίθανα χαμηλό 5% ως ένα εξωφρενικό 25%, επί ενός συνολικού πληθυσμού που μόλις ξεπέρασε τα εκατό εκατομμύρια.
Με μία μετριοπαθή αποτίμηση, ο πληθυσμός των Κοπτών είναι ίδιος με εκείνον της Ελλάδας (το δέκατο του πληθυσμού της Αιγύπτου). Παραπονούνται πως ο κόσμος τους έχει ξεχάσει, πως τους θυμάται μόνο όταν μια πολύνεκρη επίθεση εις βάρος τους απασχολήσει, για μία ακόμη φορά, την διεθνή ειδησεογραφία.
Κόπτης ήταν ο πρώτος άνθρωπος που γνώρισα με το που πάτησα στην Αίγυπτο, για πρώτη φορά το 2004 (ένα ταξίδι των παιδικών χρόνων δεν μετρά). Ο Σάμερ είχε στηθεί με το ταξί του έξω από το ξενοδοχείο μου. Γύρω στα πενήντα, είχε κατσαρά μαλλιά και εντυπωσιακά πράσινα μάτια, που λαμπύριζαν πίσω από τα γυαλιά μυωπίας με τον χοντρό σκελετό. Με το που μπήκα στο ταξί πρόσεξα τον σταυρό που κρεμόταν από τον καθρέπτη και τις εικόνες στο ταμπλό. Ο Σάμερ ακολούθησε το βλέμμα μου. «Είμαι Κόπτης, χριστιανός» μου είπε με μια δόση υπερηφάνειας.
Γέλασα. Προορισμός μου ήταν ακριβώς η γειτονιά γνωστή ως «Παλιό Κάιρο» ή «Κοπτικό Κάιρο». «Ενδιαφέρομαι να γνωρίσω τους Κόπτες, γι’ αυτό ήλθα» είπα στον Σαμίρ και το πρόσωπό του φωτίστηκε. «Δεν έχω ξαναδεί ξένο να ενδιαφέρεται για τα δικά μας». Χήρος, ζούσε μόνος – ο γιος και η κόρη του είχαν φύγει στα Εμιράτα για δουλειά. Εκείνος σιχαινόταν το μέρος –«απολίτιστοι με λεφτά», είπε– και πήγαινε μια φορά τον χρόνο να τους δει. Επί μία εβδομάδα με γύρισε σε κάθε κοπτική εκκλησία, μονή και νεκροταφείο στο κέντρο της πόλης και ακόμη μακρύτερα. Μάταια προσπάθησα να υπονοήσω στον Σαμίρ πως το ενδιαφέρον μου ήταν ανθρωπολογικό και όχι θρησκευτικό. Στην Αίγυπτο, η ιδέα πως δεν θρησκεύεσαι είναι ακατανόητη.
Θυμάμαι πόσο με είχε καταπλήξει το Κοπτικό Κάιρο στην πρώτη εκείνη επίσκεψη. Ο αρχαιότερος πυρήνας της πρωτεύουσας βρίσκεται στην θέση οχυρού που έκτισαν στον Νείλο Βαβυλώνιοι αιχμάλωτοι, και που αργότερα έγινε το βυζαντινό φρούριο της «Βαβυλώνος εν ΑιγύπτωBabylon Fortress». Μια περίτειχη έκταση περιλαμβάνει τις ιστορικότερες κοπτικές εκκλησίες της πόλης, τον ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου ΓεωργίουΆγ. Γεώργιος, Κάιρο: ξεφυλλίζοντας την ιστορία του εμβληματικού μοναστηριού | CNN Greece, την συναγωγή Μπεν Εζρά και το Κοπτικό Μουσείο. Ο Άγιος Γεώργιος, παράδοξο κυκλικό κτίσμα που μοιάζει με πύργο, διακρίνεται από χιλιόμετρα στο τοπίο του Καΐρου. Εύλογη επιλογή το σχήμα του, καθώς οικοδομήθηκε πάνω σε βάση πύργου του φρουρίου.
Ασύγκριτα πιο παράδοξες μου φάνηκαν οι εκκλησίες των Κοπτών, ένα ανακάτεμα αρχιτεκτονικών και αισθητικών παραδόσεων. Τίποτε που αντίκρυσα έκτοτε –οι εκκλησίες της Αιθιοπίας, εκείνες των Άνδεων, τα ιερά της Ινδίας– δεν με ξένισε περισσότερο. Πουθενά δεν αισθάνθηκα εντονότερο το συναπάντημα του οικείου με το ξένο: τις γνωστές χριστιανικές μορφές και ιστορίες πλαισιώνει μια αισθητική αραβο-ισλαμική.
«Κάποιες από τις εδώ εκκλησίες ανάγονται, σύμφωνα με την παράδοση, στους χρόνους πριν την αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου (639-646 μ.Χ.). Όλες όμως καταστράφηκαν και ανοικοδομήθηκαν αμέτρητες φορές» μου εξήγησε ο Μπισόι, εθελοντής της κοπτικής νεολαίας. «Το Παλιό Κάιρο είναι γεμάτο μύθους. Στην κρύπτη της εκκλησίας των Αγίων Σεργίου και Βάκχου (Άμπου Σέργκα) λέγεται πως είχε καταφύγει η Αγία Οικογένεια κατά την Φυγή στην Αίγυπτο. Η Συναγωγή Μπεν Εζρά, πάλι, πιστεύεται ότι θεμελιώθηκε στο σημείο όπου βρήκαν τον Μωυσή, μωρό, στον Νείλο.» Οι μύθοι, σκέφτηκα, είναι πολύ σημαντικότεροι από την ίδια την ιστορία στην συλλογική συνείδηση. Συνήθως είναι και διασκεδαστικότεροι.
Ο Μπισόι –το όνομά του προφέρεται ΠισόιPishoy στην κοπτική– έφερε το όνομα Αιγυπτίου Αγίου, που εξελληνίστηκε ως «Παΐσιος». Ήταν μεταπτυχιακός φοιτητής ιστορίας και αρχαιολογίας. Καταγόμενος από το Ασιούτ, στην Άνω Αίγυπτο, σπούδαζε στο Κάιρο. Ξεναγούσε εθελοντικά στην «Κρεμαστή Εκκλησία» (Al Muallaqa), στην αγγλική και γερμανική γλώσσα. Ο διασημότερος ναός του Καΐρου, αφιερωμένος στην Θεοτόκο, είναι οικοδομημένος πάνω σε δύο πύργους πύλης του φρουρίου της Βαβυλώνας, με το κλίτος να «κρέμεται» πάνω από το πέρασμά της. «Όπως όλες στο Παλιό Κάιρο, είναι ένα κράμα στοιχείων από διαφορετικές εποχές και διαφορετικούς κόσμους» μου είπε ο Μπισόι. Ο Σαμίρ, που είχε παρκάρει το ταξί έξω από τα τείχη και με είχε συνοδεύσει, κουνούσε το κεφάλι του επιδοκιμαστικά, μουρμουρίζοντας «yes, yes, yes».
Πριν ακόμη μπω στην Κρεμαστή Εκκλησία, την προσοχή μου είχαν τραβήξει τα αραβο-ισλαμικά στοιχεία στο εξωτερικό της. Κάτω από τον σταυρό, στην κορυφή της κυρίας πύλης του συγκροτήματος, διέκρινα σειρές σταλακτίτες («muqarnas») ισλαμικής αρχιτεκτονικής και μια διακοσμητική ταινία όπου σταυροί και επιγραφές στην κοπτική ανακατεύονταν με ισλαμική καλλιγραφία.
Το κάτω μέρος της πρόσοψης του ναού έκρυβε μουσαραμπία, ξύλινο καφασωτό της ισλαμικής αρχιτεκτονικής. Το πάνω μισό, με τα δίδυμα καμπαναριά, θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στην καθολική Μεσόγειο.
Το εσωτερικό είναι ακόμη πιο εκλεκτικό. Στις κοπτικές εκκλησίες, όπως και στις ορθόδοξες, το βλέμμα πέφτει πάντα στο τέμπλο. Μόνο που εδώ τα τέμπλα είναι εβένινα και καλυμμένα με αραβουργήματα – γεωμετρικά σχέδια που σχηματίζουν λεπτοδουλεμένα κομμάτια εβένου και ελεφαντοστού. Αν δεν κυριαρχούσε το σημείο του σταυρού, τα αραβουργήματα θα ήταν ίδια με εκείνα στα ιστορικά τζαμιά της πόλης. «Οι Άραβες κατέλαβαν την Αίγυπτο τον 7ο αιώνα, φέροντας μια νέα αισθητική. Η κοπτική τέχνη ζυμώθηκε με αυτήν» μου είπε ο Μπισόι. «Αλλά δεν λησμόνησε τις επιδράσεις των χιλίων ετώνQantara – Formes et motifs, που η Αίγυπτος ήταν κομμάτι του ελληνορωμαϊκού κόσμου.»
Η κύρια κληρονομία της ελληνορωμαϊκής Αιγύπτου, που οι Κόπτες διέσωσαν, είναι οι εικόνες. «Η τεχνική της εικονογραφίας σε ξύλο ή ύφασμα γεννήθηκε στην Αίγυπτο» μου εξήγησε ο Μπισόι. «Αρχικά, συνέχισε την εγκαυστική τεχνική των νεκρικών πορτρέτων του Φαγιούμ. Οι αρχαιότερες σωζόμενες εικόνες βρίσκονται στην Μονή του Σινά και είναι εγκαυστικές. Εγκαυστικές είναι και οι παλαιότερες κοπτικές. Μπορούμε να πούμε πως οι εικόνες είναι χριστιανικά Φαγιούμ.» Τον ελληνορωμαϊκό κόσμο εκπροσωπούν και οι μαρμάρινες κολώνες με τα κορινθιακά κιονόκρανα, στελέχη, κάποτε, αρχαίων ναών, που ενσωματώθηκαν στις εκκλησίες του Κοπτικού Καΐρου.
Έτερο κατάλοιπο της «ελληνορωμαϊκής χιλιετίας», το κοπτικό αλφάβητοCoptic alphabet, παραλλαγή του ελληνικού. Γνωστά μού ήταν τα περισσότερα γράμματα, άγνωστες οι λέξεις στην επιγραφή της κορυφής του τέμπλου. Μόνο το «ΧΕΡΕ» αναγνώρισα, που το προφέρουν “she-re” – έχει την ίδια σημασία με το «χαίρε». Κάποια ελληνικά γράμματα παριστάνουν διαφορετικούς φθόγγους στην κοπτική. «Η κοπτική είναι το ύστερο στάδιο της αρχαίας αιγυπτιακής. Λόγω της μακραίωνης ελληνικής παρουσίας, γύρω στο 40% του λεξιλογίου στην εκκλησιαστική κοπτική αποτελούν ελληνικές λέξεις! Δυστυχώς, η γλώσσα έχει περιπέσει σε αχρησία. Από τον ύστερο 17ο αιώνα χρησιμοποιούμε την αραβική και η κοπτική έχει περιορισθεί στην λειτουργία. Ελάχιστοι την καταλαβαίνουν.»
Ο Μπισόι συλλάβιζε ο ίδιος τις επιγραφές. «Χάσαμε την γλώσσα μας αλλά αυτό δεν σημαίνει πως χάσαμε και την συνείδησή μας. Ούτε οι Ιρλανδοί μιλούν πια την ιρλανδική, αλλά την αγγλική – αυτό δεν σημαίνει πως αισθάνονται Άγγλοι! Έτσι κι εμείς, δεν είμαστε Άραβες.» Πρόσεξα τα ορθάνοιχτα μάτια του Σαμίρ, που κοίταξε τριγύρω να δει αν μας άκουγε κανείς. Σε κάποια αμιγώς κοπτικά χωριά στην Άνω Αίγυπτο, ιερείς άρχισαν να διδάσκουν την κοπτική στα παιδιά στο κυριακάτικο σχολείο, είπε ο Μπισόι. Ο ίδιος σκεφτόταν να πάρει μαθήματα στο Κάιρο.
Στους ναούς του Κοπτικού Καΐρου, οι εικόνες που διατρέχουν σε ταινία την κορυφή του τέμπλου-αραβουργήματος μοιάζουν πολύ με βυζαντινές.
Εκείνες των Αγίων στα προσκυνητάρια, όμως, είναι συχνά ιδιόρρυθμες, τόσο στην τεχνοτροπία όσο και στις απεικονίσεις. «Οι Κόπτες θεωρούμε πως είμαστε απόγονοι και συνεχιστές των αρχαίων Αιγυπτίων. Είμαστε πολύ δεμένοι με την χώρα, την ιστορία και τα σύμβολά της. Μόνο Κόπτες δίνουν στα παιδιά τους τα ονόματα Ραμσής, Όσιρις, Ίσις, Σέραπις. Σε πολλές εικόνες μας οι Πυραμίδες, ο Νείλος, πάπυροι και φοίνικες, το φαραωνικό σύμβολο ανχ, ο Φάρος της Αλεξάνδρειας έχουν την τιμητική τους» μου εξήγησε ο Μπισόι. Από τις αγαπημένες μου κοπτικές εικόνες είναι εκείνη του Μηνά (Μαρ Μίνα)The Iconography of St. Menas in the Coptic Art | Nader Alfy, University of Sadat City, του Αιγύπτιου Αγίου που εικονίζεται στην έρημο, να τον προσκυνούν δύο μωρά καμήλες, με φόντο το μοναστήρι που οικοδομήθηκε στην μνήμη του τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες.
Οι θολωτές ουρανίες των εκκλησιών, με τα τεράστια διακοσμητικά δοκάρια, μιμούνται –είπε ο Μπισόι– την Κιβωτό του Νώε. Εμένα, πάλι, μου θύμισαν πάρα πολύ έντονα τα ταβάνια στις τράπεζες των κολεγίων του Καίμπριτζ και της Οξφόρδης. Αν είναι σύμπτωση, είναι μια πολύ περίεργη σύμπτωση.
Στην μέση του τέμπλου, εκεί που στους ορθόδοξους βρίσκεται η ωραία πύλη με τα βημόθυρα, στους κοπτικούς ναούς κρέμεται παραπέτασμα, συνήθως από γκρενά βελούδο με κεντημένες παραστάσεις, που κρύβει το ιερό.
Στο «Κοπτικό Κάιρο» δεν κατοικούν μόνιμα παρά κάποιοι μοναχοί και μοναχές. Ο θύλακας είναι μια όαση ηρεμίας, παρότι κατακλύζεται καθημερινά από προσκυνητές. Ο Μπισόι κατοικούσε στην Σούμπρα, που με παρότρυνε να επισκεφθώ. Είναι, μου είπε, γειτονιά μέσου εισοδήματος, με σημαντικό πληθυσμό χριστιανών. «Οι μουσουλμάνοι μάς κατηγορούν πως είμαστε ικανότεροι στο εμπόριο και πιο εύποροι. Πράγματι, οι Κόπτες είναι, κατά μέσο όρο, πιο μορφωμένοι. Αλλά το στερεότυπο “Κόπτης ίσον καλοστεκούμενος” δεν ισχύει. Οι περισσότεροι ρακοσυλλέκτες του Καΐρου, οι Zabbaleen, είναι Κόπτες. Αν δείτε πώς ζουν θα καταλάβετε.»
Παραδόξως ο Σαμίρ, που έτρεμε από φόβο όταν περπατήσαμε στις παραγκουπόλεις της μουσουλμανικής νεκρόπολης, ενθουσιάστηκε με την ιδέα να μου δείξει τον συνοικισμό των Zabbaleen. Η γειτονιά απλώνεται σε μια πλαγιά του Μοκάταμ, μάζας υψωμάτων από ασβεστόλιθο. Βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την «Πόλη των Νεκρών», τις αχανείς μουσουλμανικές νεκροπόλεις που σήμερα παρέχουν κατοικία σε εκατοντάδες χιλιάδες αποκλήρους και τόσο τρόμαζαν τον Σαμίρ.
Η περιοχή των Zabbaleen καλείται επισήμως Manshiat Nas’r, «Προάστιο των Χριστιανών». Ο Σαμίρ την έλεγε απλώς «Μοκάταμ». Την κατοικούν σχεδόν αποκλειστικά Κόπτες, που ήλθαν να διαφύγουν την φτώχεια των χωριών τους, αλλά και τις συνεχείς επιθέσεις του μουσουλμανικού όχλου στην Άνω Αίγυπτο. Τα τελευταία χρόνια, έχουν εγκατασταθεί εκεί και κάποιοι Μουσουλμάνοι από τις απέναντι νεκροπόλεις. Ο πανζουρλισμός που επικρατεί στο Μοκάταμ κάνει τον θύλακα του Κοπτικού Καΐρου να μοιάζει από άλλον κόσμο. Αν στον δεύτερο τα πάντα είναι στραμμένα προς την μέλλουσα ζωή, εδώ κυριαρχεί ο μόχθος της παρούσας.
Η γειτονιά είναι ένας ανηλεής βομβαρδισμός των αισθήσεων, και δη όλων ταυτόχρονα. Σε αντίθεση με ό,τι περίμενα, δεν υπήρχε κάποια δυσάρεστη μυρωδιά – βασίλευε και εδώ η οσμή της σκόνης και της άμμου, όπως σε όλο το Κάιρο. Το δάσος των οικοδομών χωρίς σοβάδες, με τα κόκκινα τούβλα έκθεταA Ring Road With a View: Cairo’s Red Brick Neighborhoods | Volume, δεν με ξένισε – αυτή είναι η εικόνα στο μισό και πλέον της αχανούς έκτασης του Καΐρου, που την αποτελούν φτωχές περιφέρειες. Όταν λείπουν στοιχειώδεις ανέσεις, η αισθητική δεν αποτελεί προτεραιότητα.
Με άφησαν άφωνο, όμως, οι σωροί απορριμμάτων στις άκρες των δρόμων, βουνά ολόκληρα, αλλά και τα κοπάδια κατσίκια και γουρούνια που περιφέρονταν ανενόχλητα. Μασουλούσαν οτιδήποτε έπεφτε στο στόμα τους, από σάπια λαχανικά μέχρι χαρτί και πλαστικό. Γουρούνια! Δεν είχα ξαναδεί στο Κάιρο. «Εδώ τα εκτρέφουν και πωλούν το κρέας στα κοπτικά χασάπικα. Μπορείτε να βρείτε αλλαντικά στην Σούμπρα και σε άλλες γειτονιές» είπε ο Σαμίρ περιχαρής. Περπατώντας άκουγα, από το ύψος του δρόμου, γουρούνια να γρυλλίζουν από τους πάνω ορόφους. Σύννεφα περιστεριών πετούσαν πάνω απ’ την γειτονιά.
Στο Μοκάταμ πρωτοείδα και τις μικρογραφίες εκκλησιών να κρέμονται με σχοινιά πάνω από τους δρόμους, ιδίως στα σταυροδρόμια, ντυμένες με αφίσες του Ιησού και της Θεοτόκου.
Γκραφίτι, ιδίως της Θεοτόκου, πόστερ Αγίων και του Κόπτη Πάπα Αλεξανδρείας Σενούντα Γ΄, που τότε ζούσε ακόμη, κάλυπταν όχι μόνο τους εσωτερικούς τοίχους αλλά και τις προσόψεις πολλών καταστημάτων. Εδώ απάντησα και το θέαμα του Ιησού ή του Σενούντα να αναδύεται πάνω από ένα βουνό ραπανάκια ή λάχανα, ή να ξεπροβάλλει πίσω από μια σειρά σφάγια, κρεμασμένα ανάποδα από τσιγκέλια.
Τέτοιες εικόνες θα με τριγύριζαν σε κοπτικές γειτονιές ανά την Αίγυπτο. Συχνά θα απαντούσα και μανάβικα ή καταστήματα τροφίμων με την επωνυμία «Η Μητέρα του Φωτός» (τίτλος της Θεοτόκου). Πουθενά όμως δεν ξαναείδα κάτι αντίστοιχο με το ασυναγώνιστο εκείνο γκραφίτι, στην πρόσοψη τηλεφωνικού κέντρου του Μοκάταμ. Εικόνιζε έναν άνδρα να καλεί στο τηλέφωνο και του απαντά η Θεοτόκος, στρογγυλοκαθισμένη σε ένα σύννεφο, γεμάτη περιέργεια για τα νέα του στο ακουστικό της…
Στην αρχή, να πω την αλήθεια, δεν ήθελα να βγω από το ταξί. Με φόβιζαν ιδίως τα σύννεφα από μύγες. Μοιραία, όμως, έγινα αξιοθέατο. Ο Σαμίρ έκανε το σφάλμα να πει στους περιέργους πως ήμουν από την Ελλάδα, χριστιανός. Απαίτησαν να σταματήσουμε σε ένα καφενείο. Τα πλαστικά τραπέζια του ήταν απλωμένα πάνω στον δρόμο, ανάμεσα σε έναν σωρό σιδερικά και έναν άλλον από πλαστικά. Μόνο άνδρες κάθονταν στο μαγαζί, από έφηβοι μέχρι και ηλικιωμένοι. Ο καφετζής με κέρασε τσάι –μια ψυχή που είναι να βγει, είπα, και το ήπια– και μου έπιασαν την κουβέντα. Περίεργες, δυο ηλικιωμένες θείες, κουκουλωμένες σαν μουσουλμάνες μέσα σε σκούρα ρούχα και πέπλα, άπλωσαν κουβέρτες πάνω στα σκουπίδια στην απέναντι πλευρά του δρόμου και κάθισαν να κάνουν χάζι. Μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου, οι σωροί σκουπίδια έγιναν καθίσματα.
Όλοι οι κάτοικοι είχαν έλθει από χωριά, οι περισσότεροι από την Άνω Αίγυπτο και την περιοχή της διώρυγας του Σουέζ. Ήταν όλοι Zabbaleen, ασχολούνταν με την αποκομιδή και την ανακύκλωση των απορριμμάτων, μου είπαν στο καφενείο. «Κάθε πρωί κατεβαίνουμε στο Κάιρο. Μαζεύουμε τα σκουπίδια και μας δίνουν, καμιά φορά, ένα συμβολικό φιλοδώρημα. Όταν γεμίσουμε το φορτηγό, γυρίζουμε στην γειτονιά και τα δίνουμε να τα ξεδιαλέξουν» μου εξήγησε ένας νεαρός με το όνομα Μόρκος. Ήταν ήδη παντρεμένος, με τρία παιδιά. «Ολόκληρη η οικογένεια εργάζεται στην διαλογή και την ανακύκλωση, γυναίκες και παιδιά – εκτός από τα μωρά. Η δική μου ειδικεύεται στις μεταλλικές κονσέρβες.»
Καθώς τότε δεν καταλάβαινα λέξη αραβικά, έστειλαν για την δασκάλα αγγλικών στο πλησιέστερο σχολείο. Η Ιμπτισάμ έφτασε σχεδόν τρέχοντας, λες και είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό. «Προσπαθούμε να δώσουμε στα παιδιά το καλύτερο, δεδομένων των συνθηκών» μου είπε. «Η περιοχή, όπως τόσες άλλες στην περιφέρεια, αναπτύχθηκε αυθαίρετα, χωρίς να είναι στο σχέδιο πόλης. Οι κάτοικοι έκτισαν τα σπίτια τους οι ίδιοι, με τα χέρια τους. Έτσι, η Manshiat Nas’r δεν έχει υποδομές, όπως δίκτυο πόσιμου νερού, ρεύματος ή αποχευτεύσεων. Οι περισσότεροι προμηθεύονται νερό που το αποθηκεύουν σε ντεπόζιτα, και έχουν γεννήτριες για ρεύμα. Σήμερα υφίσταται υποτυπώδες ηλεκτρικό δίκτυο, αλλά οι διακοπές στην παροχή είναι συνεχείς. Τριακόσιες χιλιάδες άνθρωποι ζουν εδώ. Τους εξυπηρετούν σχολεία, κέντρα υγείας και αμέτρητα καταστήματα.»
Πρόσεξα, στο εσωτερικό του καφενείου, μια μεγάλη φωτογραφία του (τότε, το 2004) προέδρου Χόσνι ΜουμπάρακΧόσνι Μουμπάρακ. Ο Σαμίρ παρακολούθησε το βλέμμα μου. «Ο Θεός να τον έχει καλά. Χάρη σε αυτόν αισθανόμαστε ασφάλεια» είπε, και οι παριστάμενοι συμφώνησαν. «Αν δεν υπήρχε ο Μουμπάρακ να μας προστατεύει, θα μας είχαν ξεκάνει οι Αδελφοί ΜουσουλμάνοιΜουσουλμανική Αδελφότητα». Ήταν ένα σχόλιο που θα άκουγα συχνά μεταξύ των Κοπτών. «Είμαστε ικανοποιημένοι, επί Μουμπάρακ τα πράγματα για εμάς είναι πολύ καλύτερα απ’ ότι ήταν επί Σαντάτ» είπε η Ιμπτισάμ. «Εκείνος φλέρταρε με τους ισλαμιστές.»
Υπήρχαν, όμως, παράπονα από τις αρχές. Το κυριότερο αφορούσε στις διαπραγματεύσεις με ξένες εταιρείες για την αποκομιδή των απορριμμάτων του Καΐρου. «Οι Zabbaleen είναι έξαλλοι, αισθάνονται πως απειλείται η δουλειά τους» μου εξήγησε η Ιμπτισάμ. Ο Σαμίρ μετέφραζε στους άνδρες του καφενείου και ένας διέκοψε την δασκάλα απότομα. «Είμαστε πολύ θυμωμένοι. Έχουμε δεκαετίες εμπειρίας στην ανακύκλωση και ανακυκλώνουμε το 80% των απορριμμάτων που συλλέγουμε – χαρτί, πλαστικό, μέταλλα…»
Η Ιμπτισάμ τόνισε πως οι Zabbaleen επιτελούν καίριο έργο ανακύκλωσηςGarbage City: The scavengers making a fortune from other people’s rubbish | BBC News, μειώνοντας τις επιπτώσεις που η άναρχη πολυκοσμία του Καΐρου θα είχε στο περιβάλλον. «Αν δεν υπήρχαν, η μισή χώρα θα ήταν μια ατελείωτη χωματερή. Οι ξένες εταιρείες δεν θα έχουν το ίδιο ποσοστό ανακύκλωσης – θα θάβουν τα σκουπίδια» είπε. «Οι Zabbaleen έχουν καταφέρει να βγάζουν τον επιούσιο από τα απορρίμματα των άλλων. Κάποιοι έχουν αποκτήσει οικονομική άνεση χάρη στην συνεχή, σκληρή δουλειά. Επαναφέρουν τα απορρίμματα σε πρώτες ύλες. Τις πωλούν σε βιομηχανίες στο Κάιρο αλλά κάποιοι τις εξάγουν, κυρίως στην Κίνα και την Ευρώπη. Δεν είναι αξιοθαύμαστο;» Στην γειτονιά λειτουργεί επαγγελματική σχολή, που διδάσκει ορθές πρακτικές ανακύκλωσης και περιβαλλοντικής προστασίας. «Σας είπα, προσπαθούμε να κάνουμε το καλύτερο με ό,τι έχουμε.»
Ανεβήκαμε στην κορυφή της πλαγιάς, πάνω από την γειτονιά, στο μοναστήρι του Αγίου Σίμωνα. Ο Σίμων, που έζησε τον 10ο αιώνα, θρυλείται πως κατόρθωσε να μετακινήσει τον όγκο του όρους Μοκάταμ, απαντώντας σε σχετική πρόκληση του τότε χαλίφη. Μέσα στους βράχους έχουν λαξεύσει ναό, με αμφιθέατρο χωρητικότητας δεκαπέντε χιλιάδων πιστών. Μπροστά του ήταν παρατεταγμένα λεωφορεία, που έφεραν προσκυνητές από τα χωριά του Δέλτα και την Άνω Αίγυπτο.
Από το ξέφωτο φαινόταν το πανόραμα της συνοικίας των Zabbaleen. Σε πολλές ταράτσες βρίσκονταν σωροί σκουπίδια. Σε δυο τρεις πρόσεξα μικρά γουρουνάκια να κυνηγιούνται, πανευτυχή, στον ήλιο.
Το πιο περίεργο ήταν οι ψηλοί ξύλινοι πύργοι, όπου εκτρέφονται περιστέρια. Ορθώνονται, σαν σκελετοί, πάνω από την κόκκινη μάζα των τούβλων. Ο Σαμίρ μου είπε πως τα περιστέρια θεωρούνται μεγάλη νοστιμιά στην Αίγυπτο – τα τρώνε ψητά ή γεμιστά με ρύζι. Εδώ δεν τα εξέτρεφαν, όμως, για φαγητό, αλλά από χόμπι, μου εξήγησε. «Πολλοί νέοι κάθονται και τα εκπαιδεύουν με τις ώρες, για να πετούν σε συγκεκριμένους σχηματισμούς και να συναγωνίζονται τα περιστέρια άλλων ιδιοκτητών.» Το ίδιο χόμπι είχα απαντήσει και σε φτωχογειτονιές της Πόλης.
Σε κάθε μελλοντική επίσκεψη στο Κάιρο επέστρεφα στην γειτονιά των Zabbaleen, προς φρίκη των Αιγυπτίων φίλων και γνωστών. Το 2008, βράχοι αποκολλήθηκαν από τον όγκο του Μοκάταμ και καταπλάκωσαν τριανταπέντε οικοδομές, σκοτώνοντας πάνω από εκατό άτομα. Το 2009, οι αρχές επιχείρησαν να θανατώσουν όλα τα γουρούνια, για να περιορίσουν την εξάπλωση της «γρίπης των χοίρων», εξοργίζοντας τους ρακοσυλλέκτες. Η γειτονιά αποτέλεσε αντικείμενο ντοκιμαντέρ και ο περιβαλλοντικός ρόλος των Zabbaleen προκάλεσε διεθνές ενδιαφέρον.
Στα τέλη του 2011 ξέσπασε επανάσταση, που καθαίρεσε τον Μουμπάρακ ύστερα από τριάντα χρόνια στην εξουσία. Το 2012 έφερε ένα ακόμη «τέλος εποχής» για τους Κόπτες: απεβίωσε, μετά από 41 χρόνια στον πατριαρχικό θώκο, ο πάπας Αλεξανδρείας Σενούντα Γ΄. Τον διαδέχθηκε ο Ταουάντρος (Θεόδωρος) Β΄. Την ίδια χρονιά, εκλογές έφεραν στην εξουσία τον Μοχάμεντ ΜόρσιΜοχάμεντ Μόρσι με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, πραγματική συμφορά για τις θρησκευτικές μειονότητες και τους κοσμικούς μουσουλμάνους.
Το έτος της διακυβέρνησης Μόρσι υπήρξε Γολγοθάς για τους Κόπτες, που εκδιώχθηκαν από όλες τις δημόσιες θέσεις. Με ολοένα και μεγαλύτερη συχνότητα, σαλαφιστές απήγαγαν νέα κορίτσιαEGYPT: Coptic girl (13) abducted and held for nine days | Church in Chains, που τα ανάγκαζαν να εξισλαμισθούν και να παντρευθούν μουσουλμάνους. Ο κρατικός μηχανισμός, στα χέρια των ισλαμιστών, κάλυπτε τους απαγωγείς… Σαν να μην έφθανε το εσωτερικό μέτωπο, κήρυξε στους Κόπτες τον πόλεμο και το «Ισλαμικό Κράτος», αφήνοντας εκατοντάδες νεκρούς από τρομοκρατικά χτυπήματα.
Η οικονομική πανωλεθρία της κυβέρνησης Μόρσι οδήγησε σε μαζικές διαδηλώσεις και, τελικά, επέμβαση του στρατεύματος, που τον καθαίρεσε και επέβαλε τον ΣίσιΑμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι. Λες και οι Κόπτες είχαν σχεδιάσει την επέμβαση, ο όχλος των ισλαμιστών επιτέθηκε και πυρπόλησε δεκάδες εκκλησίες και σπίτια, κυρίως στην Άνω Αίγυπτο. Η χώρα πέρασε, εντός τριών ετών, από έναν στρατιωτικό δικτάτορα σε έναν άλλον και οι Κόπτες, για μία ακόμη φορά, δια πυρός και σιδήρου. Μια άλλη, πιο προσωπική, περιπέτεια ήταν πως η υγεία του Σαμίρ επιβαρύνθηκε και μετακόμισε, «προς το παρόν», στα Εμιράτα, δίπλα στα παιδιά του.
Γύρισα στην μετα-Μουμπάρακ Αίγυπτο το 2019, βρίσκοντας μια χώρα σε νευρασθένεια και τους Κόπτες πολύ φοβισμένους. Σήμερα για να μπεις σε μια εκκλησία, πρέπει να δείξεις το διαβατήριό σου στον έλεγχο ασφαλείας. Η επίσκεψή μου –που θα διαρκούσε δύο μήνες– συνέπιπτε με τα κοπτικά Χριστούγεννα (7 Ιανουαρίου) και Επιφάνεια (19 Ιανουαρίου): η Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία ακολουθεί δικό της ημερολόγιο, το «Αλεξανδρινό», εξέλιξη του αρχαίου αιγυπτιακού. Υπολογίζει, παράλληλα, τις ημερομηνίες των εορτών με βάση το ιουλιανό.
Έχοντας διαβάσει πως η κοπτική λειτουργία είναι καθηλωτική, ήθελα πολύ να παραστώ στα κοπτικά Χριστούγεννα και Φώτα. Χρειαζόμουν όμως «εισιτήριο» – έναν Κόπτη που θα με «περνούσε» από τα μέτρα ασφαλείας. Το βράδυ της παραμονής Χριστουγέννων και Φώτων, που οι κοπτικές εκκλησίες γεμίζουν, τα μέτρα θα ήταν δρακόντεια. Τα κοπτικά Χριστούγεννα του 2019 είχαν μάλιστα ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα: ο Σίσι, μαζί με τον πάπα Ταουάντρος, θα εγκαινίαζαν τον καθεδρικό ναό της Γεννήσεως στην σχεδιαζόμενη νέα πρωτεύουσα της χώρας, η οποία – τραγικό πλην αληθές – παραμένει χωρίς όνομαThe Anti-Cairo | Places Journal! Όλοι φοβούνταν κάποιο χτύπημα.
Έφτασα στο Κάιρο με μια λίστα επαφών μεταξύ των ελαχίστων Αιγυπτιωτών που απομένουν και των (επίσης ελαχίστων) Ελλαδιτών μετοίκων. Φαντάστηκα πως εύκολα θα με παρέπεμπαν σε φίλους και γνωστούς. Αμ δε. Η γειτνίαση των εκκλησιών και των νεκροταφείων Ελλήνων και Κοπτών στο Παλαιό Κάιρο δεν μεταφράζεται σε εγγύτητα των δύο πληθυσμών. Σε αντίθεση με ό,τι είχα φανταστεί, Αιγυπτιώτες και Κόπτες δεν ήταν ποτέ κοντά. «Τους Κόπτες δεν τους κάναμε παρέα», «Δεν θυμάμαι να είχαμε Κόπτες φίλους», «Με Αιγυπτίους δεν είχαμε πολλά πολλά, Κόπτες ή Μουσουλμάνους» μου είπαν Αιγυπτιώτες στην Αθήνα.
«Μην έχεις υπ’ όψη σου τον Νεσίμ, στο Αλεξανδρινό Κουαρτέτο» γέλασε ο Γιώργος Κυπραίος, Αλεξανδρινός που ζει ακόμη, για κάποιους μήνες τον χρόνο, στην γενέτειρά του. «Στην καλή κοινωνία, Έλληνες, Ιταλοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Αρμένιοι, και Εβραίοι αποτελούσαν ενιαίο χώρο. Σε αυτόν είχαν γίνει δεκτοί και οι Σύροι και Λιβανέζοι χριστιανοί που είχαν εγκατασταθεί για γενιές στην Αίγυπτο και είχαν για μητρική γλώσσα την γαλλική. Αλλά οι Αιγύπτιοι, Κόπτες και Μουσουλμάνοι, έμεναν απ’ έξω. Μπορεί να έπαιζε ρόλο και η γλώσσα σε αυτό, καθώς οι χριστιανοί αστοί στην Αλεξάνδρεια και το Κάιρο δεν ήθελαν για κανένα τρόπο να μιλούν αραβικά στις κοινωνικές επαφές τους. Από την άλλη, οι Κόπτες ήταν υπερβολικά θρήσκοι και παραδοσιακοί. Ή μήπως ήταν πολύ ντόπιοι για τα μέτρα μας; Όσο για τα λαϊκότερα περιβάλλοντα, όλες οι κοινότητες ήταν πιο εσωστρεφείς…» Από κάποιο σημείο και έπειτα, σημειώθηκαν μεικτοί γάμοι Ελλήνων και Κοπτών, αλλά το φαινόμενο εμφανίσθηκε με καθυστέρηση και ουδέποτε έλαβε μαζικές διαστάσεις, πρόσθεσε.
Οι Αιγυπτιώτες και Ελλαδίτες του Καΐρου δεν είχαν καμία διάθεση να με ακολουθήσουν στις κοπτικές λειτουργίες. «Δεν αισθάνομαι έτοιμος να πεθάνω ακόμα» γέλασε ο Γιώργος Βολόπουλος, ιδιοκτήτης ενός από τα μεγαλύτερα τουριστικά γραφεία της χώρας. Πήγαμε μαζί, Κυριακή μεσημέρι, στο Κοπτικό Κάιρο, εκείνος να επισκεφθεί τους τάφους των γονιών του στο ελληνορθόδοξο κοιμητήριο, εγώ να ξαναδώ τις κοπτικές εκκλησίες. Παρότι επισκεπτόταν το μνήμα των γονιών του τακτικά, παρότι εργαζόταν στον τουρισμό, ο Γιώργος δεν είχε ποτέ μπει στην Κρεμαστή Εκκλησία!
Οι εκκλησίες ήταν στολισμένες για τα Χριστούγεννα. Είχα πια αποδεχθεί πως οι σημερινοί Κόπτες, παρά την αξιόλογη καλλιτεχνική τους παράδοση, είναι αξεπέραστοι στο κιτς. Οι εικόνες στο ταμπλό ενός Κόπτη ταξιτζή, ή στο εσωτερικό μιας μοντέρνας κοπτικής εκκλησίας, είναι cult με κάθε πιθανή σημασία της λέξης. Μπορούν να κάνουν και το ντεκόρ ενός ινδουϊστικού ναού να φαίνεται άχρωμο, μουντό. Οτιδήποτε χρυσό, οτιδήποτε γυαλιστερό και με στρας κάνει θραύση, σε ένα σύνολο που θα ήταν ο Παράδεισος για το ζε
Όλη αυτή η συσσωρευμένη γνώση, που είχαν πονέσει τα μάτια μου για να την αποκτήσω, δεν με είχε προετοιμάσει για τα χριστουγεννιάτικα δένδρα και τα αστέρια από γυαλιστερό χαρτί, που κρέμονταν από την οροφή, ούτε για τις οθόνες lcd που είχαν τοποθετηθεί εκατέρωθεν των ιερών, για να μεταδίδουν ύμνους και θρησκευτικές ταινίες. Ακόμη και στις ιστορικότερες εκκλησίες είχε φθάσει η νέα μάστιγα, να αφήνουν τα βελούδινα παραπετάσματα στα τέμπλα μέσα σε νάιλον «για να μην σκονιστούν» – όπως έκαναν παλιά στην Ελλάδα με τα τηλεκοντρόλ!
Το «εισιτήριο» ήλθε, τελικά, από μακριά. Ένας Έλληνας φίλος στο Μόναχο με έφερε σε επαφή με έναν Κόπτη ιερέα εκεί, κι εκείνος, με την σειρά του, με τον αμπούνα Μάξιμους Αλ-Αντόνι, μοναχό της Μονής του Αγίου Αντωνίου στην Ερυθρά Θάλασσα. Το ενδιαφέρον μου για τους Κόπτες συγκίνησε τον αμπούνα Μάξιμους. «Δεν μπορείτε να έλθετε μέχρι το μοναστήρι να κάνετε Χριστούγεννα μαζί μας, είμαστε δυόμισι με τρεις ώρες από το Κάιρο με το αυτοκίνητο και οι ξενώνες μας είναι γεμάτοι. Θα φροντίσω, όμως, να σας συνοδεύσουν δικοί μου άνθρωποι σε μια εκκλησία στην Σούμπρα.»
Με κάλεσε, λίγες μέρες μετά, μία ευγενέστατη γυναίκα, που μου συστήθηκε ως Ζίζι. «Θα περάσω να σας πάρω με το αυτοκίνητο μετά την δουλειά μου και θα έλθουμε μαζί στον ναό» μου είπε σε πολύ άνετα αγγλικά. Σπανίως είχα τέτοια προσμονή για μια θρησκευτική τελετή.
Στις 5 Ιανουαρίου, η Ζίζι εμφανίσθηκε στην ώρα της, μόνο που δεν εμφανίσθηκε μόνη. Στο αυτοκίνητο διέκρινα τρεις γυναίκες. Στις θέσεις μπροστά κάθονταν δύο, προφανώς δίδυμες. Την Ζίζι και την Σούζυ Ιμπραχίμ μου ήταν αδύνατο να τις ξεχωρίσω, όσες φορές κι αν βρεθήκαμε. Στρουμπουλές, με γυαλιά και κατσαρά μαλλιά ως τους ώμους, ντύνονταν με τον ίδιο τρόπο και οι φωνές τους ήταν ολόιδιες. Ακόμη και τα αγγλικά τους ήταν στο ίδιο επίπεδο.
Στο πίσω κάθισμα καθόταν η τρίτη αδελφή. Η Ιμάνι, μεγαλύτερη, μετά βίας συλλάβιζε τα αγγλικά. Στο να πιάσουμε κουβέντα δεν βοηθούσαν ούτε τα στοιχειώδη αραβικά μου, ούτε το πόσο ντροπαλή ήταν. Μιλούσα λοιπόν με τις δίδυμες που ήταν όλο ζωντάνια, παρά την εκνευριστική κίνηση και τα συνεχή κορναρίσματα. Είχαν δύο αδελφές στον Καναδά και έναν αδελφό στην Αυστραλία. Είχαν και ξαδέλφια στην Ελλάδα, «ένας θείος μας παντρεύτηκε Ελληνίδα.» Εκείνες όμως δεν ήθελαν για κανέναν λόγο να αφήσουν την Αίγυπτο. «Εδώ είναι η χώρα μας, το σπίτι μας».
Και οι τρεις ήταν ανύπαντρες και ζούσαν μαζί. «Δεν θελήσαμε να αφήσουμε την Μητέρα μόνη και μείναμε σπίτι να την προσέχουμε». «Και οι τρεις;» πήγα να πω, αλλά κρατήθηκα. Η μητέρα τους είχε πεθάνει πριν τρία χρόνια. Σε όλη την διαδρομή, είχα λεπτομερή ανάλυση του πώς πεθαίνεις από πνευμονία και πώς το αιγυπτιακό σύστημα υγείας υπολείπεται των προσδοκιών. Ήταν το τελευταίο που ήθελα να ακούσω: για τρεις ημέρες φυσούσε χαμσίν, ανεμοθύελλα που είχε γεμίσει τα πάντα με άμμο και σκόνη. Κυκλοφορούσα με χειρουργική μάσκα, που μου έγινε οικεία πολύ πριν την πανδημία, και γυαλιά ηλίου ακόμα και στην σκιά: η άμμος με τύφλωνε. Έβηχα συνεχώς.
«Και μετά, βέβαια, είναι ο καρκίνος» πέταξε, χωρίς έλεος, η Ιμάνι. «Ω ναι. Από καρκίνο δεν πήγε ο θείος Χαμπίμπ;» συμφώνησε η Σούζι. «Ναι αλλά τον περιμέναμε. Το πιο τρομερό», γύρισε σε μένα η Ζίζι, λες και γνώριζα για ποιους μιλούσε, «ήταν η γειτόνισσά μας η Αγκάπη. Έσβησε μέσα σε λιγότερο από μήνα…» «Και άφησε τον άνδρα της απαρηγόρητο και τρία ορφανά» είπε η Σούζι με έναν τόνο συντέλειας. Μέχρι να φτάσουμε στον ναό, είχαμε πεθάνει και πενθήσει θείους, γείτονες, κόσμο και κοσμάκη.
Αισθάνθηκα ανακούφιση όταν ξεπρόβαλλαν τα κτίρια της Σούμπρα, πολυκατοικίες μιας εποχής που φαντάζει υπερπολυτελής για τα σημερινά δεδομένα. Η γειτονιά είναι μία αρχιτεκτονική φαντασμαγορία, ένα ανοικτό μουσείο από πολυώροφες οικοδομές σε όλους τους ρυθμούς που σημάδεψαν τον εικοστό αιώνα. Ο νεοκλασικισμός, ο εκλεκτικισμός και η Αρ Νουβώ της Μπελ Επόκ, «χρυσής εποχής» της σύγχρονης Αιγύπτου, ανακατεύεται με την Αρ Ντεκό και το Μπάουχαους, που μεσουράνησαν τις επόμενες δεκαετίες.
Η Σούμπρα ήταν κάποτε γεμάτη Έλληνες και Ιταλούς. Ήταν η γειτονιά με τον μεγαλύτερο αριθμό Ελλήνων ομογενώνΣούμπρα: Η συνοικία του Καΐρου που είχε «άρωμα» ελληνικό | Νέο Φως. Παρότι συνοικία μικρο- έως μέσο-αστική, οι κάτοικοί της ζούσαν με κάποια άνεση, όπως καταμαρτυρά ο σιωπηλός κόσμος των κτιρίων. Γνωστότερο τέκνο της η Iolanda Cristina Gigliotti, η Ιταλο-Αιγύπτια που έκανε καριέρα στην Γαλλία και έγινε διάσημη ως «Dalida».
Σήμερα η Σούμπρα –όπως και οι συνοικίες των Ευρωπαίων στο κέντρο της πόλης– μοιάζει με αχανές σκηνικό μιας ανείπωτης τραγωδίας. Τα κτίρια, που κτίσθηκαν για έναν εξευρωπαϊσμένο αστικό πληθυσμό, κατοικούνται τα περισσότερα από χωρικούς, που στοιβάζονται δέκα δέκα σε διαμερίσματα προορισμένα για τέσσερις ή πέντε το πολύ ενοίκους. Πολλά βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση, με μόνο τον ανάγλυφο διάκοσμο των προσόψεων φθαρμένο. Σε άλλα, τα κουφώματα χάσκουν, δίνοντάς τους μια όψη απορίας, λες και ξύπνησαν μετά από νάρκη δεκαετιών και δεν θέλουν να πιστέψουν το κακό που τα βρήκε.
Και μες στην εγκατάλειψη, όμως, οι προσόψεις παραμένουν μεγαλοπρεπείς. Μοιάζουν να κοιτούν αφ’ υψηλού την έλλειψη καθαριότητας και τους περαστικούς με τις κελεμπίες και τα χετζάμπ στους δρόμους. Η ατμόσφαιρα σε αυτούς είναι χαρμόσυνη, όλο κίνηση και χρώμα. Όπως οι δρόμοι των Zabbaleen, είναι γεμάτοι χριστιανικά πόστερ και γκραφίτι. Μετά θάνατον, ο πάπας Σενούντα είχε ακόμη περισσότερο την τιμητική του και ξεπρόβαλλε, σαν οπτασία, μέσα από κάθε λογής ζαρζαβατικά. Οι αρχικοί κάτοικοι εγκατέλειψαν την γειτονιά, ο χριστιανισμός όμως παρέμεινε, καθώς την κατέκλυσαν οι Κόπτες.
Φτάσαμε στον ναό κατά τις επτάμισι: η λειτουργία είχε μόλις ξεκινήσει και θα διαρκούσε ως τα μεσάνυχτα. Η εκκλησία, του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου (Μαρ Γκίργκις αλ Γκιόσι), είναι η ενορία της οικογένειας Ιμπραχίμ. Το συγκρότημα, πάνω σε μια πλατεία γεμάτη καταστήματα και κίνηση, καταλάμβανε ολόκληρο τετράγωνο, με τα γραφεία της ενορίας, την οργάνωση της νεολαίας και το κυριακάτικο σχολείο. «Σημαντικό μέρος της ζωής μας πέρασε και συνεχίζει να περνά σε αυτό το τετράγωνο» είπε η Σούζι με συγκίνηση.
Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο, πρόσεξα πως η Ιμάνι κούτσαινε. «Παραπάτησε και χτύπησε, δεν είναι τίποτε» είπαν οι δίδυμες. Της έδωσα το χέρι μου να την διευκολύνω κι εκείνη κατακοκκίνισε. Μπροστά στην κυρία είσοδο είχαν στήσει μακρύ διάδρομο με κάγκελα ασφαλείας, στην αρχή του οποίου εθελοντές έλεγχαν τσάντες και ταυτότητες. Πάνοπλοι αστυνομικοί φρουρούσαν τριγύρω. Οι εθελοντές αναγνώρισαν αμέσως τις αδελφές Ιμπραχίμ και πέρασα μαζί τους χωρίς καθυστέρηση. Είχα προσέξει πως η πίσω είσοδος του ναού, που έβγαζε σε πολυσύχναστο δρόμο, ήταν ανοικτή, χωρίς φρούρηση. Σκέφτηκα, για να παρηγορηθώ, πως η εκκλησία δεν ήταν από τις μεγαλύτερες και άρα δεν θα ήταν ο πρώτος στόχος του όποιου τρομοκράτη.
Μπήκαμε σε μία εσωτερική αυλή, την οροφή της οποίας είχαν σκεπάσει με πανιά. Ήταν γεμάτη κόσμο. Στον νάρθηκα γύρισα στο πλάι και η Ιμάνι, που στεκόταν δίπλα μου αλλά είχε αφήσει το χέρι μου, δεν ήταν πια εκεί. Τρόμαξα. Παραπάτησε κι έπεσε, σκέφτηκα. Την είδα στα γόνατα, να έχει φέρει το κεφάλι στο πάτωμα, μπροστά στο εικόνισμα της Θεοτόκου. Σηκώθηκε όρθια χωρίς βοήθεια και ξανάπεσε στα γόνατα ξανακάνοντας την κίνηση, με τρομερή δεξιότητα, άλλες δύο φορές. «Α, είναι συνηθισμένη, μην ανησυχείς» μου είπε η Σούζι.
Μπαίνοντας πιο μέσα με χτύπησε μια μεθυστική μυρωδιά θυμιάματος. Χωρίσαμε, καθώς στις κοπτικές εκκλησίες είθισται άνδρες και γυναίκες να κάθονται χώρια, εκείνοι στα αριστερά, εκείνες στα δεξιά μπαίνοντας. Ο ναός, σύγχρονη οικοδομή, δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο. Ήταν γεμάτος ανεμιστήρες, ενώ πρόσεξα τις οθόνες, αριστερά και δεξιά του ιερού βήματος, που μετέδιδαν, χωρίς ήχο, ταινία με θέμα την Γέννηση. Είχαν τραβήξει το παραπέτασμα, στο κέντρο του τέμπλου, και φαινόταν το ιερό, με μια μεγάλη τοιχογραφία του Ιησού πλαισιωμένου από τους πάπες Αλεξανδρείας.
Κάθισα μπροστά. Οι ιερείς φορούσαν λευκά, γιορτινά άμφια. Γύρισα και κοίταξα το εκκλησίασμα. Ο διαχωρισμός κατά φύλο δεν ήταν πλήρης: κάποιες οικογένειες με μικρά παιδιά κάθονταν όλες μαζί, συνήθως στην άκρη προς τον διάδρομο. Όσο για τις γυναίκες, ήταν ένα ετερόκλητο ενδυματολογικό μείγμα. Στην εκκλησία, οι περισσότερες ρίχνουν ένα ύφασμα στα μαλλιά τους, όπως οι Σλάβες και οι Αρμένιες. Εδώ κάποιες, προφανώς χωρικές, φορούσαν μαντίλες σφιχτές σαν χετζάμπ. Άλλες είχαν ρίξει ένα μαντήλι ή μία δαντέλα στα μαλλιά, όπως οι αδελφές Ιμπραχίμ, ενώ κάποιες τα είχαν εντελώς ακάλυπτα. Η Ιμάνι είχε βάλει το μαντίλι τόσο στραβά, που της έκρυβε το μισό πρόσωπο.
Σε τακτά διαστήματα, άνδρες και γυναίκες σήκωναν τα χέρια σε δέηση, μουρμουρίζοντας προσευχές. Κάποιοι τις διάβαζαν από τάμπλετ, νέα μόδα, όπως μου είπαν. Πρόσεξα πως οι Κόπτες κάνουν το σημείο του σταυρού από τα αριστερά στα δεξιά, όπως οι Αρμένιοι, οι Αιθίοπες και οι Ρωμαιοκαθολικοί. Παιδάκια κυνηγιούνταν φωνάζοντας και γελώντας, ανέβαιναν στο ιερό, κοίταζαν τα πάντα με περιέργεια. Κανείς δεν φάνηκε να ενοχλείται, εκτός από έναν ιερέα, όταν ένα αγοράκι προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να του κλέψει το σείστρο απ’ το χέρι.
Παρακολουθώντας την λειτουργία στην κοπτική, έχεις μια μοναδική ευκαιρία να ακούσεις πώς, περίπου, ηχούσε η αρχαία αιγυπτιακή. Στην γλώσσα αυτή, που συνεχώς εξελισσόταν, λατρεύτηκαν η Ίσις και ο Ώρος και αργότερα η Μαρία και ο Ιησούς, δοξάστηκαν αμέτρητοι Φαραώ και αργότερα Άγιοι, για πέντε χιλιάδες χρόνια.
Για την καλύτερη κατανόηση των πιστών, το κήρυγμα γίνεται στην αραβική και κάποιες προσευχές επαναλαμβάνονται σε αυτήν. Οι ψαλμωδίες, μακρόσυρτες, μου θύμισαν το βυζαντινό μέλος. Ο τόνος φωνής των ψαλτών, οι απόκοσμοι ήχοι της κοπτικής, τα κύμβαλα και τα σείστρα που έσειαν ιερείς με βύθισαν σε μια υπνωτική κατάνυξη.
Συχνά πυκνά, φράσεις στην ελληνική με επανέφεραν στην πραγματικότητα. Στα ελληνικά ψαλλόταν το Κύριε, ἐλέησον, καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, το Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι και το τρισάγιο: Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος ὁ ἐκ Παρθένου γεννηθεὶς ἐλέησον ἡμᾶς. Αναγνώρισα πως το «ὁ ἐκ Παρθένου γεννηθεὶς» αποτελεί πρόσθεση της κοπτικής λειτουργίας – στοχεύει ίσως να απαντήσει σε όσους «κατηγορούν» τους Κόπτες πως δεν αναγνωρίζουν την ανθρώπινη φύση του Ιησού. Ξαφνικά, θυμήθηκα πόσο αίμα χύθηκε για τις ακατανόητες θεολογικές διαμάχες και πώς, ακόμη σήμερα, διαιωνίζεται μια σχετική πικρία μεταξύ των χριστιανών της Ανατολής.
Πάνω λοιπόν που πήγαινα να βυθιστώ σε ιστορικές αναδιφήσεις, κατά τις οκτώμισι, ξέσπασε ένα σούσουρο στον ναό. Μπήκε κάποιος παράγων της δημαρχίας της Σούμπρα, συνοδεία μπράβων. Στην Αίγυπτο οι δημοτικοί άρχοντες δεν είναι αιρετοί, αλλά διορισμένοι από την κυβέρνηση. Ο συγκεκριμένος ήταν ψηλόλιγνος, με λαδωμένες μπούκλες, φαλάκρα, και κάτι αδιόρατα χυδαίο στο πρόσωπο. Ντυμένος σε κοστούμι από γυαλιστερό ύφασμα, θύμιζε κάπως μαστρωπό. Του υπέδειξαν να καθίσει δυο θέσεις παραδίπλα μου, αλλά εκείνος παρέμεινε όρθιος, σαν να είχε καταπιεί μπαστούνι. Η σοβαροφάνεια που εξέπεμπε, σε συνδυασμό με το γλοιώδες, παραλίγο να με κάνουν να βάλω τα γέλια.
Ο πρωθιερέας διέκοψε το κήρυγμα, προσφώνησε τον αφιχθέντα –«Μοχάμεντ κάτι» τον έλεγαν, δεν συγκράτησα επώνυμο– κατέβηκε από το ιερό και τον φίλησε. Στην συνέχεια ο «Μοχάμεντ κάτι» ανέβηκε στο ιερό και έβγαλε έναν σύντομο λόγο. Με τα λιγοστά αραβικά μου κατάλαβα πως μίλησε για την «ενότητα όλων των Αιγυπτίων, χριστιανών και μουσουλμάνων», συνεχάρη τον κόσμο για τα Χριστούγεννα και κατέληξε σε ελεγείες προς τον πρόεδρο Σίσι, που εγγυάται την ασφάλεια «όλων των παιδιών της Αιγύπτου». Τον χειροκρότησαν και κάθισε. Η λειτουργία εξακολούθησε και, ύστερα από δέκα λεπτά, ο «Μοχάμεντ κάτι» και οι μπράβοι του σηκώθηκαν και έφυγαν. Μετά από λίγο, το ίδιο έκανα κι εγώ – με περίμεναν για δείπνο.
Συναντήθηκα στην Σούμπρα με τις αδελφές Ιμπραχίμ το απόγευμα της 18ης Ιανουαρίου, παραμονής των Φώτων. Γνωρίζοντας πως με εκείνες θα καθόμασταν χωριστά, ζήτησα από την Ήρια Ασανάκη, φίλη με την οποία συμπέσαμε στο Κάιρο, να με συνοδέψει. Η Ιμάνι φ
Στους δρόμους και τις πλατείες της Σούμπρα, Κόπτες χωρικοί, ντυμένοι με κελεμπίες, πουλούσαν ζαχαροκάλαμα. «Απόψε το έθιμο, μετά την εκκλησία, είναι να μασουλάμε ζαχαροκάλαμο και να τρώμε έναν βολβό που τον λένε κολκάςCooking with Grandparents: Mary Habib’s Kolkas Soup Recipe | KCET» μου εξήγησαν οι δίδυμες. Μου έδειξαν τους κοντόχοντρους βολβούς, το εξωτερικό των οποίων μοιάζει με κορμό δένδρου. «Τους κόβουμε κομμάτια και τους κάνουμε σούπα, ή στην κατσαρόλα με κρέας». Ένας από τους πωλητές χάρισε στην Ήρια κι εμένα ένα ζαχαροκάλαμο, το οποίο, αναγκαστικά, κουβαλούσαμε όλο το βράδυ.
Ο συγκεκριμένος βολβός μου φάνηκε απεχθής. Το ΄χα πάρει απόφαση πως η γαστρονομία δεν είναι το φόρτε των Αιγυπτίων. Ένα άλλο πιάτο, που κατάγεται από την φαραωνική Αίγυπτο, είναι η μολοχία, σούπα από μολόχα με βαθυπράσινο χρώμα και γλοιώδη υφή, σαν ζεστή κόλλα. Όσο για την άλλη φαραωνική σπεσιαλιτέ, που τόσο αγαπούν οι Κόπτες, τι να πεις. Το φασίχ είναι ένα παστό ψάρι που αναδύει μία οσμή αποσύνθεσης και ευθύνεται, κάθε χρόνο, για θανατηφόρες τροφικές δηλητηριάσειςThe deadly dish people love to eat | BBC. Όποτε περνούσα έξω από μαγαζιά που το πωλούσαν, μου ανακατευόταν το στομάχι.
Έξω από την εκκλησία είχαν στηθεί δύο άνδρες, με τα μηχανήματα που χτυπούν τα περίφημα τατουάζA tattoo artist on the streets of Cairo | DW των σταυρών στον καρπό. Οι δίδυμες και η Ιμάνι μας έδειξαν τα δικά τους, μικρούς σταυρούς που είχαν κάπως ξεφτίσει από τα χρόνια. «Οι περισσότεροι τα κάνουμε σε παιδική ηλικία» είπε η Ζίζι. «Η παράδοση ξεκίνησε με την αραβική κατάκτηση. Οι γονείς έκαναν το σημείο του σταυρού στα παιδιά τους, ώστε να γνωρίζουν πως είναι χριστιανοί, αν τυχόν τα άρπαζαν οι Μουσουλμάνοι ή χάνονταν. Σήμερα το κάνουμε ως ένδειξη της ταυτότητάς μας.» Τις ρωτήσαμε αν πονάει και χασκογέλασαν. «Θέλετε να κάνετε;» ρώτησε την Ήρια κι εμένα ο ένας από τους δυο κυρίους. Αρνηθήκαμε ευγενικά.
Μπαίνοντας στον ναό, η Ζίζι μας ρώτησε αν θα προτιμούσαμε με την Ήρια να καθίσουμε μαζί. Αυτό κάναμε και κανείς δεν μας κοίταξε περίεργα όταν, διασχίζοντας το κλίτος, καθίσαμε σχετικά μπροστά, δίπλα δίπλα. Η Ήρια δεν είχε βάλει τίποτε στα μαλλιά της – είχα ξεχάσει να της πω να φέρει μαντίλι. Δεν ήταν όμως η μόνη – πολλές νεαρές είχαν τα μαλλιά τους λυτά. Άρχισα να αναρωτιέμαι αν όλα αυτά τα σχόλια περί φανατισμού των Κοπτών αναφέρονταν σε περασμένες δεκαετίες.
Ο πρωθιερέας άρχισε να ψάχνει μεταξύ πολλών άρτων για να διαλέξει εκείνον με το τελειότερο σχήμα, προκειμένου να τον τοποθετήσει στην αγία τράπεζα ως «σώμα Χριστού» (qorban). Τα ψωμιά αυτά ήταν ίδια στην όψη με τα ελληνικά πρόσφοραThe Coptic Ourbana and its Wooden Seals: Art, Heritage and Ritual | Rawi Magazine. Οι τρεις αδελφές σηκώθηκαν για να μεταβούν στην πρόθεση, για να μεταλάβουν. Μας έκαναν νόημα να τις ακολουθήσουμε. Μου έκανε εντύπωση πώς οι Κόπτες μας δέχονταν, με τόση άνεση, στον πιο ιερό τους χώρο.
Στο ημίφως της πρόθεσης είδα την Ιμάνι να έχει πέσει στο πάτωμα, μουρμουρίζοντας προσευχές. Ο αμπούνα Μακάριος, τριαντάρης, χαμογελαστός, μας καλωσόρισε. Μας έδειξε τα πρόσφορα, σφραγισμένα με την φράση «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος» στα ελληνικά, και με σταυρούς, που συμβολίζουν τον Ιησού και τους Αποστόλους. «Στο πρόσφορο βάζουμε μαγιά, αλλά δεν προσθέτουμε αλάτι» είπε. Με ρώτησε αν οι Ελληνορθόδοξοι βάζουν – δεν είχα ιδέα, κοίταξα προς την Ήρια που χάζευε την λειτουργία μέσα από το καφασωτό. «Νομίζω ναι» είπα. Στην συνέχεια μας ρώτησε αν κάνουμε κι εμείς το τατουάζ του σταυρού στον καρπό. Η απάντηση πως δεν το κάνουμε γιατί δεν είμαστε μειονότητα και δεν αντιμετωπίζουμε διακρίσεις του φάνηκε ικανοποιητική.
Ήταν σειρά μου να ρωτήσω κάτι. Τον ρώτησα γιατί οι Κόπτες (όπως και οι Αιθίοπες Ορθόδοξοι) περιτέμνονται. «Η περιτομή δεν έχει να κάνει με την σωτηρία, δεν είναι βάπτιση» είπε. «Είναι απλά μια παράδοση που έρχεται από την φαραωνική Αίγυπτο. Σε μας τα αγόρια περιτέμνονται την όγδοη ημέρα μετά την γέννα, ενώ βαπτίζονται την τεσσαρακοστή. Τα κορίτσια βαπτίζονται την ογδοηκοστή ημέρα μετά την γέννα.» Εντελώς απροειδοποίητα, είπε, «Δυστυχώς η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης μας θεωρεί αιρετικούς. Μας λένε μονοφυσίτες. Δεν είμαστε όμως μονο-φυσίτες, αλλά μία-φυσίτες. Δηλαδή, δεν πιστεύουμε πως ο Ιησούς είχε μία μόνο φύση, αλλά πως οι δύο φύσεις του ενώνονται σε μία…»
«Είμαι σίγουρος ότι πρόκειται για φρικτή παρεξήγηση» είπα, μη βρίσκοντας κάτι πιο έξυπνο να πω. Πάντα με μπέρδευαν οι λεπτομέρειες της χριστολογικής διαμάχης. «Ναι, αλλά εμείς θέλουμε η παρεξήγηση να λυθεί. Πρέπει να προσπαθήσουμε όλοι. Δεν είναι κρίμα να είναι οι χριστιανικές εκκλησίες διαιρεμένες; Και στο ενδιάμεσο, μη μας ξεχνάτε! Οι χριστιανοί της Ευρώπης μας έχουν ξεχάσει…»
Ο αμπούνα Μακάριος μας φίλησε εγκάρδια και άρχισε να μεταλαμβάνει τις πιστές, ανάμεσά τους και μία γυναίκα σε προχωρημένη εγκυμοσύνη. Η Ζίζι μας συνόδευσε προς την έξοδο. Στην αυλή, κάποιοι γνωστοί της την χαιρέτισαν. Μας συνέστησε. «Αν σας ενδιαφέρουν οι Κόπτες, πρέπει να επισκεφθείτε την Άνω Αίγυπτο» μου είπε η Νταμιάνα. Γύρω στα τριάντα, ήταν στον ναό με τον άνδρα και τα παιδιά της. «Μην κρίνετε απ’ το Κάιρο. Εκεί είναι τα σοβαρά προβλήματα – οι Κόπτες υφίστανται συνεχή βία. Προσπαθούν να μας κάνουν τον βίο αβίωτο, πιστεύοντας πως έτσι θα εξισλαμιστούμε ή θα μεταναστεύσουμε.»
«Όμως αυτή είναι η χώρα μας, δεν έχουμε καμία διάθεση να φύγουμε» είπε ο σύζυγός της, που λεγόταν Όσιρις. «Σε όλη την Μέση Ανατολή, είμαστε η χριστιανική κοινότητα που είναι περισσότερο προσηλωμένη στον τόπο της και που είχε τις λιγότερες σχέσεις με ξένους. Και τώρα το πληρώνουμε ακριβά: οι μεν συντοπίτες μας θέλουν να μας διώξουν, οι δε ομόθρησκοί μας στο εξωτερικό μας έχουν ξεχάσει. Ευτυχώς, είμαστε σκληροτράχηλοι. Αν δεν είμαστε, θα είχαμε εξαφανιστεί.»
Ακολούθησε ένας καταιγισμός παραπόνων, καθώς και άλλοι παρενέβησαν να εκδηλώσουν την αγανάκτησή τους: «Αν είσαι Κόπτης δεν μπορείς να γίνεις διπλωμάτης», «Το ξέρετε πως στην εθνική ομάδα δεν υπάρχει ούτε ένας Κόπτης;», «Οι χριστιανοί στην Δύση μας έχουν για νεκρούς», «Όλη μας η ζωή είναι γεμάτη περιορισμούς», «Το ξέρετε πως ένας χριστιανός δεν μπορεί να παντρευτεί μουσουλμάνα, αν δεν αλλαξοπιστήσει; Ο Ομάρ Σαρίφ, που εξισλαμίστηκε για να παντρευτεί, δεν ήταν ο μόνος!», «Οι αρχές μας μιλούν για εθνική συναδέλφωση, ενώ συνεχίζουν να αφήνουν αυτούς που μας διώκουν ατιμώρητους.»
«Είδατε κάποια από τα έθιμά μας και τα μνημεία μας. Για να καταλάβετε περισσότερα για τους Κόπτες, όμως πρέπει να δείτε τα μοναστήρια στην έρημο, και την Άνω Αίγυπτο» είπε η Ζίζι. «Ζητήστε από τον αμπούνα Μάξιμους να σας βοηθήσει. Μπορείτε επίσης να πάρετε πολλές πληροφορίες από τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων…» Μου είχε, πράγματι, ανοίξει η όρεξη να μάθω περισσότερα για τους Κόπτες – την ιστορία, την τέχνη τους, τις διακρίσεις που υφίστανται. Μέσα σε μία εβδομάδα, συναντήθηκα με τους Κόπτες υπευθύνους της «Αιγυπτιακής Πρωτοβουλίας για τα Ατομικά Δικαιώματα», ενώ ξεναγήθηκα από τον αμπούνα Μάξιμους στα μοναστήρια της Ερυθράς Θάλασσας. Στα τέλη Ιανουαρίου, έπαιρνα το τρένο για την Άνω Αίγυπτο, γεμάτος αγωνία για το τι θα συναντούσα.
*Η συνέχεια στο Β’ μέρος αυτού του αφιερώματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου