Ο απίστευτος παραλογισμός των «διερευνητικών», πέρασε σήμερα στο «αναβαθμισμένο» επίπεδο, με τις πολιτικές διαβουλεύσεις ανάμεσα στους γενικούς γραμματείς των Υπουργείων Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας. Κρίσιμο ζήτημα παραμένει η διαφορά στην αντίληψη με την οποία προσεγγίζουν αυτήν την διαδικασία οι πολιτικοί εκπρόσωποι των δύο μερών…
Για την Ελληνική πολιτική τάξη, τα φοβικά σύνδρομα από τα οποία διακατέχεται διαχρονικά η Εξωτερική πολιτική της χώρας μας, παραμένουν παρόντα και δυστυχώς αφήνουν ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους ΚΑΙ σε αυτήν την εξαιρετικά αμφιλεγόμενη υπόθεση.
Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει ίχνος σοβαρότητας στην λογική που επικαλούνται οι εκπρόσωποι των Ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίοι αναμασούν τον ισχυρισμό που λέει ότι, οι διερευνητικές συνομιλίες συμβάλουν στην διατήρηση ανοικτών διαύλων επικοινωνίας, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αναγκαία λειτουργικότητα στις διμερείς σχέσεις με τη γείτονα. Και φυσικά δεν υπάρχει ίχνος σοβαρότητας στον μονομερή Ελληνικό ισχυρισμό που συντηρεί την ψευδαίσθηση ότι
δήθεν στο περιβάλλον των «διερευνητικών», αναζητούνται δυνητικά περιθώρια συνεννόησης, προκειμένου να διευθετηθεί η μία και μοναδική διαφορά που υπάρχει για την Ελλάδα και η οποία αφορά στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών (διευκρινίζοντας ενίοτε ότι αυτές είναι η ΑΟΖ και η Υφαλοκρηπίδα).Πρόκειται για μια τοποθέτηση παιδαριώδη και κατάφορα υποκριτική έναντι της Ελληνικής κοινωνίας, η οποία επιπροσθέτως είναι και επικίνδυνη, αφού εκπέμπει το λάθος μήνυμα και έναντι της Διεθνούς κοινότητας αλλά απέναντι στην αναθεωρητική Τουρκία. Πρόκειται για μια τοποθέτηση που συντηρεί συνειδητά το ψεύδος και συγκαλύπτει την πρωτοφανή ρηχότητα στην συστημική Ελληνική στρατηγική σκέψη και το μόνο που κάνει είναι να ανατροφοδοτεί αδιέξοδα και να συσσωρεύει στρατηγικά ολισθήματα με κόστος ανυπολόγιστο για την χώρα. Εδώ που φτάσαμε όμως, τα πράγματα θα πρέπει να λέγονται με το όνομά τους…
Δίαυλοι επικοινωνίας νοούνται μόνον στο πλαίσιο μιας αμφίδρομης μεταφοράς συγκεκριμένων προθέσεων, οι οποίες λαμβάνονται υπ’ όψιν και συνεκτιμώνται αμοιβαία από τους συμμετέχοντες. Η Τουρκία αυτό το οποίο κάνει στο περιβάλλον των «διερευνητικών», είναι να επαναβεβαιώνει την ανυποχώρητη στάση της γύρω από ένα ευρύτερο πλαίσιο αιτημάτων τα οποία αμφισβητούν το δικαίωμα μέρους της Ελληνικής επικράτειας να έχει υπόσταση, και τα οποία φυσικά διατυπώνονται με απερίφραστο τρόπο από τα πολιτικά της στελέχη και συγκεκριμενοποιούνται επί του πεδίου με την πειρατική δράση των αεροναυτικών της δυνάμεων αλλά και των υβριδικών της επιχειρήσεων.
Η Ελλάδα επί όλων αυτών τι ακριβώς αντιπαραθέτει ως προς το αδιαπραγμάτευτο των Εθνικών της δικαίων, όταν ακόμη και επί του πεδίου αναδιπλώνεται και συρρικνώνει το εύρος ακόμη των κόκκινων γραμμών;;;
Δίαυλοι επικοινωνίας νοούνται σε ένα περιβάλλον εκπεφρασμένης διάθεσης για συνεννόηση μεταξύ των μερών, με βάση κανόνες και αρχές. Ποια ακριβώς είναι η εκπεφρασμένη διάθεση συνεννόησης την οποία διακρίνει η Ελληνική πολιτική ηγεσία της χώρας μας, όταν το μοναδικό δεδομένο που έχει στην διάθεσή της είναι το γεγονός πως η Τουρκία πρώτα «φυτεύει» τετελεσμένα και εκ των υστέρων απαιτεί την νομιμοποίησή τους σε βάρος των εθνικών κυριαρχικών μας δικαίων;;;
Δυνητικά περιθώρια συνεννόησης στο πλαίσιο μιας λειτουργικής διμερούς σχέσης, υπάρχουν μόνον σε ένα περιβάλλον σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας. Σε ένα περιβάλλον όπου…
- Η ίδια η υπόσταση της χώρας αμφισβητείται ευθέως…
- Η Κυπριακή Δημοκρατία αν και κράτος μέλος του ΟΗΕ αντιμετωπίζεται ως εκλιπούσα γεωπολιτικά και σύρεται εκβιαστικά στην τυπική της αυτοκατάργηση…
- Το δικαίωμα της χώρας μας να διαχειρίζεται με όρους απρόσκοπτης κυριαρχίας τμήματα της επικράτειάς της απαιτείται να απεμποληθεί…
Δυνητικά περιθώρια συνεννόησης σε ένα τέτοιο περιβάλλον, μόνο μια κυβέρνηση προδιατεθειμένη να υπαναχωρήσει μπορεί να διακρίνει, εξαπατώντας με τρόπο προκλητικό τους ίδιους τους πολίτες της.
Η Ελλάδα με δυο λόγια παραμένει στις «διερευνητικές» ως μια παθητική παρουσία που υποβάλλεται σε ένα διαρκές “bulling” ΚΑΙ από τους συμμάχους της αλλά ΚΑΙ από την Τουρκία, την ίδια στιγμή που η πολιτική τάξη της γείτονος, τις εργαλειοποιεί πλήρως στο πλαίσιο των πολλαπλών της στοχεύσεων, με προεξάρχουσα την προώθηση της αναθεωρητικής στρατηγικής της ατζέντας.
Η Ελλάδα με την παραμονή της στο φιάσκο των «διερευνητικών», αυτό που κάνει είναι μια διαχείριση προσχημάτων προκειμένου να μην δεχτεί κριτική από τους «συμμάχους» της. Για την Τουρκία οι διερευνητικές είναι το διαβατήριο ενός καθ’ υπαγόρευσην καθωσπρεπισμού, με τον οποίο αποσπά έναν ρόλο πρωταγωνιστικό σε περίεργες Ευρωασιατικές ισορροπίες.
Για την Ελλάδα η παραμονή στο φιάσκο των «διερευνητικών», είναι συνακόλουθη των φοβικών της συνδρόμων, τα οποία την καθηλώνουν σε ένα τραπέζι στο οποίο ο υποτιθέμενος συνομιλητής, αμφισβητεί ευθέως το δικαίωμά της να υπάρχει ως χώρα. Για την Τουρκία η υποτιθέμενη διερεύνηση, είναι ένας εύσχημος τρόπος να προειδοποιεί για τετελεσμένα τα οποία δεν θα διστάσει να επιβάλει και επί του πεδίου, αιφνίδια αποσπώντας και την ανοχή των υποτιθέμενων συμμάχων της χώρας.
Την στιγμή που η φαρσοκωμωδία των «διερευνητικών» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με τους όρους που επιβάλει η Τουρκία, στην Ελλάδα σερβίρονται εικασίες και ευχολόγια τα οποία απενοχοποιούν την κυβερνητική αναποφασιστικότητα, τις εκδηλώσεις υποχωρητικότητας και συντηρούν αυταπάτες στον Ελληνικό λαό.
Η διαφορά τακτικής ανάμεσα στην Τουρκία και στην Ελλάδα, έγκειται στο γεγονός ότι, η μεν πρώτη ενσωματώνει τις «διερευνητικές» στο τακτικό της οπλοστάσιο, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να διεμβολίσει και εν τέλει να ακυρώσει τις περιφερειακές συνευρέσεις στις οποίες συμμετέχει η χώρα μας, αποκλείοντας έτσι κάθε δυνατότητα να προσλάβουν εν τέλει χαρακτήρα στρατηγικό.
Έτσι… Την ίδια στιγμή που σύσσωμη πολιτική ηγεσία της Τουρκίας, ξεδιπλώνει με τρόπο απροκάλυπτα απειλητικό την επιθετική αναθεωρητική της ατζέντα αλλά και πολλαπλούς περιφερειακούς εκβιασμούς, οι διπλωματικοί της εκπρόσωποι με την μορφή των «αιτημάτων» προειδοποιούν για τα τετελεσμένα που θα επιδιώξουν να επιβάλουν στο πλαίσιο μιας λίστας που διαρκώς διευρύνεται, στο έδαφος που συντηρεί η διαχρονική Ελληνική ατολμία. Οι επιδιώξεις της Τουρκίας έχουν στρατηγικό αποτύπωμα και μέσα από την μετατροπή της κυριαρχικής φυσιογνωμίας του Αιγαίου, προσβλέπουν στον αεροναυτικό έλεγχο ΚΑΙ ενός μεγάλου μέρους της Μεσογειακής λεκάνης.
Στον αντίποδα η χώρα μας, αντί να εργαλειοποιήσει τις λεγόμενες «διερευνητικές», έξω από αυταπάτες και στην βάση μιας επιθετικής διπλωματικής ατζέντας, εργαλειοποιείται η ίδια στα αδιέξοδά τους και γίνεται αποδέκτης της τουρκικής διεκδικητικής αποθράσυνσης. Η Ελλάδα εγκλωβίζεται στις αυταπάτες του εμμονικά «καλού παιδιού και συνετούς εταίρου», σε μια κρίσιμη ιστορικά συγκυρία που θα έπρεπε να διεκδικήσει ρόλο περιφερειακού πρωταγωνιστή και να προσθέσει νέα κομμάτια στο παζλ της περιφερειακής ατζέντας, ασκώντας νόμιμα δικαιώματα και κλειδώνοντας ανατροπές, ικανές να οχυρώσουν το αδιαφιλονίκητο της Εθνικής της κυριαρχίας.
Επίλογος…
Η τελευταία εξέλιξη με το πολλαπλό διπλωματικό διάβημα της Άγκυρας, δεν προδίδει απλώς νευρικότητα απέναντι στα τεκταινόμενα. Προδιαθέτει… Επί της ουσίας προειδοποιεί ότι η πιθανότητα ενός επιθετικού θεαματικού τυχοδιωκτισμού, είναι υπαρκτή και αυτή η δυνητική εξέλιξη θα πρέπει να προβληματίσει. Είναι προφανές ότι αυτή η ανησυχία δεν αίρεται από την “αιφνίδια” κατά τα λοιπά (για όλους εμάς) συνάντηση Δένδια -Τσαβούσογλου που ορίστηκε για τις 14 Απριλίου στην Άγκυρα.
Τυπικά, αυτή η συνάντηση εμφανίζεται ως προϊόν της σημερινής “αναβαθμισμένης” πολιτικής διαβούλευσης μεταξύ των υπηρεσιακών γενικών γραμματέων των δύο υπουργείων. Επί της ουσίας, είναι φανερό ότι αυτή η συνάντηση δρομολογήθηκε στο παρασκήνιο κατά την διάρκεια των προηγούμενων ημερών και εν μέσω κλιμακούμενης και πολυεπίπεδης επίθεσης της Τουρκίας σε βάρος της χώρας μας, από το σύνολο της πολιτικής και πολιτειακής της ηγεσίας.
Το γεγονός ότι αυτός ο σχεδιασμός δεν επανεξετάστηκε και κυρίως το γεγονός ότι η Ελληνική κυβέρνηση δεν έθεσε ως προαπαιτούμενο για την ανακοίνωση αυτής της συνάντησης, μια δημόσια δήλωση κορυφαίου παράγοντα της Τουρκικής διπλωματίας που να ανασκευάζει τις προκλήσεις που προηγήθηκαν και να τηρεί τουλάχιστον στοιχειωδώς τα προσχήματα, κατά την γνώμη του γράφοντος ΔΕΝ συνιστά θετική εξέλιξη, αλλά μια ακόμη επικίνδυνη τρίπλα στην οποία παγιδεύεται η χώρα, προφανέστατα για να βγάλει την Κύπρο στο σφυρί.
Πρόκειται για ανεπίτρεπτο ερασιτεχνισμό της Ελληνικής διπλωματίας, που θα τον βρούμε μπροστά μας την επόμενη περίοδο. Η Τουρκική Διπλωματία επιδιώκει να παγιδεύσει τον Ελληνισμό στην περιδίνηση του Εθνικού διχασμού και είναι πραγματικά ανησυχητικό το γεγονός ότι το πολιτικό προσωπικό δείχνει να μην το αντιλαμβάνεται…
Πρόκειται για μια ιδιαιτέρως νοσηρή κατάσταση που δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί. Η Ελλάδα οφείλει να εκβιάσει εξελίξεις σε απόλυτη συνεννόηση με όλους εκείνους που συνθέτουν το προσωρινό αντιτουρκικό μπλοκ στην περιοχή, πριν τα πράγματα οδηγηθούν σε αντιστροφή των όρων. Στην Γεωπολιτική οι στρατηγικές συμμαχίες είναι ένα δυναμικά μεταβαλλόμενο μέγεθος και αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τις μονόπλευρα προσανατολισμένες συνευρέσεις που δεν διαθέτουν στρατηγικό βάθος ως προς τα χαρακτηριστικά της συγκρότησής τους.
Αυτό το κενό επείγει να καλυφτεί άμεσα. Εξαιρετικά επείγουσα είναι και η ανάγκη να βρεθεί η Τουρκία σε θέση πολλαπλά αμυνόμενου, έχοντας απέναντί της ένα σύμπλοκο συγκροτημένο στρατηγικά και ένα αδιαπέραστο τείχος που θα τροποποιεί το status με όρους Διεθνούς Δικαίου. Η Τουρκική αποθράσυνση είναι ο καταλύτης προκειμένου να επιταχυνθούν όλα όσα δεν αποτολμήθηκαν. Κι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να γίνει σήμερα διότι το αύριο δεν έχει χώρο ελεύθερο για να επιβιώσουν κομπάρσοι.
Του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου