Η «Μυστική και αυστηρώς απόρρητη Έκθεση» φέρει την υπογραφή του Ευάγγελου Αβέρωφ, είχε αποσταλεί προς τον Πρωθυπουργό κ. Γεώργιο Ράλλη και είχε διανεμηθεί σε πολύ στενό κύκλο έμπιστων στελεχών της Κυβέρνησης της Ν.Δ. (Ιούλιος 1981).
Στην έκθεση ο Ευάγγελος Αβέρωφ έκανε λόγο για έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού του 1981, 40 έως 50 δισεκατομμύρια και τόνιζε ότι σε αυτό το ποσό έπρεπε να προστεθούν τα επίσης βέβαια ανοίγματα των «Δημοσίων Επενδύσεων» και των οργανισμών ή επιχειρήσεων τα οποία καλύπτονται από το Δημόσιο, που εκτόξευαν το ποσό στα 240 δισεκατομμύρια δραχμές. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, τα 240 δισεκατομμύρια δρχ. δεν αντιπροσώπευαν το 52,5 % των προβλεφθέντων συνολικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του 1981!
Η «Μυστική και αυστηρώς απόρρητη Έκθεση» φέρει την υπογραφή του Ευάγγελου Αβέρωφ, είχε αποσταλεί προς τον Πρωθυπουργό κ. Γεώργιο Ράλλη και είχε διανεμηθεί σε πολύ στενό κύκλο έμπιστων στελεχών της Κυβέρνησης της Ν.Δ. (Ιούλιος 1981).
Η Έκθεση αυτή αναδημοσιεύτηκε από όλες τις Εφημερίδες τον Σεπτέμβριο του 1981. Αποτέλεσε πεδίο έντονης,
αντιπαράθεσης και οξύτατης σύγκρουσης ανάμεσα στην Κυβέρνηση της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ (όπως και στα άλλα Κόμματα) μέχρι την ημέρα των Εκλογών (αλλά και κατά τη μετεκλογική περίοδο μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις 18 Οκτωβρίου του 1981. Πρόκειται για ένα ιστορικό ντοκουμέντο το οποίο δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό . 36 χρόνια μετά την ανασύρει από το αρχείο του το ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ Κώστας Λαλιώτης και την παραδίδει προς δημοσίευση στο thecaller με αφορμή του άρθρο του «Ένας Ηγέτης από το Μέλλον – Aρνητικά στερεότυπα και αλήθειες.
Στην έκθεση ο Ευάγγελος Αβέρωφ έκανε λόγο για έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού του 1981, 40 έως 50 δισεκατομμύρια και τόνιζε ότι σε αυτό το ποσό έπρεπε να προστεθούν τα επίσης βέβαια ανοίγματα των «Δημοσίων Επενδύσεων» και των οργανισμών ή επιχειρήσεων τα οποία καλύπτονται από το Δημόσιο, που εκτόξευαν το ποσό στα 240 δισεκατομμύρια δραχμές. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, τα 240 δισεκατομμύρια δρχ. δεν αντιπροσώπευαν το 52,5 % των προβλεφθέντων συνολικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του 1981!
Η «Μυστική και αυστηρώς απόρρητη Έκθεση» φέρει την υπογραφή του Ευάγγελου Αβέρωφ, είχε αποσταλεί προς τον Πρωθυπουργό κ. Γεώργιο Ράλλη και είχε διανεμηθεί σε πολύ στενό κύκλο έμπιστων στελεχών της Κυβέρνησης της Ν.Δ. (Ιούλιος 1981).
Η Έκθεση αυτή αναδημοσιεύτηκε από όλες τις Εφημερίδες τον Σεπτέμβριο του 1981. Αποτέλεσε πεδίο έντονης,
αντιπαράθεσης και οξύτατης σύγκρουσης ανάμεσα στην Κυβέρνηση της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ (όπως και στα άλλα Κόμματα) μέχρι την ημέρα των Εκλογών (αλλά και κατά τη μετεκλογική περίοδο μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις 18 Οκτωβρίου του 1981. Πρόκειται για ένα ιστορικό ντοκουμέντο το οποίο δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό . 36 χρόνια μετά την ανασύρει από το αρχείο του το ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ Κώστας Λαλιώτης και την παραδίδει προς δημοσίευση στο thecaller με αφορμή του άρθρο του «Ένας Ηγέτης από το Μέλλον – Aρνητικά στερεότυπα και αλήθειες.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΒΕΡΩΦ
Αντιπρόεδρος Κυβερνήσεως με ευθύνη την Οικονομία
Μυστική Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία
"Αυστηρώς Απόρρητον"
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Επί της Οικονομικής Καταστάσεως
1.Από την μελέτη των κυριοτέρων οικονομικών στοιχείων «την ασφαλώς ατελή ακόμα» καταλήγω σε πάρα πολύ ανησυχητικά συμπεράσματα για την προσεχή πορεία της οικονομίας μας. Καταλήγω στο ότι αν από τώρα –παρά την προεκλογική εποχή- δεν ληφθούν ορισμένα μέτρα, στο τέλος του έτους η κατάσταση θα είναι πολύ χειρότερη και μετά θα είναι σχεδόν ασυμμάζευτη. Είναι γι’ αυτό ανάγκη να γράψω την παρούσα έκθεση, την περιορισμένη μόνο για ελάχιστο κύκλο υπευθύνων προσώπων, και κατά τ’ άλλα να μείνει αυστηρότατα απόρρητη.
(Για να επιτευχθή το τελευταίο τούτο, η ανά χείρας έκθεση δακτυλογραφείται εντός του γραφείου μου από πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης μου).
Έπειτα από μερικές διαπιστώσεις, θα εκθέσω σε πού γενικές γραμμές τί επιβάλλεται ή τί μπορεί να γίνει σήμερα.
2.Το αναμφισβήτητα δυσμενέστερο από τα υπάρχοντα στοιχεία, το οποίο και ως τώρα δεν εγνώριζα, αφορά το δημοσιονομικό τομέα. Το έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού, από όσα ακούγαμε, θεωρούσαμε ότι θα είναι γύρω εις τα 10 ή το πολύ 15 δισεκατομμύρια, και ότι με κάποια ανάκαμψη που λεγόταν ότι αρχίζει, θα μειωνόταν χάρη σε αύξηση εσόδων. Ήδη όμως φαίνεται βέβαιον ότι τα έσοδα θα μειωθούν κατά 20-30 δισεκατομμύρια δραχμών και ότι τα έξοδα (λόγω ιδίως αυξήσεως της τιμής του δολλαρίου και συνεπώς αυξήσεως της τιμής των πετρελαιοειδών), θα αυξηθούν κατά 20 δισεκατομμύρια. Συνεπώς έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού του 1981, σχεδόν βέβαιον, 40 έως 50 δισεκατομμύρια. Αλλά τούτο δεν είναι το χειρότερο. Διότι εις τούτο πρέπει να προστεθούν τα επίσης βέβαια ανοίγματα των «Δημοσίων Επενδύσεων» και των οργανισμών ή επιχειρήσεων τα οποία καλύπτονται από το Δημόσιον. Φθάνουμε τότε στον πολύ μεγάλο για τις ελληνικές συνθήκες αριθμό των 240 δισεκατομμυρίων δραχμών. (Σ’ αυτά δεν προστίθενται 25 δισεκατομμύρια για αποθεματοποίηση πετρελαίου. Θα έπρεπε όμως να προστεθούν περίπου άλλα τόσα που αντιπροσωπεύουν οφειλή του Δημόσιου προς το ΙΚΑ). Από οποιαδήποτε ελληνική σκοπιά και να κοιτάξουμε τους αριθμούς αυτούς, θα καταληφθούμε από δέος. Τα 240 δισεκατομμύρια δρχ. δεν αντιπροσωπεύουν το 52,5 % των προβλεφθέντων συνολικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του 1981. Η αναλογία δεν χρειάζεται σχολιασμό. Δεδομένου ότι το έλλειμμα αυτό (όπως και εκείνα των προηγούμενων ετών το σχεδόν εξ’ ίσου υψηλό) καλύπτονται με δανεισμούς, έχουμε τις εξής πολύ δυσμενείς επιπτώσεις:
α. Αυξάνουμε κάθε χρόνο το έλλειμμα κατά το μέγεθος των τόκων που καταβάλλουμε για τα δάνεια τα οποία συνάπτουμε για να καλύπτουμε το έλλειμμα. Το ποσόν δε τούτο αυξάνει πάλι κάθε χρόνο λόγω καταβολής τόκων επί των κεφαλαιοποιηθέντων τόκων. Δύσκολο πρόχειρα να βρω ποιο είναι αυτό το ποσό και με τι ρυθμό πορεύεται προς τα άνω. Πάντως κάθε χρόνο ξοδεύουμε αρκετά δισεκατομμύρια και συνεχώς περισσότερα μόνο και μόνο για τους τόκους των ελλειμμάτων του δημοσίου τομέως (για το 1981 γύρω στα 15 δις ê;)
β. Ο προαναφερθείς δανεισμός γίνεται κατά 70-75 % περίπου σε δραχμές, και κατά 25-30 % (οργανισμών του δημοσίου) σε συνάλλαγμα στο εξωτερικό. Το μεγαλύτερο δηλ. μέρος (γύρω στα 170 δις) τα παίρνουμε από τις καταθέσεις. Που σημαίνει ότι εκτρέπουμε σημαντικώτατο μέρος των καταθέσεων από τον υγιή και παραγωγικό τους σκοπό, που είναι η χρηματοδότηση της ιδιωτικής επιχειρησιακής δραστηριότητας. Και τούτο όταν η δραστηριότητα αυτή είναι η βάση για την εν γένει ανάπτυξη της οικονομίας, και σήμερα για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού και την ενίσχυση της ανακάμψεως. Σε χωριστή παράγραφο αξίζει να δείξω, με τους λίγους αριθμούς που πρόφθασα να μελετήσω, πόσο τούτο είναι αληθινό και επιζήμιο.
α. Η συνολική χρηματοδότηση όλων των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων (περίπου 350.000 όλες μαζί) ήταν 42.1 δισεκατομ. δραχμές τον Απρίλιο του 1980 και 52.7 δισεκατομ. τον Απρίλιο του 1981. Αυξήθηκε κατά 25%, δηλ. λίγο άνω του φετεινού τιμαρίθμου. Αν οι χρηματοδοτηθείσες 350.000 βιοτεχνίες είναι κατά το πλείστο υγιείς και χρηματοδοτήθηκαν με σωστά τραπεζικά κριτήρια, αυτή η μικρή αύξηση της χρηματοδοτήσεώς τους, σε ώρα που θέλουμε ανάκαμψη, είναι ανεπαρκής.
β. Άλλο περιστατικό είναι πιο χαρακτηριστικό: Μολονότι το Κεντρικό της ΑΤΕ (αντίθετα προς διευθυντάς Υποκαταστημάτων της) με είχε άλλοτε πληροφορήσει ότι παρέχονται στην Τράπεζα επαρκείς πιστώσεις (ίσως από αίσθημα ευθύνης) βλέπω τα εξής από στοιχεία του Υπουργείου Συντονισμού δια τα «καλλιεργητικά» και τα «μεσομακροπρόθεσμα» δάνεια, που είναι η πιο δραστική μορφή των πιστώσεων της γεωργίας:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου