Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021

Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ

Σαν σήμερα,  το στρατιωτικοφασιστικό καθεστώς της Ελλάδας, αποφάσισε να ανατρέψει τον νόμιμα εκλεγμένο- προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακάριο, για να διορίσει θέση του έναν αχυράνθρωπο. Το ημερολόγιο έγραφε 15 Ιούλη 1974, όταν η χούντα των Αθηνών (με επικεφαλής τον ταξίαρχο Ιωαννίδη) σε αγαστή συνεργασία με την εθνικιστική αντικομμουνιστική οργάνωση ΕΟΚΑ Β΄ και τις ευλογίες των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, ανέτρεψαν με πραξικόπημα τον Μακάριο και διόρισαν στη θέση του έναν φασίστα με το όνομα Σαμψών. Με την εγκληματική αυτή ενέργεια, η χουντική κυβέρνηση της Ελλάδας, έστρωνε το χαλί για την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο.

Αξιοποιώντας την ευκαιρία που της πρόσφερε η ελληνική χούντα με το πραξικόπημα, η Τουρκία (μαζί με την Ελλάδα και την Αγγλία, ήταν μια από τις 3 εγγυήτριες της Κύπρου), αντέδρασε δυναμικά. Τα ξημερώματα, της 20ης Ιουλίου 1974, στις ακτές της Κερύνειας ξεκίνησε στην Κύπρο η τουρκική εισβολή («ΑΤΤΙΛΑΣ 1»), η οποία ολοκληρώθηκε στις 16 Αυγούστου 1974 με την επιχείρηση «ΑΤΤΙΛΑΣ 2». Από τότε η μέχρι σήμερα η Τουρκία κατέχει παράνομα το 37% της Κύπρου και το μεγαλύτερο τμήμα της ακτογραμμής της Μεγαλονήσου.

Η πρώτη Τουρκική εισβολή στην Κύπρο (ΑΤΤΙΛΑΣ 1), αντιμετώπισε τη σθεναρή- αλλά ασυντόνιστη- αντίσταση της κυπριακής εθνοφρουράς και των δυνάμεων της ΕΛΔΥΚ. Παρά τα ανακοινωθέντα της χούντας των Αθηνών,

για θριαμβευτικές νίκες των Ελλήνων, οι Τούρκοι εισβολείς είχαν δημιουργήσει μέχρι το βράδυ της 20ής Ιουλίου μικρό προγεφύρωμα δυτικά της Κυρήνειας και με την αεροπορία τους είχαν εξαρθρώσει την Εθνοφρουρά, σπέρνοντας πανικό σε ολόκληρη την Κύπρο.

Την ημέρα της εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο βρισκόταν το ελικοπτεροφόρο «HMS Hermes» της Αγγλίας, μαζί με ένα αντιτορπιλικό και δύο φρεγάτες

Το πρωί της 20ής Ιουλίου- και ενώ στην Κύπρο οι Τούρκοι εισβολείς προχωρούσαν ακάθεκτοι- στην Αθήνα, συσκεπτόταν στο γραφείο του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγού Γρ. Μπονάνου, η στρατιωτική ηγεσία με τους Αμερικανούς. Στη σύσκεψη μετείχαν, εκτός από τον στρατηγό Μπονάνο, οι αρχηγοί των κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, ο αόρατος δικτάτορας ταξίαρχος Ιωαννίδης και ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Τζ. Σίσκο (συνοδευόμενος από τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα Χ. Τάσκα, τον υφυπουργό Άμυνας Μπομπ Έλσγουορθ και τον ελληνομαθή Έβερετ Μάρντερ). Στη συζήτηση, η αμερικανική αντιπροσωπεία έκανε απόλυτα σαφές, πως για τις ΗΠΑ προείχε να διαφυλαχτεί ανέπαφη η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και όχι η ακεραιότητα της Κύπρου. Στην ουσία, οι αμερικανοί αξίωσαν από τη ηγεσία της χούντας των Αθηνών να μην αναλάβει η Ελλάδα στρατιωτική πρωτοβουλία σε βάρος της Τουρκίας και να ανεχτεί την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.

Πιόνια των Αμερικανών

Έτσι εξηγείται και η αντίδραση του Ιωαννίδη, ο οποίος αποχώρησε από την αίθουσα της σύσκεψης λέγοντας- προφανώς στους Αμερικανούς αξιωματούχους: “Μας εξαπατήσατε. Εμείς θα κηρύξουμε τον πόλεμο”! Με τη θεατρινίστικη αυτή στάση ο Ιωαννίδης, προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για το γεγονός ότι ο ίδιος μαζί με τους υπόλοιπους χουντικούς αξιωματικούς, υπηρετούσαν πιστά τις εντολές των υπερατλαντικών του αφεντικών (ΗΠΑ- ΝΑΤΟ), που ήταν σε βάρος της Ελλάδας. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι λίγα λεπτά μετά την «έκρηξή» του ο αόρατος δικτάτορας επέστρεψε ξανά στη θέση του, εξηγώντας με νεύματα στους συναδέλφους του, πως προηγουμένως έπαιζε θέατρο για να… πιέσει, τάχα, τον Σίσκο και την παρέα του. Ουσιαστικά με τη φράση του “μας εξαπατήσατε”, ο Ιωαννίδης ομολογούσε δημόσια πως η χούντα των Αθηνών προχώρησε στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, καθώς είχαν αποσπάσει φραστικές διαβεβαιώσεις από τις ΗΠΑ πως δε θα επακολουθούσε τουρκική εισβολή στο νησί, κάτι που δεν τηρήθηκε. Από μόνο του το παραπάνω περιστατικό, είναι αρκετό για να εξηγήσει ποιοι προετοίμασαν και έδωσαν …σάρκα και οστά την κυπριακή τραγωδία.

Ουσιαστικά, με το έγκλημα σε βάρος της Κύπρου, οι Απριλιανοί πραξικοπηματίες είχαν εκπληρώσει την αποστολή τους και, έτσι, έπρεπε να παραδώσουν την εξουσία στα αστικά πολιτικά κόμματα. Όλοι εκείνοι που τους στήριζαν στην μαύρη 7ετία, έχοντας πετύχει τους στόχους τους, άφησαν τους χουντικούς… μισοξεκρέμαστους! Έτσι, μπροστά στην απροθυμία των ευρωατλαντικών τους συμμάχων (Αμερικάνοι, ΝΑΤΟ, ΕΟΚ κλπ) να αποτρέψουν τα κατακτητικά σχέδια των Τούρκων, οι «υπερπατριώτες» ηγέτες της ελληνικής χούντας, άφησαν την Κύπρο να αντιμετωπίσει μόνη της, τους περίπου 43.000 βαριά οπλισμένους Τούρκους στρατιώτες.

Μετά την αποχώρηση της αμερικανικής αντιπροσωπείας από το Πεντάγωνο, πραγματοποιήθηκε πολεμικό συμβούλιο, όπου αποφασίστηκε να μην κηρυχτεί πόλεμος κατά της Τουρκίας (όπως ακριβώς είχαν υποδείξει οι Αμερικανοί), αλλά να δοθεί μόνοδιαταγή γενικής επιστράτευσης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, προετοιμάστηκε ουσιαστικά– από την ίδια τη χούντα και τους υποστηρικτές της- η αλλαγή φρουράς, δηλαδή η επιστροφή στον κοινοβουλευτισμό.

Μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, η χουντική κυβέρνησης της Ελλάδας ήταν ανύπαρκτη, καθώς οι «υπερπατριώτες» δικτάτορες … κρυβόταν! Όπως ήταν αναμενόμενο, μέσα σε λίγα 24ωρα κατέρρευσαν οι χουντικές κυβερνήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο.

Η χαρμόσυνη είδηση για την πτώση της δικτατορίας Ελλάδα, έγινε γνωστή γύρω στις 7:30 βράδυ της 23ης Ιούλη. Ακολούθησαν, ολονύκτιες μαζικές διαδηλώσεις στους δρόμους της Αθήνας και άλλων μεγαλουπόλεων της Ελλάδας, όπου οι διαδηλωτές, ζητούσαν την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων με το σύνθημα «δώστε τη χούντα στο λαό». Παράλληλα με τις διαδηλώσεις, είχαν αρχίσει οι διαβουλεύσεις, με επίκεντρο τους όρους μεταβίβασης της εξουσίας από τη χούντα στα αστικά πολιτικά κόμματα. Οι διαβουλεύσεις ανάμεσα στους στρατιωτικούς και πολικούς, ολοκληρώθηκαν τα ξημερώματα της 24ης Ιούλη, που ανακοινώθηκε η συμφωνία, για το σχηματισμό κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» με πρωθυπουργό τον πρώην ηγέτη της ΕΡΕ Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η νέα κυβέρνηση, που ορκίστηκε την ίδια μέρα, αποτελούνταν από πολιτικούς, κυρίως, από τα προδικτατορικά κόμματα της ΕΡΕ και της Ένωσης Κέντρου.

Από τον «Αττίλα 1» στον «Αττίλα 2»

Η τούρκικη εισβολή στην Κύπρο έγινε αμέσως θέμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο- ύστερα από πιέσεις της Σοβιετικής Ένωσης- κατέληξε ομόφωνα, στο γνωστό ψήφισμα 353 της 20ής Ιουλίου. Το ψήφισμα αυτό ζητούσε παύση των εχθροπραξιών και των ξένων στρατιωτικών επεμβάσεων στην Κύπρο, σεβασμό στην ανεξαρτησία, την κυριαρχία και την εδαφική της ακεραιότητα, άμεση αποχώρηση από το νησί κάθε ξένου στρατιωτικού δυναμικού που υπήρχε εκεί και έναρξη διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία για αποκατάσταση της ειρήνης και της συνταγματικής κυπριακής κυβέρνησης.

Επρόκειτο για ένα πολύ σημαντικό ψήφισμα του ΟΗΕ, επειδή αντιμετώπιζε την Κύπρο ως ενιαία και ανεξάρτητη κρατική οντότητα και ταυτόχρονα ζητούσε το σταμάτημα του πολέμου και την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης που είχε καταλύσει το πραξικόπημα της 15ής Ιούλη.

Δυστυχώς, όμως, η τραγωδία του κυπριακού λαού βρισκόταν ακόμη στην αρχή κι όχι στο τέλος της. Λίγες ώρες αργότερα, τα χαράματα της 22ας Ιουλίου καταλήχτηκε η συμφωνία ανακωχής, την οποία ανακοίνωσαν οι Αμερικανοί, οι οποίοι είχαν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στις εξελίξεις. Χαρακτηριστικό εκείνων των ιστορικών ημερών είναι το γεγονός, ότι οι Τούρκοι είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο τη σθεναρή αντίσταση του κυπριακού λαού και των Ενόπλων Δυνάμεων που βρίσκονταν στο νησί, καθώς στην Αθήνα δεν υπήρχε κυβέρνηση, τουλάχιστον, από τις 21 Ιουλίου. Με δεδομένο ότι είχαν εξαφανιστεί οι πάντες, τις διαπραγματεύσεις με τους Αμερικανούς για το σταμάτημα των εχθροπραξιών στην Κύπρο, τις είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου ο αρχηγός του στόλου ναύαρχος Αραπάκης.

Οι Τούρκοι, όμως, δε συμμορφώθηκαν αμέσως με την ανακωχή. Στις 22 Ιουλίου περικύκλωσαν την Κυρήνεια, ενώ η αεροπορία τους βομβάρδιζε συνεχώς την πόλη (έπεσε στα χέρια τους πριν την καθορισμένη ώρα κατάπαυσης του πυρός). Ταυτόχρονα, οι τουρκικές δυνάμεις παραβίαζαν συνεχώς την ανακωχή, έχοντας ως στόχο να επεκτείνουν τις θέσεις τους και να καταλάβουν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας, για να δημιουργήσουν αερογέφυρα με την Τουρκία.

Μετά από 23 μέρες, στις 4.30 π.μ. της 14ης Αυγούστου 1974, ξεκίνησε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής που έχει μείνει στην ιστορία με την επωνυμία “ΑΤΤΙΛΑΣ 2”. Με την ολοκλήρωση αυτής της επιχείρησης- στις 16 Αυγούστου- πέρασε στα χέρια των Τούρκων το 36,3% του κυπριακού εδάφους. Η Μεγαλόνησος είχε διχοτομηθεί και η κατάσταση αυτή παραμένει, μέχρι σήμερα, η ίδια.

Αξίζει να θυμίσουμε, ακόμα, ότι η διχοτόμηση της Κύπρου, ανάγκασε την κυβέρνηση του «Εθνικής Ενότητας» που είχε ορκιστεί το πρωί της 24ης Ιουλίου 1974, να προχωρήσει στο μέτρο της αποχώρησης της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Στην σχετική ανακοίνωση αναφέρεται: “Κατόπιν της αποδείξεως της ανικανότητας της Ατλαντικής Συμμαχίας, όπως αναχαιτίσει την Τουρκίαν από του να δημιουργήσει κατάσταση συρράξεως μεταξύ δύο Συμμάχων, ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως κ. Κ. Καραμανλής έδωσεν εντολήν όπως αι ελληνικαί Ενοπλοι Δυνάμεις αποσυρθούν από της Συμμαχίας του ΝΑΤΟ”.

Η ανακοίνωση αυτή φανέρωνε καθαρά ότι το πρόβλημα του κινδύνου εξ Ανατολών δεν είναι πρόβλημα, κυρίως ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά πρωτίστως πρόβλημα των σχέσεων της Ελλάδας με την ευρωατλαντική λυκοσυμμαχία (ΗΠΑ- ΝΑΤΟ- ΕΕ). Εκεί βρισκόταν και εξακολουθεί να βρίσκεται η «ρίζα του κακού», που ενθαρρύνει τον τουρκικό επεκτατισμό και υπονομεύει την εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία της χώρας μας.

Αν η Τουρκία, δεν είχε τις «πλάτες» των Αμερικανών, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, το Κυπριακό πρόβλημα όχι μόνο θα είχε λυθεί αλλά δεν ούτε καν δημιουργηθεί. Μόνο όποιος δεν κλείνει σκόπιμα τα μάτια, δεν μπορεί να δει αυτή την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα λέει πως η εισβολή και κατοχή της μισής σχεδόν Κύπρου από τους Τούρκους το 1974, όπως και ο επαπειλούμενος «ΑΤΤΙΛΑΣ 3» (εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου κλπ ή οι προκλητικές αξιώσεις της Τουρκίας στην Ελλάδα), είναι προβλήματα που τα δημιουργούν οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ. Με βάση αυτή την πικρή αλήθεια, η λύση του Κυπριακού- όπως επίσης του Παλαιστινιακού, του Λιβυκού κλπ καθώς και άλλων προβλημάτων- βρίσκεται στους αγώνες των λαών για την διάλυση των ιμπεριαλιστικών ευρωατλαντικών συμμαχιών και οργανισμών με την αποδέσμευση των χωρών που μετέχουν σ’ αυτές.

Δεν υπάρχουν σχόλια: