Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΟΥ ΕΘΕΣΕ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΩΣ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΚΑΤΟΧΙΚΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ

Σε μια περίοδο που η συζήτηση για τις γερμανικές αποζημιώσεις και τη διεκδίκηση του κατοχικού δανείου από την ελληνική πλευρά αναζωπυρώνεται
Για την Iστορία σημειώνουμε ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ο μοναδικός πρωθυπουργός που έθεσε και επισήμως, με νότα, το θέμα της επιστροφής του κατοχικού δανείου.
Με εντολή του ο τότε υπουργός Εξωτερικών Κάρ. Παπούλιας ετοίμασε ρηματική διακοίνωση, την οποίαν ανέλαβε να παραδώσει στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών ο τότε πρέσβης μας στη Γερμανία κ. Μπουρλογιάννης.
Η νότα απερρίφθη από τον τότε καγκελάριο Χέλμουτ Κολ και οι επόμενοι πρωθυπουργοί, Κ. Σημίτης και Κ. Καραμανλής, δεν ανακίνησαν εκ νέου το θέμα.
Σήμερα, και υπό τις παρούσες συνθήκες έντασης μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας λόγω της, μέχρι τούδε τουλάχιστον, αρνητικής στάσης των Γερμανών στο «ευρωπαϊκό σχέδιο σωτηρίας» της χώρας μας, είναι επίσης δύσκολο -αν όχι «αυτοκτονικό» πολιτικά- να τεθεί.
Αργότερα και σε λιγότερο ταραγμένους καιρούς θα μπορούσε η ελληνική κυβέρνηση να επαναφέρει το θέμα,
ευελπιστώντας όχι ίσως στην καταβολή χρημάτων, αλλά στην ικανοποίηση του αιτήματος μέσω κάποιων άλλων μεθόδων.
Για παράδειγμα, θα μπορούσε ένα τμήμα του να συμψηφισθεί με την ανάληψη από τους Γερμανούς της υποχρέωσης να εκτελούν μεγάλα έργα στη χώρα μας, όπως ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου, τον οποίον όμως μάλλον αναλαμβάνουν οι Γάλλοι, η ενίσχυση της πολεμικής μας μηχανής, η αποπληρωμή μέρους του εξωτερικού μας χρέους, το οποίο ειδικά στη σημερινή δημοσιονομική συγκυρία θα ήταν «δώρο Θεού» κ.ά.
Για την Iστορία επίσης σημειώνουμε ότι πριν από τον Α. Παπανδρέου το θέμα είχε θέσει ο Αντ. Σαμαράς (υπουργός Εξωτερικών της Ν.Δ.) στις 18 Απριλίου 1991, υπό τύπον όμως προφορικού ερωτήματος στον τότε υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας κ. Γκένσερ, στη διάρκεια συνομιλιών στην Αθήνα, και εισέπραξε αρνητική απάντηση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ιστορία του κατοχικού δανείου, καθώς και το ύψος στο οποίο υπολογίζεται σήμερα. Το 1942, και προκειμένου να ενισχυθεί ο Ρόμελ στις επιχειρήσεις του στην Αφρική, οι δυνάμεις κατοχής της ναζιστικής Γερμανίας πήραν από την Τράπεζα της Ελλάδος με αναγκαστικό δάνειο -που υπεγράφη στη Ρώμη στις 14 Μαρτίου 1942- 38 εκατ. χρυσές λίρες (άλλοι υπολογισμοί με βάση το δολάριο αναφέρουν απαίτηση 135,8 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ έτους 1947).
Για πρώτη φορά ετέθη θέμα επιστροφής του δανείου στη διάσκεψη του Παρισιού (Δεκέμβριος 1945 - Ιανουάριος 1946) από το μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας καθηγητή Ιωάννη Σμπαρούνη.
Το δάνειο δεν επεστράφη ποτέ, αφού το 1953 με την υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου η καταβολή των γερμανικών επανορθώσεων ανεβλήθη μέχρι να ρυθμιστεί οριστικά το λεγόμενο «γερμανικό ζήτημα» (η ενοποίηση, δηλαδή, των δύο Γερμανιών).
Η Ελλάδα, το 1964 και επί κυβερνήσεως Γ. Παπανδρέου, στέλνει στη Βόννη τον καθηγητή Άγγελο Αντωνόπουλο και το 1965 τον τότε υπουργό Συντονισμού Α. Παπανδρέου, προκειμένου να συζητήσουν τη διευθέτηση του προβλήματος. Ο τότε καγκελάριος Λούντβιχ Έρχαρτ απάντησε (όπως αποκάλυψε ο Α. Παπανδρέου στη Βουλή στις 28/5/1991) ότι «το δάνειο θα επιστραφεί μόλις κλείσει το θέμα της Γερμανίας.
Το Τείχος του Βερολίνου πέφτει, οι δύο Γερμανίες ενοποιούνται, αλλά η κυβέρνηση Κολ αρνείται τη νόμιμη ελληνική απαίτηση με το αιτιολογικό ότι «η συνθήκη των 4+2» (ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Βρετανία + Δ. Γερμανία - Α. Γερμανία) που ενοποιεί τις δύο Γερμανίες δεν ισοδυναμεί με συνθήκη ειρήνης.
Οι δολιχοδρομίες των Γερμανών θεωρούνται όμως αστήρικτες από νομικής πλευράς, όπως έχουν αποφανθεί έγκυροι ειδικοί επιστήμονες. Το ύψος του δανείου που πρέπει σήμερα να επιστρέψει η Γερμανία θα χρειαστεί αρκετούς προϋπολογισμούς για να προσδιοριστεί.
Η εγκυρότερη εκδοχή πάντως θεωρείται αυτή του καθηγητή Α. Αγγελόπουλου, ο οποίος στις 5/3/1991 το εκτιμούσε στα 15 δισ. δολάρια. Με επιτόκιο 3% το 1995 ανερχόταν στα 16,8 δισ. δολάρια, δηλαδή περίπου 3,7 τρισ. δραχμές.
Δεν γνωρίζω πόσο μπορεί να αποτιμάται σήμερα, αφού έχουμε αλλαγή ισοτιμιών, ύπαρξη κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος (ευρώ), συχνές αλλαγές επιτοκίων, δεν είναι όμως και δύσκολο να βρεθεί εάν συσταθεί από κοινού μία ομάδα ειδικών προς τούτο.
Σίγουρα όμως δεν έχει δίκιο ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, αξιότιμος κύριος Αντρέας Πέσκε, όταν υποστηρίζει ότι η Γερμανία έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι της Ελλάδος.
Η αλήθεια είναι ότι το θέμα δεν έχει διευθετηθεί και εξακολουθεί να υφίσταται. Είναι διαφορετικό ζήτημα και λάθος τακτική να συσχετίζεται με τη σημερινή οικονομική και δημοσιονομική κρίση της χώρας ή να εντάσσεται στον «θόρυβο» των ημερών ως απάντηση στα αρνητικά δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου.
Το θέμα πρέπει εν ευθέτω χρόνω να επανεξεταστεί με νηφάλιο τρόπο και με δημιουργική προσέγγιση εκατέρωθεν ώστε να συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη των διμερών σχέσεων των δύο χωρών επ’ ωφελεία και των δύο εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: