Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΜΑΡΙΑ ΡΕΠΟΥΣΗ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΕΙ ΛΙΓΑ ΛΕΠΤΑ ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Η κυρία Ρεπούση έχει ένα σοβαρό μειονέκτημα. Δε διδάσκεται από τα λάθη της. 
Επιμένει σε δημόσιες τοποθετήσεις που ρίχνουν λάδι στη φωτιά, χωρίς να υπάρχει ουσιαστικός λόγος. Προσπαθεί να καταστήσει αντικείμενα πολιτικής αντιπαράθεσης ζητήματα που αφορούν σε σημαντικά ιστορικά θέματα ή διάφορους παιδαγωγικούς προβληματισμούς.
Το μόνο που πετυχαίνει είναι να εξασφαλίζει λίγα λεπτά τηλεοπτικής δημοσιότητας, να προκαλεί ανούσιες διαμάχες και να ευνοεί αυτούς που την περιμένουν «στη γωνία» για να αρπάξουν την ευκαιρία προς όφελός τους. Κι εξηγούμαι.
Στο παρελθόν, μας απασχόλησε ο περιβόητος «συνωστισμός» στην αποβάθρα της Σμύρνης την ημέρα,
της καταστροφής. Η κυρία Ρεπούση πάσχιζε να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, υποστηρίζοντας ότι στην πραγματικότητα χρησιμοποιήθηκε το ρήμα της λέξης αυτής και μάλιστα, παραδέχτηκε ότι επρόκειτο για μια ατυχή φράση, η οποία διορθώθηκε αμέσως.
Αργότερα, καταπιάστηκε με το Ζάλογγο. Με λίγα λόγια αμφισβήτησε την ύπαρξη αυτού του περιστατικού περιγράφοντάς το ως εθνικό μύθο. Και πάλι, όμως, υπέπεσε σε σοβαρό σφάλμα. Μετέτρεψε ένα ευαίσθητο ιστορικό θέμα σε άνευ ουσίας πολιτική κόντρα. Διότι είναι αδύνατο να μιλήσει κανείς συγκροτημένα και με επιστημονικά τεκμήρια σε ένα τηλεοπτικό πάνελ ή στο Κοινοβούλιο σχετικά με ένα πρόβλημα που απαιτεί έρευνα, μελέτη και κριτική των πηγών με επιστημοσύνη κι όχι με μπακαλίστικη λογική.
Πάντως, στο μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας θεωρείται υπαρκτό το γεγονός της πτώσης στο γκρεμό το 1803, και επισημαίνεται ότι η εξιδανίκευση (ή αλλιώς το εθνικό αφήγημα σύμφωνα με τη Ρεπούση) αφορά στο χορό και στο τραγούδι που γράφτηκε το 1908.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Τις προάλλες προτάθηκε από την ίδια η αντικατάσταση του μαθήματος των Θρησκευτικών από ένα μάθημα Θρησκειολογίας. Επίσης, λίγο αργότερα, χαρακτήρισε τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά νεκρές γλώσσες.
Για το πρώτο ζήτημα: Επιθυμεί οι μαθητές να διδάσκονται μαζί με τα χριστιανικά αφηγήματα και λίγο από Βουδισμό, λίγο από τις Βέδδες κ.λπ., να μαθαίνουν για τους θρησκευτικούς πολέμους που ταλάνισαν την Ευρώπη κι άλλα τέτοια.
Καμία αντίρρηση. Όμως, το τι θα διδάσκεται και πόσο δεν καθορίζεται από την κυρία Ρεπούση. Υπάρχει το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο κι άλλοι ειδικοί φορείς που το αποφασίζουν. Δεν είναι αρμοδιότητα του Κοινοβουλίου. Και επειδή ζούμε σε μια δημοκρατική χώρα, όποιος δεν γουστάρει το μάθημα όπως είναι, προβλέπεται ότι με μια υπεύθυνη δήλωση του κηδεμόνα του μαθητή ή του ιδίου αν είναι ενήλικος, ο μαθητής απαλλάσσεται.
Σχετικά με το δεύτερο ζήτημα: Όντως τα αρχαία ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα. Υπό την έννοια ότι δεν υπάρχουν ζωντανοί ομιλητές της. Παρ’ ολ’ αυτά βλέπουμε ότι υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ της αρχαίας και της νέας ελληνικής. Μπορούμε να μιλήσουμε, δηλαδή, για γλωσσική συνέχεια; Νομίζω ότι και οι δυο όροι (νεκρές γλώσσες, γλωσσική συνέχεια) είναι ιδεολογικά φορτισμένοι. Έτσι, λοιπόν, καλύτερα θα ήταν να πούμε ότι το γλωσσικό παρόν διασώζει όλα εκείνα τα στοιχεία του γλωσσικού παρελθόντος που θεωρεί απαραίτητα για την επικοινωνιακή διαδικασία.
Για τα λατινικά, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ακόμα και σήμερα μιλιούνται στο Βατικανό. Επομένως, δε μπορεί να θεωρηθεί νεκρή γλώσσα, σύμφωνα με τον αρχικό ορισμό που δώσαμε.
Και πάλι, όμως, η κυρία Ρεπούση βρίσκεται σε θέση οφ σάιντ. Τις δυο αυτές γλώσσες τα παιδιά δε τις μαθαίνουν στο σχολείο όπως πχ. μαθαίνουν την αγγλική. Ασχολούνται με την κριτική και το σχολιασμό των κειμένων. Κι έχουμε να κάνουμε με κείμενα, που είναι φορείς ενός λόγου πιο ζωντανού από κάθε άλλο.
Για όλα αυτά, θα της συνιστούσα να αλλάξει σχεδιασμό στην πολιτική τακτική που ακολουθεί. Ή καλύτερα να πάψει να ασχολείται με το σχεδιασμό της επόμενης τηλεοπτικής της εμφάνισης και να αφοσιωθεί σε μια πραγματική πολιτική ρητορική.


Δεν υπάρχουν σχόλια: