Πέρυσι το καλοκαίρι, όταν οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν το Αφγανιστάν, έκανα μια ανάρτηση για την ιστορία της κυριαρχίας του δολαρίου των ΗΠΑ. Υποστήριξα τότε, ότι το δολάριο των ΗΠΑ θα παραμείνει το κυρίαρχο παγκόσμιο νόμισμα για το ορατό μέλλον, αλλά ότι βρίσκεται σε σχετική πτώση σε σύγκριση με άλλα νομίσματα, ακριβώς επειδή ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός βρίσκεται σε σχετική πτώση σε σύγκριση με άλλες ανταγωνιστικές οικονομίες από τα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έφερε αυτή τη συζήτηση ξανά στο προσκήνιο μεταξύ των οικονομολόγων του κυρίαρχου ρεύματος και των στρατηγικών αναλυτών της παγκόσμιας αγοράς. Οι συζητήσεις καταλήγουν στο ότι η κυριαρχία του δολαρίου των ΗΠΑ θα εξασθενίσει και ότι η παγκόσμια οικονομία πρόκειται να χωριστεί σε δύο μπλοκ: Δύση και Ανατολή – με τη Δύση να είναι οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Ιαπωνία και την Ανατολή τα “αυταρχικά” καθεστώτα της Ρωσίας και της Κίνας, μαζί με την Ινδία. Είναι όμως πιθανή αυτή η αναδιαμόρφωση των νομισμάτων και των ροών κεφαλαίων;
Στην προηγούμενη ανάρτησή μου,
ασχολήθηκα λεπτομερώς με την ιστορική μείωση της κυριαρχίας του δολαρίου ΗΠΑ στο εμπόριο, στις ροές κεφαλαίων και στη χρήση του ως αποθεματικό νόμισμα. Δεν θα τα επαναλάβω ξανά. Αντ’ αυτού, σε αυτό το κείμενο, θα προσπαθήσω να εξετάσω το μέλλον και τις συνέπειες των νέων εξελίξεων στον ανταγωνισμό μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, των “αναδυόμενων” οικονομιών που αντιστέκονται στη “δυτική” κυριαρχία και του ευρύτερου κόσμου των περιφερειακών και φτωχών χωρών.Οι διεθνείς ανταγωνιστές του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, όπως η Ρωσία και η Κίνα, έχουν ζητήσει συστηματικά μια νέα διεθνή οικονομική τάξη και έχουν εργαστεί για να εκτοπίσουν το δολάριο από την κορυφή του σημερινού παγκόσμιου νομισματικού καθεστώτος. Η προσθήκη του ρενμίνμπι (σ.μ. κινεζικού νομίσματος, διεθνώς γνωστό ως γουάν) το 2016 στο καλάθι των νομισμάτων που συνθέτουν τα ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα του ΔΝΤ, αποτέλεσε μια σημαντική παγκόσμια αναγνώριση της αυξανόμενης διεθνούς χρήσης του κινεζικού νομίσματος. Και τα επακόλουθα της σύγκρουσης στην Ουκρανία θα επιταχύνουν σαφώς αυτή την προσπάθεια της Ρωσίας και της Κίνας, καθώς αντιμετωπίζουν σοβαρές και μακροχρόνιες κυρώσεις στις αγορές εμπορίου και χρήματος που θα μειώσουν την πρόσβασή τους στο δολάριο και το ευρώ.
Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη πραγματική εναλλακτική λύση στις διεθνείς αγορές για το δολάριο ΗΠΑ. Πρώτον, δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στον χρυσό ως διεθνές χρηματικό εμπόρευμα και ο ρόλος του διεθνούς χρήματος, όπως δημιουργήθηκε από το ΔΝΤ με τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (SDR), είναι ελάχιστος, ενώ το μέλλον είναι ασταθές με άλλα δυνητικά νομισματικά περιουσιακά στοιχεία, όπως τα κρυπτονομίσματα.
Και το δολάριο των ΗΠΑ (και σε μικρότερο βαθμό το ευρώ) παραμένει κυρίαρχο στις διεθνείς πληρωμές.
Ωστόσο, ένα πρόσφατο έγγραφο εργασίας του ΔΝΤ αποκαλύπτει μια σημαντική τάση. Το δολάριο ΗΠΑ δεν αντικαθίσταται σταδιακά από το ευρώ, το γεν ή ακόμη και το κινεζικό ρενμίνμπι, αλλά από μια σειρά μικρότερων νομισμάτων. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το μερίδιο των αποθεματικών που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες σε δολάρια ΗΠΑ έχει μειωθεί κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες από την αρχή του αιώνα, από 71% το 1999 σε 59% το 2021. Ωστόσο, η πτώση αυτή συνοδεύτηκε από αύξηση του μεριδίου, αυτών που το ΔΝΤ αποκαλεί “μη παραδοσιακά αποθεματικά νομίσματα”, τα οποία ορίζονται ως νομίσματα εκτός των “τεσσάρων μεγάλων”, δηλαδή του δολαρίου ΗΠΑ, του ευρώ, του ιαπωνικού γιεν και της βρετανικής λίρας στερλίνας, δηλαδή του αυστραλιανού δολαρίου, του καναδικού δολαρίου, του κινεζικού ρενμίνμπι, του κορεατικού γουόν, του δολαρίου Σιγκαπούρης και της σουηδικής κορώνας.
Το ΔΝΤ διαπίστωσε ότι αυτή η στροφή προς τα μη παραδοσιακά νομίσματα ήταν ευρείας βάσης: “εντοπίζουμε 46 ενεργούς διαφοροποιητές που έχουν μετατοπίσει τα χαρτοφυλάκιά τους προς αυτή την κατεύθυνση, έτσι ώστε να κατέχουν τώρα τουλάχιστον το 5% των αποθεματικών τους σε μη παραδοσιακά νομίσματα”. Οι χώρες που συσσωρεύουν αυτό που το ΔΝΤ αποκαλεί “πλεονάζοντα” συναλλαγματικά αποθέματα, δηλαδή συσσωρεύουν πέραν των αναγκαίων για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε εμπορικής ή νομισματικής κρίσης, στρέφουν όλο και περισσότερο το πλεόνασμα αυτό, από τα “τέσσερα μεγάλα” νομίσματα, δηλαδή το δολάριο, το ευρώ, τη στερλίνα και το γεν, σε άλλα μικρότερα νομίσματα. Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι τα πλεονάζοντα συναλλαγματικά αποθέματα ανέρχονται σήμερα σε 1,5 τρισ. δολάρια (συμπεριλαμβανομένης της Κίνας), ή το 25-30% των συνολικών αποθεμάτων των μη ιμπεριαλιστικών οικονομιών.
Επιπλέον, υπάρχουν χώρες που δεν έχουν “πλεονάζοντα” συναλλαγματικά αποθέματα, αλλά, αντίθετα, έχουν ελάχιστα συναλλαγματικά αποθέματα σε δολάρια. Ορισμένες από αυτές έχουν επίσης καταφύγει σε εναλλακτικά νομισματικά περιουσιακά στοιχεία όπως τα κρυπτονομίσματα (Ελ Σαλβαδόρ και Νιγηρία). Για παράδειγμα, πριν από ένα χρόνο, το Ελ Σαλβαδόρ υιοθέτησε το bitcoin ως νόμιμο χρήμα και τώρα ανακοίνωσε την έκδοση κρατικού ομολόγου που θα πληρώνεται σε bitcoin. Αυτά τα λεγόμενα “ηφαιστειακά” ομόλογα (το Ελ Σαλβαδόρ είναι ηφαιστειακό), έχουν σχεδιαστεί για να αντλήσουν κεφάλαια για την κυβέρνηση και τους επενδυτές, πουλώντας τελικά τα ομόλογα σε δολάρια σε πέντε χρόνια. Φυσικά, όλα εξαρτώνται από την αύξηση της αξίας του bitcoin σε δολάρια μέχρι τότε. Δείτε όμως τη μεταβλητότητα της ισοτιμίας του bitcoin σε δολάρια τον τελευταίο χρόνο.
Όλα αυτά δείχνουν ότι η μετατόπιση της ισχύος των διεθνών νομισμάτων μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, δεν θα οδηγήσει σε κάποιο μπλοκ Δύσης-Ανατολής, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι, αλλά αντίθετα σε έναν κατακερματισμό των νομισματικών αποθεμάτων. Για να αναφέρουμε τα λόγια του ΔΝΤ: “αν η κυριαρχία του δολαρίου φτάσει στο τέλος της (σενάριο, όχι πρόβλεψη), τότε το δολάριο θα μπορούσε να χτυπηθεί όχι από τους κύριους αντιπάλους του δολαρίου, αλλά από μια ευρεία ομάδα εναλλακτικών νομισμάτων”. Αυτό μπορεί να έχει ακόμη χειρότερες συνέπειες για την παγκόσμια ειρήνη και την ομαλή επέκταση της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας από ό,τι ένας μεγάλος διχασμός μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Πράγματι, συνεπάγεται σχεδόν μια άναρχη νομισματική κατάσταση, όπου οι ιμπεριαλιστικές οικονομίες, ιδίως οι ΗΠΑ, θα μπορούσαν να χάσουν τον έλεγχο των παγκόσμιων αγορών συναλλάγματος.
Αυτό σημαίνει επίσης, ότι οι κεϋνσιανές ελπίδες για μια νέα συντονισμένη παγκόσμια τάξη πραγμάτων στο παγκόσμιο χρήμα, το εμπόριο και τη χρηματοδότηση, χάνονται. Οι Kevin Gallagher και Richard Kozul-Wright, αριστεροί οικονομολόγοι της UNCTAD (Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη), σε ένα νέο βιβλίο, με τίτλο The Case for a New Bretton Woods, υποστηρίζουν ότι μετά τον COVID, οι κυβερνήσεις έχουν την ευκαιρία να εφαρμόσουν σαρωτικές μεταρρυθμίσεις για “να ξαναγράψουν (τολμηρά) τους κανόνες για την προώθηση μιας ευημερούσας, δίκαιης και βιώσιμης παγκόσμιας οικονομικής τάξης μετά τον COVID – ένα Μπρέτον Γουντς για τον 21ο αιώνα”, αλλιώς “κινδυνεύουμε να πνιγούμε από το κλιματικό χάος και την πολιτική δυσλειτουργία”.
Οι συγγραφείς μνημονεύουν τη συμφωνία του Μπρέτον Γουντς, η οποία εμπνεύστηκε από τον κεϋνσιανισμό και η οποία έθεσε διεθνείς κανόνες για συμφωνημένες εμπορικές και κεφαλαιακές ροές που θα ακολουθούσαν οι χώρες. Το Μπρέτον Γουντς ήταν προφανώς μια μεγάλη επιτυχία κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες ευημερίας και ανάπτυξης μετά το 1945. Οι συγγραφείς εκτιμούν ότι το μεγάλο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο δεν συμμετείχε στη συμφωνία, η οποία αντίθετα ήταν μια διεθνής συνέχεια του πολύ επιτυχημένου προγράμματος New Deal για την απασχόληση και την ανάπτυξη που θέσπισε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρούσβελτ για να τερματίσει τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930 – όπως γράφουν ήταν “η προσπάθεια της Ουάσιγκτον να διεθνοποιήσει το New Deal”. Οι Gallagher και Kozul-Wright σημειώνουν: “Το πρόγραμμα New Deal όχι μόνο εγκατέλειψε τον κανόνα του χρυσού, αλλά και ήρθε σε ρήξη με την ευρύτερη φιλελεύθερη διεθνή ατζέντα, βάζοντάς τα με την οικονομική ελίτ τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό και άνοιξε την πόρτα σε μια εναλλακτική αφήγηση για την υποστήριξη μιας ενεργούς ατζέντας δημόσιας πολιτικής”. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτό είναι το μοντέλο στο οποίο πρέπει να επιστρέψουμε για να επιτύχουμε αρμονική και ομοιόμορφη επέκταση της παγκόσμιας οικονομίας από εδώ και στο εξής. “Παρέχει ένα σχέδιο αλλαγής το οποίο κάποιος που ενδιαφέρεται για το μέλλον του πλανήτη μας, δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει”.
Δυστυχώς, αυτό το “σχέδιο” δεν πρόκειται να υπάρξει στον 21ο αιώνα – το αντίθετο μάλιστα. Η συμφωνία του Μπρέτον Γουντς ήταν δυνατή, μόνο επειδή το 1944 οι ΗΠΑ κυριαρχούσαν στον κόσμο και μπορούσαν να υπαγορεύουν τους όρους του διεθνούς εμπορίου, των πληρωμών και των νομισματικών ελέγχων. Και οι δύο πρώτες δεκαετίες μετά το 1944 ήταν μια περίοδος υψηλής κερδοφορίας του κεφαλαίου στις μεγάλες οικονομίες που επέτρεψε σε όλους τους συμμετέχοντες να κερδίσουν (αν και άνισα) από τα λάφυρα της φτηνής εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο (εις βάρος του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, ο οποίος δεν είχε λόγο στο Μπρέτον Γουντς), αλλά και από την εισαγωγή νέων τεχνολογιών που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Όμως, όπως έχει αποδείξει η μαρξιστική θεωρία, αυτή η “χρυσή εποχή” δεν θα μπορούσε να διαρκέσει καθώς η κερδοφορία του κεφαλαίου άρχισε να μειώνεται και η κυριαρχία των ΗΠΑ στο εμπόριο και στις ροές κεφαλαίων άρχισε να φθίνει. Το τέλος του Μπρέτον Γουντς ήταν προϊόν των μεταβαλλόμενων συνθηκών για το παγκόσμιο κεφάλαιο. Δεν οφειλόταν στην αλλαγή της οικονομικής ιδεολογίας, από την κεϋνσιανή διεθνή μακροοικονομική διαχείριση, στις “νεοφιλελεύθερες” ελεύθερες αγορές νομισμάτων και εμπορίου. Ήταν η αλλαγή των οικονομικών συνθηκών που επέβαλε την αλλαγή της ιδεολογίας των οικονομολόγων και των πολιτικών προς τις “ελεύθερες αγορές”, τα κυμαινόμενα νομίσματα και την απορρύθμιση του εμπορίου και των ροών κεφαλαίων (παγκοσμιοποίηση).
Η αναβίωση ενός νέου “Μπρέτον Γουντς” δεν είναι δυνατή στον 21ο αιώνα. Δεν υπάρχει όλο και περισσότερο καμία κυρίαρχη οικονομική δύναμη που να μπορεί να υπαγορεύει τους όρους της στους άλλους- και δεν διανύουμε μια “χρυσή εποχή” υψηλής κερδοφορίας, στην οποία όλες οι μεγάλες οικονομίες μπορούν να συμμετέχουν. Αντιθέτως, η κερδοφορία του κεφαλαίου στις μεγάλες οικονομίες βρίσκεται κοντά στα χαμηλά 50 ετών και η κυριαρχία των τεσσάρων μεγάλων νομισμάτων στις παγκόσμιες καπιταλιστικές αγορές κατακερματίζεται σε μια πληθώρα μικρών νομισματικών καθεστώτων (όπως διαπιστώνει το ΔΝΤ).
Μην με παρεξηγήσετε, το δολάριο εξακολουθεί να έχει τον πρώτο λόγο στις παγκόσμιες αγορές. Πράγματι, σε παγκόσμιες υφέσεις και σε γεωπολιτικές κρίσεις, το δολάριο γίνεται το ισχυρότερο μεταξύ των εθνικών νομισμάτων, μαζί με τον χρυσό, ως το παγκόσμιο νόμισμα εμπορευμάτων. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν τα επιτόκια φαίνεται ότι θα αυξηθούν περισσότερο στις ΗΠΑ, απ’ ό,τι σε άλλες μεγάλες οικονομίες.
Η διαφορά τώρα είναι ότι η αύξηση των επιτοκίων και το ισχυρό δολάριο δεν προμηνύουν μια πιο αρμονική παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, αλλά αντιθέτως την καταστροφή για τις πιο αδύναμες και φτωχές χώρες παγκοσμίως. Μια πρόσφατη μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που βασίστηκε στη μέτρηση των δυναμικών επιπτώσεων του χαμένου εμπορίου και της διάχυσης της τεχνολογίας, διαπίστωσε ότι “μια πιθανή αποσύνδεση του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος σε δύο μπλοκ – ένα μπλοκ με επίκεντρο τις ΗΠΑ και ένα μπλοκ με επίκεντρο την Κίνα – θα μείωνε την παγκόσμια ευημερία το 2040 σε σύγκριση με το βασικό επίπεδο κατά περίπου 5%. Οι απώλειες θα ήταν μεγαλύτερες (πάνω από 10%) στις περιοχές με χαμηλό εισόδημα που επωφελούνται περισσότερο από τις θετικές τεχνολογικές δευτερογενείς επιδράσεις του εμπορίου”. Υποψιάζομαι ότι η ζημιά στις φτωχότερες οικονομίες θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη σε έναν πιο κατακερματισμένο νομισματικό κόσμο. Αυτό είναι κάτι με το οποίο θα ασχοληθώ στην επόμενη ανάρτησή μου.
Πηγή: The Next Recession
Μετάφραση: antapocrisis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου