Το 1881 , ο Καρλ Μαρξ έγραφε την Κριτική του Προγράμματος της Γκότα , ως απάντηση στην έξαρση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας . Δικαιώθηκε χρόνια μετά , συγκεκριμένα όταν έληξε ο Α ’Παγκόσμιος Πόλεμος , όπου η Γερμανία βίωσε μια εξευτελιστική ήττα με βαρύτατες συνέπειες όχι μόνο για την ίδια αλλά και για ολόκληρο τον πλανήτη .
Η σημαντικότερη από τις προαναφερθείσες συνέπειες ήταν η έξαρση του ναζισμού , αποτέλεσμα της οποίας ήταν ο Β ’Παγκόσμιος πόλεμος με εκατομμύρια νεκρούς προερχόμενους είτε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και του αμάχους , είτε μέσω των ίδιων των στρατιωτών που πολεμούσαν .
Το ιστορικό λάθος λοιπόν των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών να υποχωρήσουν στις αρχές τους και να υποστηρίξουν τις στρατιωτικές δαπάνες του πολέμου , τους κατέστησε εξ ’αμελείας ενόχους στα όσα συνέβησαν μετά την λήξη του μεγάλου πολέμου .
Το πρόγραμμα της Γκότα , υπήρξε σημείο αναφοράς όλων των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών και χάραξε την πολιτική τους πορεία όλη την μεταπολεμική περίοδο μέχρι τη δεκαετία του 1990 . Εκτός όμως από το γερμανικό SPD ,
το οποίο υιοθέτησε την πολιτική της ελεύθερης αγοράς και ενίσχυσε τη φιλελευθεροποίηση του προγράμματος αυτού , στην ίδια γραμμή βάδισαν σχεδόν όλα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης . Παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει το Labour Party των Βρετανών το οποίο άλλαξε ριζικά τις αρχές του περνώντας σε μία νέα πολιτική εποχή .Στην Ελλάδα για ακόμη μια φορά , υπήρξε ριζική καθυστέρηση . Ένα ισχυρό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα απουσίαζε και τα δύο κόμματα που είχαν λάβει αυτό το χαρακτηρισμό δεν παρουσίαζαν κανένα απολύτως κοινό στοιχείο με αυτά της Ευρώπης . Ο λόγος είναι ότι η Ελλάδα δεν οδηγήθηκε ομαλά , στη μεταπολεμική περίοδο . Ο εμφύλιος που ακολούθησε μετά τον πόλεμο ανάμεσα στις δυνάμεις του Εθνικού και του Δημοκρατικού στρατού , είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή του συντηρητικού κράτους των εθνικοφρόνων . Το καθεστώς αυτό οδήγησε σε πλήρη συντηριτικοποίηση της ήδη καθημαγμένης από τους συνεχείς πολέμους ελληνική κοινωνία . Η οποιαδήποτε προσπάθεια διαφοροποίησης και θέσπισης ορισμένων προοδευτικών μέτρων, έβρισε διαρκή εμπόδια .
Το πρώτο κόμμα η Προοδευτική Ένωση Κέντρου , έκανε διαρκείς απόπειρες εκδημοκρατικοποίησης της χώρας , οι οποίες όπως ήταν αναμενόμενο έπεσε στο «κενό» . Αξίζει να αναφερθεί ότι όχι μόνο καταψηφίστηκαν τα μέτρα αμνηστίας που είχαν προταθεί για τους πολιτικούς κρατουμένους , αλλά και οι εκτελέσεις του Νίκου Μπελογιάννη , στελέχους του ΚΚΕ και οκτώ ακόμη κομμουνιστών .
Το δεύτερο η Ένωση Κέντρου του Γεώργιου Παπανδρέου , ασχολήθηκε αποκλειστικά με την ανατροπή του Καραμανλισμού που είχε εξαγριώσει το μεγαλύτερο μέρος της τότε ελληνικής πολιτικής σκηνής . Συσσώρευσε στο εσωτερικό της , πολλά ετερόκλητα στοιχεία .
Έτσι λοιπόν η Ένωση Κέντρου από σοσιαλδημοκρατικό κόμμα μετατράπηκε σε ένα πολιτικό σχήμα χωρίς ταυτότητα αφού κάθε της αρχής μετατρέπονταν συνεχώς από τις πολλές διαφορετικές αντιλήψεις που υπήρχαν . Είχε συμπεριλάβει από φιλοβασιλικούς και προοδευτικούς δεξιούς μέχρι στελέχη της Κομμουνιστικής Αριστεράς .
Η κοινή κάθοδος με τον μετέπειτα πρωθυπουργό της δικτατορίας Σπύρο Μαρκεζίνη αλλά και η ανάθεση της προεδρίας της Βουλής στον Ηλία Τσιριμώκο είναι λίγα από τα στοιχεία που αποδεικνύουν την παραπάνω αντίληψη .
Το πρώτο λοιπόν επίσημο κόμμα που εμφανίστηκε στην Ελλάδα ήταν το ΠΑΣΟΚ . Η ιδρυτική του διακήρυξη της 3ης Σεπτεμβρίου του 1974 , φανερώνει στοιχεία ενός σύγχρονου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος . Η δομή του υποδηλώνει ένα κόμμα μαζών στα πρότυπα της τότε ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας . Το πρόγραμμα της Γκότα εμφανίζεται ξανά επικαιροποιημένο με μία πολύ σημαντική διαφορά . Όταν συντάχθηκε στη Γερμανία λειτούργησε ως ένα συμβιβαστικό πρόγραμμα με σκοπό να καταστείλει την δυναμική του τότε ισχυρού κινήματος που αμφισβητούσε ανοιχτά το σύστημα του καπιταλισμού και αγωνίζονταν για τη διαρκή ανατροπή του . Στην Ελλάδα λειτούργησε ως ένα είδος πολιτικής επανάστασης καθώς βελτίωσε θεαματικά κάθε τομέα της ελληνικής κοινωνίας .
Η οποιαδήποτε σύγκριση πρέπει να γίνεται βάσει των δεδομένων και των πολιτικών και ιστορικών συγκυριών που έχουν οι συγκρινόμενες κοινωνίες. Στη Γερμανία το εργατικό κίνημα είχε ενισχυθεί θεαματικά . Οι συνθήκες εργασίες στις ισχυρές γερμανικές βιομηχανικές μονάδες οι οποίες ήταν άθλιες , αλλά και η αλαζονική πολιτική των Κάιζερ Γουλιέλμου Β’ και Φρειδερίκου Γ’ , οδήγησε τους Γερμανούς εργάτες να αντιλαμβάνονται την αξία της εργατικής τους δύναμης και να διεκδικούν τον έλεγχο των μέσων παραγωγής . Η προσπάθεια καταστολής από τις κεφαλαιοκρατικές και αυτοκρατορικές δυνάμεις είχε «πέσει στο κενό» . Ο περιορισμός της εν λόγω δυναμικής έπρεπε να γίνει εκ των έσω . Η καλύτερη λύση ήταν οι αρχές των Μπερνστάιν και Κάουτσκι γύρω από την μεταρρύθμιση του καπιταλισμού . Ήδη λοιπόν από την αρχή του προγράμματος της Γκότα για τη φύση της εργασίας γίνεται εμφανής . Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και όχι κοινωνική ανάγκη όπως θα έπρεπε να είναι . Μιλώντας για πηγή πλούτου πρακτικά μετατρέπει τον εργάτη σε δούλο αφού δεν αποτελεί πηγή πλούτου για εκείνον αλλά για τον κεφαλαιοκράτη ο οποίος αγοράζει την εργατική δύναμη .
Στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ , προτείνει στη διακήρυξη του μία ριζοσπαστική τομή για τα ελληνικά δεδομένα .
Από την εργασία λόγω της δικτατορίας και της γενικότερης πολιτικής του κράτους των εθνικοφρόνων είχε μετατραπεί σε προνόμιο λίγων . Δυνατότητα αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας είχαν μόνο όσοι διέθεταν πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Ακόμη και για εκείνους όμως η εργασία ήταν χαμηλά αμειβόμενη . Η μεσαία τάξη άνθισε αλλά και πάλι απευθύνονταν σε μία μερίδα συγκεκριμένων ανθρώπων . Στην ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ , κατοχυρώνεται η εργασία ως καθολικό δικαίωμα και όχι ως πηγή πλούτου . Με τον τρόπο αυτό βελτιώνονται αυτόματα οι συνθήκες εργασίας αφού όλοι πια έχουν δικαίωμα εργασίας απαγορεύοντας τις διακρίσεις . Εκτός όμως από το δικαίωμα στην εργασία , κατοχυρώνεται η αποδέσμευση του συνδικαλισμού από την εξουσία και τίθεται στην υπηρεσία συμφερόντων του ελληνικού λαού και όχι των κεφαλαιοκρατών . Το δικαίωμα του συνδικαλισμού χωρίς επιπτώσεις οδηγεί τους εργαζόμενους να διεκδικούν συνεχώς καλύτερες εργασιακές συνθήκες . Η αποδέσμευση του από την εξουσία οδηγεί στην ελευθερία του άρα στη δυνατότητα να επιτευχθεί η παραπάνω διαδικασία . Το πρόγραμμα της Γκότα , υπερασπίζεται τους εργοδότες ενώ η ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη τους εργάτες . Το κοινό τους στοιχείο είναι η μετριοπαθής στάση που υιοθετούν αμφότεροι . Οι αιτίες όμως είναι εντελώς διαφορετικές . Η Γερμανία του 19ου αιώνα , είχε όλες τις απαραίτητες συγκυρίες για να διαψεύσει όλες τις θεωρίες περί της μη ανατροπής του καπιταλισμού ενώ η Ελλάδα είχε σημαντικά πολιτικά προβλήματα . Μετά τον εμφύλιο που είχε φοβίσει αλλά και εγκλωβίσει τον ελληνικό λαό , ακολούθησαν αιματηρά γεγονότα αποκορύφωμα των οποίων ήταν η Απριλιανή δικτατορία . Το κίνημα που είχε συγκροτηθεί είχε εστιάσει την ανατροπή της δικτατορίας είχε ξεπεράσει και τις προσδοκίες και τις δυνατότητες του . Η αποκατάσταση των μεγάλων προβλημάτων που καλούνταν να αντιμετωπίσει η νεοσύστατη ελληνική δημοκρατία ήταν τόσα πολλά που η σκέψη ανατροπής του καπιταλισμού έμοιαζε απόλυτη ουτοπία .
Κοινό τους σημείο είναι η σύσταση του ελεύθερου κράτους με κάποιες ιστορικές διαφορές . Τόσο η Γερμανία όσο και η Ελλάδα βρισκόταν υπό βασιλική διακυβέρνηση . Ο κάιζερ και ο βασιλιάς είχαν την ίδια δεσποτική φυσιογνωμία ενώ στερούσαν από τους πολίτες και των δύο κρατών θεμελιώδη δικαιώματα . Το πρόγραμμα της Γκότα υποστήριζε ένα ελεύθερο γερμανικό κράτος στο οποίο όλοι οι πολίτες θα ήταν ίση μεταχείριση . Ο κυβερνήτης θα ήταν ο καγκελάριος ο οποίος θα εκλέγονταν μέσω εκλογών και όχι από κάποιο κληρονομικό χάρισμα . Στην διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη η παραπάνω αντίληψη συγκεντρώνεται στη φράση δημοκρατική διαδικασία . Πίστευε σε μία ελεύθερη δημοκρατική κοινωνία με αντικειμενικές εκλογικές διαδικασίες . Φυσικά σε μία δημοκρατική κοινωνία δεν μπορούσε να υπάρχει η οποιαδήποτε κληρονομική θέση . Αυτός ήταν και ο λόγος που πίστευε στην αβασίλευτη δημοκρατία και αγωνίστηκε για την απομάκρυνση του με ομαλά μέσα . Το πολιτειακό υποστήριζε πως έπρεπε να λυθεί μέσω δημοψηφίσματος γεγονός για το οποίο λίγους μήνες μετά δικαιώθηκε , αφού η αβασίλευτη δημοκρατία επικράτησε με θεαματικό ποσοστό . Η διαφορά τους με τη Γερμανία βρισκόταν στο επίπεδο δυναμικής . Το ελεύθερο κράτος στο οποίο πίστευαν οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες ήταν το ελάχιστο σε σχέση με τις δυνατότητες που είχαν τότε . Η δημοκρατία στην οποία πίστευαν εξυπηρετούσε μόνο τους κεφαλαιοκράτες και τα συμφέροντα τους εν αντιθέσει με την ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη . Η πίστη σε ένα ελεύθερο κράτος με δημοκρατικές αρχές μετά την δικτατορία του 1967 αλλά και τη βασιλεία η οποία είχε καθιερωθεί στην Ελλάδα πάνω από έναν αιώνα έμοιαζε και εκείνο εξωπραγματικό . Παράλληλα το πρόγραμμα της Γκότα δεν αναφέρει πουθενά το φαινόμενο των αποικιών .
Παράλληλα στο πρόγραμμα της Γκότα γίνεται ξεκάθαρη αναφορά για τη διεθνή συνεργασία όλων των εργατών . Το ΠΑΣΟΚ , το μετέφερε σε κρατικό επίπεδο υποστηρίζοντας την εθνική ανεξαρτησία . Η εθνική ανεξαρτησία θα ήταν εφικτή μέσω της απελευθέρωσης της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και της δυνατότητας της να εφαρμόσει τη δική της εξωτερική πολιτική . Εκεί και είναι η διαφορά με τη Γερμανία . Η ισχυρή θέση στην οποία βρισκόταν , της εξασφάλιζε αυτόματα και την εθνική της ανεξαρτησία . Αυτός ήταν και ο λόγος που είχε στραφεί στη διεθνοποίηση του εργατικού κινήματος έστω και σε μετριοπαθές επίπεδο . Η Ελλάδα όμως δεν είχε επιτύχει ούτε αυτό καθώς από την αρχή που απέκτησε την ανεξαρτησία της και συστήθηκε το ελληνικό κράτος . Πρώτα οι μεγάλες δυνάμεις οι οποίες είχαν τον έλεγχο της ύστερα η ένταξη της στο ΝΑΤΟ , την υποχρέωναν να εφαρμόζει την πολιτική που ευνοούσε τα συμφέροντα τους . Η αφετηρία για να ξεκινήσει η διεθνοποίηση του εργατικού κινήματος ήταν όλα τα κράτη να αποκτήσουν την εθνική τους ανεξαρτησία και στη συνέχεια να προχωρήσει η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής .
Λαμβάνοντας υπόψιν όλες τις πολιτικές και κοινωνικές ιδιομορφίες ανάμεσα στις δύο χώρες γίνεται αντιληπτό ότι η 3η Σεπτέμβρη αποτελεί επικαιροποίηση του προγράμματος της Γκότα . Η μεγάλη τους διαφορά είναι η φύση των δύο προγραμμάτων και οφείλεται στις προαναφερθείσες ιδιομορφίες . Το πρόγραμμα της Γκότα χαρακτηρίζεται από μετριοπάθεια η οποία δεν αντιπροσώπευε τους σοσιαλιστές εκείνης της εποχής ενώ η διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη αποτελεί μια ριζοσπαστική τομή , στην έντονα συντηρητική ελληνική κοινωνία . Η σοσιαλδημοκρατία την οποία όχι μόνο υιοθέτησε το ΠΑΣΟΚ αλλά και εφάρμοσε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του , στάθηκε αρκετή όχι μόνο για να αλλάξει την κατάσταση που επικρατούσε αλλά και να τη βελτιώσει προς το καλύτερο . Χαρακτηριστικά παραδείγματα μπορεί να αποτελέσει η σύσταση του εθνικού συστήματος υγείας το οποίο μετέτρεψε την υγεία από προνόμιο των ολίγων σε καθολικό δικαίωμα όλων των ανθρώπων αλλά και η αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος η οποία βελτίωσε ριζικά το βοιωτικό επίπεδο κάθε κοινωνικής ομάδας .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου