Ο οραματιστής του το είχε πει ξεκάθαρα: «Ναι, μπορούμε. Μπορεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας να ανταποκριθεί, αλλά με την προϋπόθεση ότι είναι πραγματικά εθνικό, ότι είναι σύστημα και ότι είναι υγείας».
Τρεις δεκαετίες μετά τι έχει απομείνει από όλα αυτά;
Ηταν 16 Δεκεμβρίου, το 1983, όταν ψηφίστηκε από τη Βουλή ο πρώτος νόμος για το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ).
Πρόκειται για μία από τις πιο ιστορικές και σημαντικές μεταρρυθμίσεις στον χώρο της Υγείας. Θα φέρει για πάντα ανεξίτηλη τη σφραγίδα τού ΠΑΣΟΚ τού Ανδρέα Παπανδρέου και, βέβαια, του Γεώργιου Γεννηματά, ο οποίος υπήρξε εμπνευστής τού συστήματος, «πατέρας» του. Φυσικά, υπήρξαν κι άλλοι που συνέβαλαν στη θεσμοθέτησή του με τον νόμο 1397/83, όπως ο Παρασκευάς Αυγερινός.
Αυτό το Εθνικό Σύστημα Υγείας,
στο πλαίσιο μεταρρύθμισης και αναβάθμισης της
δημόσιας Υγείας και της λειτουργικής ενοποίησης των δημόσιων υποδομών
περίθαλψης, απέβλεπε στην ιατροφαρμακευτική και νοσηλευτική κάλυψη των αναγκών
του ελληνικού πληθυσμού: μέσω της παροχής δωρεάν υπηρεσιών, με νέα νοσοκομεία,
περιφερειακά και νομαρχιακά -δημιουργία υποδομών και εξοπλισμό τους- ισότιμη
πρόσβαση των πολιτών σε αυτά, Κέντρα Υγείας και τη δημιουργία του ΕΚΑΒ.
Αυτή είναι, συνοπτικά, η ιστορία τού συστήματος που είχε ως στόχο να επιφέρει
τομή στη δημόσια Υγεία της Ελλάδας…
Το χρονολόγιο των προσπαθειών ίασης ενός συστήματος
Περίπου
πενήντα χρόνια πριν από τη θεσμοθέτηση του ΕΣΥ, θα μπορούσαμε να πούμε πως η
πρώτη αντίστοιχη προσπάθεια έλαβε χώρα από την κυβέρνηση Ελευθέριου Βενιζέλου,
1928-1932. Ομως δεν προχώρησε, λόγω οικονομικής δυσπραγίας του κράτους. Ας μην
παραβλέψουμε και την εχθρότητα που επέδειξαν οι ιατρικοί σύλλογοι της εποχής,
όπως και η πανεπιστημιακή ιατρική κοινότητα.
Το νομοθετικό διάταγμα 2592 του 1953, «περί οργανώσεως της ιατρικής αντιλήψεως», είχε ως βασικό στόχο τη δημιουργία μονάδων πρωτοβάθμιας περίθαλψης στην Περιφέρεια. Εκεί, για πρώτη φορά, γίνεται λόγος περί Ενιαίου Λογαριασμού Υγείας – αντίστοιχου του πολύφερνου Εθνικού Φορέα Υγείας, λέγε με ΕΦΥ.
Ο νόμος 3487/1955, «περί κοινωνικής ασφαλίσεως των αγροτών», προέβλεπε την ίδρυση δικτύου «κοινοτικών και αγροτικών ιατρείων» σε όλη τη χώρα.
Το 1960 ακολούθησε η προσπάθεια καθιέρωσης θεσμού οικογενειακού γιατρού από το ΙΚΑ, στα πρότυπα του ιδεώδους βρετανικού συστήματος.
Η επόμενη σοβαρή προσπάθεια πραγματοποιήθηκε στο τέλος της δεκαετίας του ’70 από τον τότε υπουργό Σπύρο Δοξιάδη. Ηταν γιατρός και πολιτικός, με ένα αξιοζήλευτο βιογραφικό: ιδρυτής του κέντρου Βρεφών «Μητέρα», πρωτοπόρος της κοινωνικής παιδιατρικής στην Ελλάδα. Χρημάτισε βουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία, από το 1977 ως το 1981. Ως υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών κατάργησε το προγαμιαίο πιστοποιητικό και το αντικατέστησε με τα Κέντρα Ενημέρωσης. Εγραψε πολλά επιστημονικά έργα και ως υπουργός ξεκίνησε, το 1978, την πρώτη εκστρατεία κατά του καπνίσματος στη χώρα μας και ίδρυσε την Ελληνική Εταιρεία Ιατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, όπως επίσης και την Ελληνική Αντικαπνιστική Εταιρεία. Το 1976, η ιδέα για το ΕΣΥ είχε ήδη «ωριμάσει» από μια ομάδα πρωτοπόρων γιατρών (Παρασκευάς Αυγερινός, Φραγκλίνος Παπαδέλης, Αρης Σισσούρας και άλλων) αλλά και συνδικαλιστών, βλέπε Γεώργιος Γεννηματάς. Το 1977 -στο πλαίσιο του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ για την οικονομία και την κοινωνία -που συνέτασσε η, υπό τον Απόστολο Λάζαρη, επιτροπή προγραμματισμού και ανάπτυξης- διατυπώνεται η αρχή για ένα σύστημα Υγείας: Εκεί, γίνεται αναφορά για Κέντρα Υγείας και νοσοκομεία στα οποία θα υπηρετούν γιατροί πλήρους απασχόλησης, ενώ προβλεπόταν και ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού. Αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν, ακόμα, κυβέρνηση…
Πάντα το 1977, έπειτα από τη σύνοδο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) -στην Alma Ata, την ίδια χρονιά- ο Σπύρος Δοξιάδης ξεκίνησε την προσπάθεια για να ανταποκριθεί στις προτάσεις της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας «υγεία για όλους το 2000». Να οργανώσει, δηλαδή, τις υπηρεσίες Υγείας, μέχρι το -πολύ μακρινό για την εποχή εκείνη- 2000.
Η προσπάθεια του Δοξιάδη συμπυκνώθηκε στην οργάνωση των υπηρεσιών Υγείας και στη λειτουργία των νοσοκομείων, εστιάζοντας στην πρωτοβάθμια φροντίδα – «πρωτοβάθμια περίθαλψη», όπως την ανέφερε. Γενικότερα, πίστεψε κι αγωνίστηκε για ένα νέο σύστημα Υγείας, αλλά βρήκε αρκετούς πολέμιους. Ακόμα και μέσα στο ίδιο του το κόμμα…
Το νομοθετικό διάταγμα 2592 του 1953, «περί οργανώσεως της ιατρικής αντιλήψεως», είχε ως βασικό στόχο τη δημιουργία μονάδων πρωτοβάθμιας περίθαλψης στην Περιφέρεια. Εκεί, για πρώτη φορά, γίνεται λόγος περί Ενιαίου Λογαριασμού Υγείας – αντίστοιχου του πολύφερνου Εθνικού Φορέα Υγείας, λέγε με ΕΦΥ.
Ο νόμος 3487/1955, «περί κοινωνικής ασφαλίσεως των αγροτών», προέβλεπε την ίδρυση δικτύου «κοινοτικών και αγροτικών ιατρείων» σε όλη τη χώρα.
Το 1960 ακολούθησε η προσπάθεια καθιέρωσης θεσμού οικογενειακού γιατρού από το ΙΚΑ, στα πρότυπα του ιδεώδους βρετανικού συστήματος.
Η επόμενη σοβαρή προσπάθεια πραγματοποιήθηκε στο τέλος της δεκαετίας του ’70 από τον τότε υπουργό Σπύρο Δοξιάδη. Ηταν γιατρός και πολιτικός, με ένα αξιοζήλευτο βιογραφικό: ιδρυτής του κέντρου Βρεφών «Μητέρα», πρωτοπόρος της κοινωνικής παιδιατρικής στην Ελλάδα. Χρημάτισε βουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία, από το 1977 ως το 1981. Ως υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών κατάργησε το προγαμιαίο πιστοποιητικό και το αντικατέστησε με τα Κέντρα Ενημέρωσης. Εγραψε πολλά επιστημονικά έργα και ως υπουργός ξεκίνησε, το 1978, την πρώτη εκστρατεία κατά του καπνίσματος στη χώρα μας και ίδρυσε την Ελληνική Εταιρεία Ιατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, όπως επίσης και την Ελληνική Αντικαπνιστική Εταιρεία. Το 1976, η ιδέα για το ΕΣΥ είχε ήδη «ωριμάσει» από μια ομάδα πρωτοπόρων γιατρών (Παρασκευάς Αυγερινός, Φραγκλίνος Παπαδέλης, Αρης Σισσούρας και άλλων) αλλά και συνδικαλιστών, βλέπε Γεώργιος Γεννηματάς. Το 1977 -στο πλαίσιο του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ για την οικονομία και την κοινωνία -που συνέτασσε η, υπό τον Απόστολο Λάζαρη, επιτροπή προγραμματισμού και ανάπτυξης- διατυπώνεται η αρχή για ένα σύστημα Υγείας: Εκεί, γίνεται αναφορά για Κέντρα Υγείας και νοσοκομεία στα οποία θα υπηρετούν γιατροί πλήρους απασχόλησης, ενώ προβλεπόταν και ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού. Αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν, ακόμα, κυβέρνηση…
Πάντα το 1977, έπειτα από τη σύνοδο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) -στην Alma Ata, την ίδια χρονιά- ο Σπύρος Δοξιάδης ξεκίνησε την προσπάθεια για να ανταποκριθεί στις προτάσεις της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας «υγεία για όλους το 2000». Να οργανώσει, δηλαδή, τις υπηρεσίες Υγείας, μέχρι το -πολύ μακρινό για την εποχή εκείνη- 2000.
Η προσπάθεια του Δοξιάδη συμπυκνώθηκε στην οργάνωση των υπηρεσιών Υγείας και στη λειτουργία των νοσοκομείων, εστιάζοντας στην πρωτοβάθμια φροντίδα – «πρωτοβάθμια περίθαλψη», όπως την ανέφερε. Γενικότερα, πίστεψε κι αγωνίστηκε για ένα νέο σύστημα Υγείας, αλλά βρήκε αρκετούς πολέμιους. Ακόμα και μέσα στο ίδιο του το κόμμα…
Η δεκαετία που γιάτρεψε την Υγεία
Φτάνουμε στο 1981, όπου ο Παρασκευάς Αυγερινός δεν μετείχε στις εκλογές εκείνου του Οκτωβρίου, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ τα σάρωσε όλα και αναδείχτηκε πρώτο κόμμα, ήρθε η «Αλλαγή» στην Ελλάδα. Παρά το ότι ο Αυγερινός ήταν εξωκοινοβουλευτικός, ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναγνωρίζοντας την προσφορά του, τον όρισε πρώτο υπουργό Υγείας. Ο Αυγερινός σήκωσε μανίκια – και δεν αποτελεί κλισέ, αφού με τους συνεργάτες του ρίχτηκε αμέσως στη δουλειά. Η Ελλάδα ερχόταν πιο κοντά στο όραμα του Γεώργιου Γεννηματά. Πέρασαν 13 μήνες και έτσι, τον Δεκέμβριο του 1982, το σχέδιο νόμου για το ΕΣΥ είχε ετοιμαστεί και δόθηκε στους ενδιαφερόμενους προκειμένου να δηλώσουν τις απόψεις τους. Ηταν Φεβρουάριος του 1983 και ο Αυγερινός, στο υπουργικό συμβούλιο, ζήτησε να κατατεθεί στη Βουλή το έτοιμο νομοσχέδιο και να προωθηθεί για ψήφιση. Ομως, αυτό το αίτημα δεν προχώρησε, επειδή υπήρξαν πολλές αντίθετες απόψεις επί του θέματος – εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ. Για παράδειγμα, ο Μένιος Κουτσόγιωργας -από την αρχή ήταν αντίθετος- εισηγήθηκε στον Ανδρέα να αδρανοποιηθεί το νομοσχέδιο επειδή «γιατροί, φαρμακοποιοί, φαρμακοβιομήχανοι και πολλοί άλλοι, θα φύγουν από το ΠΑΣΟΚ». Τον Μάρτιο ο Αυγερινός επανήλθε στο αίτημα της κατάθεσης, του ζητήθηκε, όμως, να ετοιμάσει ένα νέο σχετικό σχέδιο, στο οποίο θα συμμετείχαν πρόσωπα που του υποδείχθηκαν. Προς τιμήν του το αρνήθηκε, οπότε ορίστηκαν 15-20 βουλευτές και 2-3 εξωκοινοβουλευτικοί – γιατροί, στην πλειονότητά τους. Να σημειωθεί πως οι περισσότεροι από αυτούς ήταν όχι μόνο αρνητικοί, αλλά εχθρικοί απέναντι στο νομοσχέδιο. Ο Αυγερινός κλήθηκε σε τρεις συνεδριάσεις τους και εκεί του ζήτησαν -επιμόνως- να διαγράψει τα, κατά εκείνους, «ενοχλητικά» εδάφια τού νομοσχεδίου. Ο Παρασκευάς Αυγερινός, βιώνοντας μία από τις πιο μαύρες στιγμές απέναντι στο κόμμα του, επέμεινε ότι το νομοσχέδιο για την Υγεία αποτελεί δέσμευση του ΠΑΣΟΚ, ότι το είχαν εξαγγείλει και δεν μπορούσαν να το πάρουν πίσω, το περιμένει ο ελληνικός λαός και αυτό αποτελούσε πολιτική υποχρέωση για το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα. Του απάντησαν πως «δεν έχουν ωριμάσει ακόμη οι συνθήκες», «θα είναι μεγάλο το κόστος επειδή οι γιατροί δεν θα ξαναψηφίσουν ΠΑΣΟΚ», «δεν θα το στηρίξει ο πολιτικός κόσμος» κ.λπ.
Επειτα από δυο μήνες, τον Μάιο του 1983, από την καθυστέρηση της κατάθεσης και τον φόβο απόσυρσης του νομοσχεδίου για το ΕΣΥ, ξεκίνησε μια θύελλα αντιδράσεων: από τον Τύπο, τα εργατικά συνδικάτα, τον υγειονομικό κόσμο, το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ, τους συνδικαλιστές του, αλλά και από ισχυρές ομάδες γιατρών που στήριξαν την προσπάθεια δυναμικότατα. Ετσι, κανένας κυβερνητικός ή άλλο στέλεχος δεν μπορούσε, πια, να δικαιολογήσει την καθυστέρηση της κατάθεσης του νομοσχεδίου για το ΕΣΥ. Βρήκαν και καλή δικαιολογία: ότι, επιτέλους, κάμφθηκαν οι αντιρρήσεις από το υπουργείο Οικονομικών!
Τον Δεκέμβριο του 1983 ήρθε στη Βουλή και πάρα πολλοί έσπευσαν να το υπερασπιστούν. Ο Γιάννης Αλευράς, όμως, που ήταν τότε πρόεδρος του Κοινοβουλίου, κατέβηκε από την έδρα και ως απλός βουλευτής, όπως είπε, δήλωσε πως «αν ψηφιστεί το άρθρο 16 θα κατεβώ στο πεζοδρόμιο επικεφαλής του τραπεζικού χώρου για την ανατροπή αυτού του νόμου». Αυτό το άρθρο προέβλεπε την ενοποίηση των Ταμείων Υγείας και -όπως και τώρα, έτσι και τότε- το συνδικάτο των υπαλλήλων της Τραπέζης Ελλάδος προάσπιζε τα προνόμιά του…
Φτάνουμε στο 1981, όπου ο Παρασκευάς Αυγερινός δεν μετείχε στις εκλογές εκείνου του Οκτωβρίου, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ τα σάρωσε όλα και αναδείχτηκε πρώτο κόμμα, ήρθε η «Αλλαγή» στην Ελλάδα. Παρά το ότι ο Αυγερινός ήταν εξωκοινοβουλευτικός, ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναγνωρίζοντας την προσφορά του, τον όρισε πρώτο υπουργό Υγείας. Ο Αυγερινός σήκωσε μανίκια – και δεν αποτελεί κλισέ, αφού με τους συνεργάτες του ρίχτηκε αμέσως στη δουλειά. Η Ελλάδα ερχόταν πιο κοντά στο όραμα του Γεώργιου Γεννηματά. Πέρασαν 13 μήνες και έτσι, τον Δεκέμβριο του 1982, το σχέδιο νόμου για το ΕΣΥ είχε ετοιμαστεί και δόθηκε στους ενδιαφερόμενους προκειμένου να δηλώσουν τις απόψεις τους. Ηταν Φεβρουάριος του 1983 και ο Αυγερινός, στο υπουργικό συμβούλιο, ζήτησε να κατατεθεί στη Βουλή το έτοιμο νομοσχέδιο και να προωθηθεί για ψήφιση. Ομως, αυτό το αίτημα δεν προχώρησε, επειδή υπήρξαν πολλές αντίθετες απόψεις επί του θέματος – εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ. Για παράδειγμα, ο Μένιος Κουτσόγιωργας -από την αρχή ήταν αντίθετος- εισηγήθηκε στον Ανδρέα να αδρανοποιηθεί το νομοσχέδιο επειδή «γιατροί, φαρμακοποιοί, φαρμακοβιομήχανοι και πολλοί άλλοι, θα φύγουν από το ΠΑΣΟΚ». Τον Μάρτιο ο Αυγερινός επανήλθε στο αίτημα της κατάθεσης, του ζητήθηκε, όμως, να ετοιμάσει ένα νέο σχετικό σχέδιο, στο οποίο θα συμμετείχαν πρόσωπα που του υποδείχθηκαν. Προς τιμήν του το αρνήθηκε, οπότε ορίστηκαν 15-20 βουλευτές και 2-3 εξωκοινοβουλευτικοί – γιατροί, στην πλειονότητά τους. Να σημειωθεί πως οι περισσότεροι από αυτούς ήταν όχι μόνο αρνητικοί, αλλά εχθρικοί απέναντι στο νομοσχέδιο. Ο Αυγερινός κλήθηκε σε τρεις συνεδριάσεις τους και εκεί του ζήτησαν -επιμόνως- να διαγράψει τα, κατά εκείνους, «ενοχλητικά» εδάφια τού νομοσχεδίου. Ο Παρασκευάς Αυγερινός, βιώνοντας μία από τις πιο μαύρες στιγμές απέναντι στο κόμμα του, επέμεινε ότι το νομοσχέδιο για την Υγεία αποτελεί δέσμευση του ΠΑΣΟΚ, ότι το είχαν εξαγγείλει και δεν μπορούσαν να το πάρουν πίσω, το περιμένει ο ελληνικός λαός και αυτό αποτελούσε πολιτική υποχρέωση για το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα. Του απάντησαν πως «δεν έχουν ωριμάσει ακόμη οι συνθήκες», «θα είναι μεγάλο το κόστος επειδή οι γιατροί δεν θα ξαναψηφίσουν ΠΑΣΟΚ», «δεν θα το στηρίξει ο πολιτικός κόσμος» κ.λπ.
Επειτα από δυο μήνες, τον Μάιο του 1983, από την καθυστέρηση της κατάθεσης και τον φόβο απόσυρσης του νομοσχεδίου για το ΕΣΥ, ξεκίνησε μια θύελλα αντιδράσεων: από τον Τύπο, τα εργατικά συνδικάτα, τον υγειονομικό κόσμο, το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ, τους συνδικαλιστές του, αλλά και από ισχυρές ομάδες γιατρών που στήριξαν την προσπάθεια δυναμικότατα. Ετσι, κανένας κυβερνητικός ή άλλο στέλεχος δεν μπορούσε, πια, να δικαιολογήσει την καθυστέρηση της κατάθεσης του νομοσχεδίου για το ΕΣΥ. Βρήκαν και καλή δικαιολογία: ότι, επιτέλους, κάμφθηκαν οι αντιρρήσεις από το υπουργείο Οικονομικών!
Τον Δεκέμβριο του 1983 ήρθε στη Βουλή και πάρα πολλοί έσπευσαν να το υπερασπιστούν. Ο Γιάννης Αλευράς, όμως, που ήταν τότε πρόεδρος του Κοινοβουλίου, κατέβηκε από την έδρα και ως απλός βουλευτής, όπως είπε, δήλωσε πως «αν ψηφιστεί το άρθρο 16 θα κατεβώ στο πεζοδρόμιο επικεφαλής του τραπεζικού χώρου για την ανατροπή αυτού του νόμου». Αυτό το άρθρο προέβλεπε την ενοποίηση των Ταμείων Υγείας και -όπως και τώρα, έτσι και τότε- το συνδικάτο των υπαλλήλων της Τραπέζης Ελλάδος προάσπιζε τα προνόμιά του…
Η επόμενη μέρα της Υγείας
Ο Παρασκευάς Αυγερινός έμεινε ως υπουργός Υγείας της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι και τις 17 Ιανουαρίου 1984 – ανάμεσα στα υπόλοιπα είχε προχωρήσει και στη σύσταση του υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, αφού είχε καταργήσει το υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών. Ο Γεώργιος Γεννηματάς ήταν ο επόμενος αντίστοιχος υπουργός: Η πρώτη του θητεία έληξε στις 5 Ιουνίου 1985 και αμέσως, την ίδια ημέρα, ξεκίνησε η επόμενη – μέχρι τις 26 Ιουλίου 1985. Με το ξεκίνημά του είχε καταργήσει το υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας και προέβη στη σύσταση του υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Εμεινε σε αυτή τη θέση μέχρι τις 5 Φεβρουαρίου 1987. Ο Γεννηματάς θεωρείται «πατέρας» του ΕΣΥ επειδή οι τομές που έκανε στον χώρο της Υγείας ήταν τολμηρές, αλλά και αποτελεσματικές. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε πολλά. Και μόνο το ότι άνοιξαν πολλά νοσοκομεία στην περιφέρεια, ενώ είχαν περίθαλψη και οι φτωχοί άνθρωποι που πέθαιναν στο σπίτι γιατί δεν είχαν χρήματα, ήταν αρκετό. Η προσπάθειά του και, αντίστοιχα, η έλλειψή του σε αυτή τη θέση φάνηκε έναν χρόνο αργότερα, από τη στιγμή που δεν ήταν, πια, υπουργός Υγείας. Το 1988 δεν υλοποιήθηκαν οι διατάξεις για να γίνουν ενιαίες οι μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας, όπως και η δημιουργία των Κέντρων Υγείας αστικού τύπου. Και να φανταστείτε, υπήρχε ομόφωνη αποδοχή από την ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας των προτάσεων της ειδικής επιτροπής «για την επέκταση του προγράμματος στα αστικά κέντρα και την ένταξη των υπηρεσιών υγείας του ΙΚΑ στο ΕΣΥ». Κι ας υπήρχαν, επίσης, και οι δεσμεύσεις των κομμάτων που συμμετείχαν στην οικουμενική κυβέρνηση, το 1989, για βελτίωση της λειτουργίας των Κέντρων Υγείας.
Ο Παρασκευάς Αυγερινός έμεινε ως υπουργός Υγείας της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι και τις 17 Ιανουαρίου 1984 – ανάμεσα στα υπόλοιπα είχε προχωρήσει και στη σύσταση του υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, αφού είχε καταργήσει το υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών. Ο Γεώργιος Γεννηματάς ήταν ο επόμενος αντίστοιχος υπουργός: Η πρώτη του θητεία έληξε στις 5 Ιουνίου 1985 και αμέσως, την ίδια ημέρα, ξεκίνησε η επόμενη – μέχρι τις 26 Ιουλίου 1985. Με το ξεκίνημά του είχε καταργήσει το υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας και προέβη στη σύσταση του υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Εμεινε σε αυτή τη θέση μέχρι τις 5 Φεβρουαρίου 1987. Ο Γεννηματάς θεωρείται «πατέρας» του ΕΣΥ επειδή οι τομές που έκανε στον χώρο της Υγείας ήταν τολμηρές, αλλά και αποτελεσματικές. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε πολλά. Και μόνο το ότι άνοιξαν πολλά νοσοκομεία στην περιφέρεια, ενώ είχαν περίθαλψη και οι φτωχοί άνθρωποι που πέθαιναν στο σπίτι γιατί δεν είχαν χρήματα, ήταν αρκετό. Η προσπάθειά του και, αντίστοιχα, η έλλειψή του σε αυτή τη θέση φάνηκε έναν χρόνο αργότερα, από τη στιγμή που δεν ήταν, πια, υπουργός Υγείας. Το 1988 δεν υλοποιήθηκαν οι διατάξεις για να γίνουν ενιαίες οι μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας, όπως και η δημιουργία των Κέντρων Υγείας αστικού τύπου. Και να φανταστείτε, υπήρχε ομόφωνη αποδοχή από την ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας των προτάσεων της ειδικής επιτροπής «για την επέκταση του προγράμματος στα αστικά κέντρα και την ένταξη των υπηρεσιών υγείας του ΙΚΑ στο ΕΣΥ». Κι ας υπήρχαν, επίσης, και οι δεσμεύσεις των κομμάτων που συμμετείχαν στην οικουμενική κυβέρνηση, το 1989, για βελτίωση της λειτουργίας των Κέντρων Υγείας.
Οι
παρεμβάσεις στον τομέα της υγείας συνεχίστηκαν, ουσιαστικά, με την υιοθέτηση
του Ν. 2519/1997 για την «Ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του Εθνικού Συστήματος
Υγείας, οργάνωση των υγειονομικών υπηρεσιών, ρυθμίσεις για το φάρμακο και άλλες
διατάξεις». 4 χρόνια αργότερα υπήρξε η υιοθέτηση του Ν. 2889/2001 «Βελτίωση και
εκσυγχρονισμός του Εθνικού Συστήματος Υγείας και άλλες διατάξεις» και του Ν.
2955/2001 «Προμήθειες Νοσοκομείων και λοιπών μονάδων υγείας των ΠεΣΥ και άλλες
διατάξεις». Ο Ν.2889/01 εισήγαγε σημαντικές τροποποιήσεις στην οργανωτική
διάρθρωση του συστήματος Υγείας, αφού προχώρησε και στην ίδρυση των
Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (ΠεΣΥ) – δηλαδή, αποκεντρωμένα νομικά πρόσωπα
δημοσίου δικαίου που εποπτεύουν όλα τα νοσηλευτικά ιδρύματα του ΕΣΥ.
Το ΕΣΥ σήμερα
Τι
ήθελε ο Γεννηματάς να σημαίνει ΕΣΥ, πέραν της επεξήγησης των αρχικών του;
Εθνικό, δηλαδή ολοκληρωμένο σύστημα που θα καλύπτει τις ανάγκες όλων των
πολιτών, σε πανεθνικό επίπεδο.
Σύστημα, σύνολο μονάδων και υπηρεσιών που θα έχουν λειτουργική σύνδεση μεταξύ τους και συνεργασία, με στόχο την προστασία της υγείας των πολιτών.
Υγείας, ένα σύστημα που δεν θα εστιάζει μόνο στην αντιμετώπιση της αρρώστιας, αλλά και στην πρόληψη και στην προαγωγή της υγείας των πολιτών, με κορωνίδα την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Ο ίδιος, είχε πει: «Ναι, μπορούμε. Μπορεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας να ανταποκριθεί, αλλά με την προϋπόθεση ότι είναι πραγματικά εθνικό, ότι είναι σύστημα και ότι είναι υγείας».
Σύστημα, σύνολο μονάδων και υπηρεσιών που θα έχουν λειτουργική σύνδεση μεταξύ τους και συνεργασία, με στόχο την προστασία της υγείας των πολιτών.
Υγείας, ένα σύστημα που δεν θα εστιάζει μόνο στην αντιμετώπιση της αρρώστιας, αλλά και στην πρόληψη και στην προαγωγή της υγείας των πολιτών, με κορωνίδα την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Ο ίδιος, είχε πει: «Ναι, μπορούμε. Μπορεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας να ανταποκριθεί, αλλά με την προϋπόθεση ότι είναι πραγματικά εθνικό, ότι είναι σύστημα και ότι είναι υγείας».
Το ΕΣΥ,
από ένα άκρως λειτουργικό σύστημα δια χειρός Γεννηματά, κατάντησε ένα
συνονθύλευμα ασυντόνιστων υπηρεσιών. Την ίδια στιγμή, σήμερα, «ασθενεί» από
δεκάδες προβλήματα. Ο ΕΟΠΥΥ παρουσιάζει «μαύρη τρύπα» ύψους 1,8 δισ. ευρώ.
Τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας λειτουργούν υπό συνθήκες «ασφυξίας», με «κουρεμένους» προϋπολογισμούς, αποδεκατισμένο προσωπικό – που δεν μπορεί να πάρει ούτε ρεπό- και σοβαρές ελλείψεις σε υλικά. Την τελευταία δεκαετία το προσωπικό στα δημόσια νοσοκομεία και στα Κέντρα Υγείας μειώθηκε κατά 17.000 άτομα, εξαιτίας των συνταξιοδοτήσεων και του «παγώματος» των προσλήψεων. Ναι, το ΕΣΥ βγαίνει στη σύνταξη: Το 70% των γιατρών που στηρίζει το σύστημα όλα αυτά τα χρόνια έχει «γεράσει» βιολογικά και επαγγελματικά και περιμένει την αναγκαστική συνταξιοδότησή του. Την ίδια ώρα, ο αριθμός των ασθενών έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ σε ανοδική τροχιά είναι και ο αριθμός των ανασφάλιστων πολιτών. Οι περισσότερες κλινικές λειτουργούν με διευθυντές και ειδικευόμενους. Σε αυτά, ας προσθέσουμε την ανεξέλεγκτη διαρροή πόρων προς τον ιδιωτικό τομέα μέσω συμβάσεων και από την κοινωνική ασφάλιση, τη σκόπιμη υπερσυνταγογράφηση με ακριβά φάρμακα -«καλώς ήρθες, γενόσημο- την υπερτιμολόγηση των προμηθειών και την κατασπατάληση των υλικών που επιδείνωσαν την οικονομική κατάσταση των νοσοκομείων.
Ποιος ξεχνά, επίσης, τα «φακελάκια», τα ράντζα σε διαδρόμους, τα ιατρικά λάθη που στοίχισαν ζωές, τον ανούσιο συνδικαλισμό ή ότι δεν υπάρχουν καύσιμα για να κινηθούν τα ασθενοφόρα;
Υπό μια άλλη οπτική, όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και τις υπερπροσπάθειες του προσωπικού να παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, χωρίς ούτε καν γάζες. Αν κάνετε μια επίσκεψη σε ημέρα γενικής εφημερίας, σε κάποιο δημόσιο νοσοκομείο, θα έρθετε πρόσωπο με πρόσωπο με την αυταπάρνηση πολλών εργαζομένων και την άοκνη προσπάθεια, υπό αντίξοες συνθήκες, να βοηθήσουν τους ασθενείς.
Τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας λειτουργούν υπό συνθήκες «ασφυξίας», με «κουρεμένους» προϋπολογισμούς, αποδεκατισμένο προσωπικό – που δεν μπορεί να πάρει ούτε ρεπό- και σοβαρές ελλείψεις σε υλικά. Την τελευταία δεκαετία το προσωπικό στα δημόσια νοσοκομεία και στα Κέντρα Υγείας μειώθηκε κατά 17.000 άτομα, εξαιτίας των συνταξιοδοτήσεων και του «παγώματος» των προσλήψεων. Ναι, το ΕΣΥ βγαίνει στη σύνταξη: Το 70% των γιατρών που στηρίζει το σύστημα όλα αυτά τα χρόνια έχει «γεράσει» βιολογικά και επαγγελματικά και περιμένει την αναγκαστική συνταξιοδότησή του. Την ίδια ώρα, ο αριθμός των ασθενών έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ σε ανοδική τροχιά είναι και ο αριθμός των ανασφάλιστων πολιτών. Οι περισσότερες κλινικές λειτουργούν με διευθυντές και ειδικευόμενους. Σε αυτά, ας προσθέσουμε την ανεξέλεγκτη διαρροή πόρων προς τον ιδιωτικό τομέα μέσω συμβάσεων και από την κοινωνική ασφάλιση, τη σκόπιμη υπερσυνταγογράφηση με ακριβά φάρμακα -«καλώς ήρθες, γενόσημο- την υπερτιμολόγηση των προμηθειών και την κατασπατάληση των υλικών που επιδείνωσαν την οικονομική κατάσταση των νοσοκομείων.
Ποιος ξεχνά, επίσης, τα «φακελάκια», τα ράντζα σε διαδρόμους, τα ιατρικά λάθη που στοίχισαν ζωές, τον ανούσιο συνδικαλισμό ή ότι δεν υπάρχουν καύσιμα για να κινηθούν τα ασθενοφόρα;
Υπό μια άλλη οπτική, όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και τις υπερπροσπάθειες του προσωπικού να παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, χωρίς ούτε καν γάζες. Αν κάνετε μια επίσκεψη σε ημέρα γενικής εφημερίας, σε κάποιο δημόσιο νοσοκομείο, θα έρθετε πρόσωπο με πρόσωπο με την αυταπάρνηση πολλών εργαζομένων και την άοκνη προσπάθεια, υπό αντίξοες συνθήκες, να βοηθήσουν τους ασθενείς.
Ο
Γιώργος Γεννηματάς πέθανε στην Αθήνα -στις 25 Απριλίου 1994- και πολλά
νοσηλευτικά ιδρύματα στην Ελλάδα φέρουν το όνομά του. Ετσι, δεν πρόλαβε να δει
ότι σήμερα ελάχιστα έχουν απομείνει ζωντανά από το όραμά του. Θεμελιώδη
στοιχεία -που νομοθετήθηκαν εκείνον τον Δεκέμβριο του 1983- δεν εφαρμόζονται
πλέον και το ΕΣΥ του νόμου 1397 είναι, πλέον, μακρινό, ανίατο όνειρο.
Περαστικά μας…
Περαστικά μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου