Σαράντης Μιχαλόπουλος Κάτοικος Ιτέας
Στα συμπεράσματα της πρόσφατης Συνόδου της Ε.Ε. περιλήφθηκε και μία αναφορά στο μεταναστευτικό (ουσιαστικά προσφυγικό – μεταναστευτικό), η οποία έλεγε :
«Η ΕΕ είναι επίσης έτοιμη να συνεχίσει «να χορηγεί οικονομική
βοήθεια στους Σύριους πρόσφυγες και τις κοινότητες που φιλοξενούνται στην
Τουρκία» και «να συνεργάζεται» με την κυβέρνηση στην Άγκυρα «για την υπεύθυνη
διαχείριση των μεταναστευτικών ροών προς τα κράτη-μέλη» και «τη μάχη εναντίον
των δικτύων διακινητών μεταναστών».
Εδώ υπάρχουν τρία διακεκριμένα ζητήματα. Το πρώτο είναι το
προσφυγικό (γενικά αλλά και ειδικά, λόγω του πολέμου στη Συρία), δεύτερο είναι
το μεταναστευτικό σαν παγκόσμιο φαινόμενο και τρίτο είναι το μεταναστευτικό που
αφορά ειδικά την Ε.Ε.
Όπως γνωρίζουμε, «Πρόσφυγας ονομάζεται, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες,
κάθε άνθρωπος που φεύγει χωρίς την θέληση του έξω από το κράτος του οποίου είναι πολίτης, εξαιτίας δικαιολογημένου φόβου ότι εκεί θα υποστεί διωγμούς λόγω της θρησκείας ή του πολέμου ή ακόμα και εξαιτίας της ιδιότητάς του ως μέλος μιας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή των πολιτικών του απόψεων (πολιτικός πρόσφυγας), και επιπλέον του είναι αδύνατο να εξασφαλίσει προστασία από τη χώρα του ή, εξαιτίας του φόβου αυτού, δεν επιθυμεί να τεθεί υπό αυτή την προστασία».Υπό την έννοια αυτή, υπαίτιες για το προσφυγικό
είναι εκείνες οι χώρες που εμπλέκονται σε πολεμικές συγκρούσεις ή καθεστώτα
δικτατορικά, τα οποία θέτουν υπό διωγμό ομάδες του πληθυσμού. Το προσφυγικό όμως
είναι πρωτίστως θέμα παγκόσμιο, σαν ανθρωπιστική αντίληψη, και όχι θέμα εκείνων
μόνο των χωρών που δέχονται τα κύματα των προσφύγων.
Ένα εντελώς ξεχωριστό θέμα είναι το
μεταναστευτικό, δηλαδή η μετακίνηση ανθρώπων προς χώρες υψηλότερου βιοτικού
επιπέδου, προς αναζήτηση εργασίας. Επειδή προορισμός των οικονομικών μεταναστών
είναι συγκεκριμένες χώρες, είναι εύλογο το μεταναστευτικό να απασχολεί
πρωτίστως αυτές.
Δυστυχώς τα δύο αυτά θέματα σε κάποιες
περιπτώσεις, όπως εμφανώς συμβαίνει με τις ροές από Τουρκία προς Ε.Ε., μπλέκονται
μεταξύ τους, καθώς, οι μεν πρόσφυγες έχουν σαν κύριο αίτημα την χορήγηση
ασύλου, οι δε μετανάστες, όταν γνωρίζουν ότι δεν θα γίνουν δεκτοί ως τέτοιοι
στη χώρα που τους ενδιαφέρει, καταφεύγουν στο «κόλπο» να δηλώνουν πρόσφυγες,
ώστε να μην απελαθούν.
Η Ε.Ε. , με την σχετική αναφορά στα
συμπεράσματα της τελευταίας Συνόδου, φαίνεται να ενδιαφέρεται, αφενός για τους
πρόσφυγες τους προερχόμενους από τη Συρία, αφετέρου δε για μετανάστες που
έρχονται μέσω Τουρκίας και θέλουν να πάνε σε χώρες της Ευρώπης, πολλές από τις
οποίες είναι μέλη της Ε.Ε.
Για τους Σύριους πρόσφυγες, είναι γεγονός ότι η
Τουρκία, σαν πρώτη χώρα υποδοχής, «φιλοξενεί» σήμερα ένα πολύ μεγάλο αριθμό. Η
Ε.Ε. παρέχει σημαντική οικονομική βοήθεια στην Τουρκία για να ανταπεξέλθει η
τελευταία στο κόστος «διαχείρισης» αυτών των προσφύγων. Από την άλλη μεριά,
μέσω της Τουρκίας, ένας επίσης μεγάλος αριθμός μεταναστών επιχειρεί να
κατευθυνθεί προς χώρες της Ε.Ε.
Εδώ ανακύπτουν ορισμένα ερωτήματα.
1. Είναι η Ε.Ε.
υπεύθυνη για τον πόλεμο στη Συρία, που δημιούργησε το συγκεκριμένο προσφυγικό
κύμα ;
2. Αν αυτός ο
πόλεμος ήταν ένας εμφύλιος πόλεμος, που όμως τα αντιμαχόμενα μέρη
υποστηρίχτηκαν από ξένες δυνάμεις, δεν είναι αυτές οι τελευταίες, περισσότερο
από κάθε άλλη χώρα, υπεύθυνες να αναλάβουν, πρωτίστως αυτές, το κόστος του
προσφυγικού που προέκυψε και από τη δική τους εμπλοκή ; Δίνουν άραγε και αυτές
κάποια οικονομική βοήθεια στην Τουρκία, όπως δίνει η τυπικά αμέτοχη στον πόλεμο
Ε.Ε. ;
3. Η Τουρκία, με
δική της πρωτοβουλία και θέληση, εισέβαλε στην Συρία και σήμερα κατέχει ένα
μέρος του εδάφους της τελευταίας. Αυτό από μόνο του δημιούργησε πρόσθετες
προσφυγικές ροές. Πως αυτό συμβιβάζεται με βοήθεια της Τουρκίας από την Ε.Ε. ;
Μήπως έχουν υπάρξει και άλλες «κοινότητες» προσφύγων (π.χ. Κούρδοι) σε άλλες
χώρες που χρειάζονται και αυτές οικονομική βοήθεια ;
4. Η
προαναφερθείσα Σύμβαση της Γενεύης προβλέπει εξέταση της αίτησης ασύλου ενός
πρόσφυγα στην πρώτη χώρα υποδοχής. Γίνεται άραγε αυτό, ή η Τουρκία απλώς
«παρεμβάλλεται» στη διαδρομή των προσφύγων προς χώρες της Ε.Ε., στις οποίες οι
τελευταίοι θέλουν να φθάσουν ; Γιατί τέτοιες αιτήσεις να εξετάζονται στην
Ελλάδα, όταν οι πρόσφυγες που φθάνουν στη χώρα μας προέρχονται από την Τουρκία,
στην οποία έχουν διαμείνει, χωρίς όμως να έχει γίνει από την πλευρά της
Τουρκίας καμία ενέργεια εξέτασης αίτησης ασύλου ;
5. Υπάρχει ή όχι
εμπλοκή του ΟΗΕ στην αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προσφυγικού ζητήματος ;
Υπάρχει μήπως χρηματοδότηση και από τον ΟΗΕ προς την Τουρκία, παράλληλα με
αυτήν της Ε.Ε. ;
6. Στην Ελλάδα
φθάνει ένα μίγμα προσφύγων και οικονομικών μεταναστών. Όλοι αυτοί έρχονται μέσω
Τουρκίας, με τη συμμετοχή κυκλωμάτων «διακινητών». Η Ε.Ε. εύλογα ενδιαφέρεται
για το κομμάτι που σχετίζεται τις μεταναστευτικές ροές, καθώς αυτό την αφορά
άμεσα. Πως όμως γίνεται από πλευράς Τουρκίας αυτή η «υπεύθυνη διαχείριση» που
αναφέρεται στο κείμενο συμπερασμάτων, όταν έχουμε ζήσει την απροκάλυπτη
προώθηση αυτών των μεταναστών προς την Ελλάδα, σαν μέσο «πίεσης» προς την Ε.Ε.
; Και πως γίνεται αυτή «η μάχη εναντίον των δικτύων
διακινητών μεταναστών», όταν αυτά τα δίκτυα δρουν σχεδόν ανενόχλητα ;
7. Γιατί η Ε.Ε. δείχνει να
αναγνωρίζει στην Τουρκία ότι διαδραματίζει ένα σοβαρό και δη θετικό ρόλο στο
προσφυγικό – μεταναστευτικό στην περιοχή και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να μην
θέλει να την κακοκαρδίσει ; Είναι ο ρόλος αυτός της Τουρκίας σύμφωνος με τα
προβλεπόμενα στις διεθνείς συμβάσεις, ή είναι ένας ρόλος καθαρά εκβιαστικός και
απαράδεκτα κυνικός από ανθρωπιστική σκοπιά ; Τι φοβάται η Ε.Ε. ; Δεν έχει
τρόπους αποτελεσματικής αντιμετώπισης των εκβιασμών της Τουρκίας ; Δεν
αποδείχτηκε στην περίπτωση του Έβρου ότι είναι αρκετά εύκολο να αναχαιτισθεί η
όποια ανεπιθύμητη εισροή μεταναστών ;
Μπορεί για όλα τα παραπάνω ερωτήματα να υπάρχουν απαντήσεις που
να δικαιολογούν τη στάση της Ε.Ε. απέναντι στην Τουρκία, εμένα όμως μου
φαίνεται ότι όλα είναι προσχηματικά για να υποστηριχτεί μία άλλη πτυχή των
σχέσεων Ε.Ε. – Τουρκίας. Μία πτυχή καθαρά οικονομική, δηλαδή εξυπηρέτησης
συμφερόντων που δεν έχουν να κάνουν με το πνεύμα της ίδιας της ύπαρξης της Ε.Ε.
Πολύ συνοπτικά, όπως αναφέρει η ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ,
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.)
αποτελεί μια οικονομική και πολιτική ένωση είκοσι επτά
ευρωπαϊκών κρατών. Ιδρύθηκε την 1η Νοεμβρίου 1993 με τη θέση σε
ισχύ της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (υπογραφή 7.2.1992), γνωστότερης
ως Συνθήκη του Μάαστριχτ, βασιζόμενη στις τότε Ευρωπαϊκές
Κοινότητες (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, Ευρωπαϊκή
Οικονομική Κοινότητα, Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας) τις οποίες
και αντικατέστησε. Το 1993, η Ένωση αριθμούσε 12 μέλη. Από τότε νέες
τροποποιητικές συνθήκες έχουν επεκτείνει τις αρμοδιότητές της και σταδιακές
διευρύνσεις έχουν αυξήσει τον αριθμό των κρατών-μελών της. Θεωρείται ως η
ισχυρότερη ένωση κρατών μέχρι σήμερα στην παγκόσμια ιστορία, με επιδιώξεις
οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού περιεχομένου. Η ΕΕ αποτελεί
το τρέχον στάδιο μιας ανοιχτής διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Όσο όμως και αν το «οικονομικό περιεχόμενο», που
ήταν η αφετηρία της δημιουργίας της Ε.Ε., παραμένει ο σημαντικότερος «συνεκτικός
ιστός», είμαι βέβαιος ότι στο μυαλό πολλών ευρωπαίων και όλες οι άλλες πτυχές, δηλαδή
η πολιτική, η κοινωνική, η πολιτιστική, αποτελούν όχι μόνο ζητούμενα, αλλά και
κατευθυντήριους άξονες γι’ αυτή την περίφημη «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».
Δυστυχώς, η Ε.Ε. με τα «συμπεράσματα της τελευταίας
Συνόδου» δεν έκανε «ένα βήμα μπροστά», αλλά πολλά βήματα πίσω. Ίσως όμως, στην
πραγματικότητα να μην έκανε αυτά τα «βήματα πίσω», αλλά απλώς να απέβαλε την
«λεοντή» που τόσα χρόνια φορούσε. Να έδειξε δηλαδή αυτό το κυνικό πρόσωπο που
αναγορεύει σε μοναδικό λόγο ύπαρξης των κοινωνιών την εξυπηρέτηση συμφερόντων,
τόσο των «ολίγων» που στερεότυπα (αλλά βέβαια όχι άδικα) συνηθίζουμε να
επικαλούμαστε, όσο και των «πολλών», που θεωρούν ότι, μαζί με αυτούς τους «λίγους»,
θα ωφεληθούν και ίδιοι, έχοντας δουλειές, καλύτερες αμοιβές, ανέσεις και
οτιδήποτε άλλο συνθέτει ένα υψηλότερο βιοτικό επίπεδο. Αλλά, όσο και να θέλουμε
να πιστεύουμε ότι π.χ. η παραγωγή και πώληση όπλων δίνει δουλειά σε κάποιους
Γερμανούς, Ισπανούς, Ιταλούς ή όποιους άλλους, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι
αυτοί που κυρίως κερδίζουν είναι κάποιοι άλλοι.
Αν λοιπόν το προεξάρχον στοιχείο των αποφάσεων αυτής
της «ισχυρότερης ένωσης κρατών», όπως λέει η εγκυκλοπαίδεια, είναι στην
πραγματικότητα ένας «συγκερασμός συμφερόντων», αναρωτιέμαι μήπως και η δική μας
επίσημη στάση, πέρα από λεκτικούς λεονταρισμούς («θα αποφασιστούν κυρώσεις σε
βάρος της Τουρκίας»), ενέχει στοιχεία συνειδητού συμβιβασμού, με την έννοια «θα
πάρετε τόσα από το Ταμίο Ανάκαμψης, αλλά σταματήστε να ζητάτε κυρώσεις». Και το
λέω αυτό, διότι δεν μπορώ να φανταστώ κάποιες χώρες να απειλούν με βέτο για τον
προϋπολογισμό της Ε.Ε. και η χώρα μας αλλά και η Κύπρος να μην επικαλούνται αυτό
το δικαίωμα για τα θέματα της προκλητικότητας της Τουρκίας, και απέναντι σε
κράτη – μέλη της Ε.Ε., αλλά ακόμη και σε κάποιες πτυχές που η ίδια η Ε.Ε.
αναγορεύει σε ιδιαίτερης σημασίας για την ίδια, δηλαδή το προσφυγικό –
μεταναστευτικό.
Με άλλα λόγια, στο δικό
μου μυαλό φαντάζει παράλογο να έχει δεχθεί η ελληνική κυβέρνηση να μην
αποφασίζονται οι κυρώσεις που είχαν προαναγγελθεί στην προηγούμενη Σύνοδο
Κορυφής (Οκτώβριος) και την ίδια στιγμή να καταγράφεται ότι «η ΕΕ είναι έτοιμη να συνεχίσει «να χορηγεί οικονομική βοήθεια
στους Σύριους πρόσφυγες και τις κοινότητες που φιλοξενούνται στην Τουρκία» και
«να συνεργάζεται» με την κυβέρνηση στην Άγκυρα «για την υπεύθυνη διαχείριση των
μεταναστευτικών ροών προς τα κράτη-μέλη» και «τη μάχη εναντίον των δικτύων
διακινητών μεταναστών».
Και επειδή παράλογα πράγματα δεν συμβαίνουν συνήθως σε τέτοια
επίπεδα, το πιθανότερο είναι να βιώνουμε μία ακόμη «συναλλαγή», για την οποία
δεν θα μάθουμε ίσως ποτέ τις λεπτομέρειές της, όπως δεν μάθαμε και για άλλες αντίστοιχες «συναλλαγές» του παρελθόντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου