Ο χρόνος έχει σταματήσει προ πολλού στο ξακουστό χωριό των Δωδεκανήσων, που μπορεί να δέχεται κομψά τον τουρισμό, αλλά διατηρεί τα ήθη και τα έθιμα αναλλοίωτα.
Εδώ οι γιαγιάδες φορούν κάθε μέρα τα μαντήλια και τις φορεσιές τους κι έχουν όλα τα χαρακτηριστικά της ελληνίδας γιαγιάς που τείνει να αποτελέσει είδος προς εξαφάνιση.
Δείτε καταπληκτικές εικόνες
Θα δεις τα μαντήλια τους φρεσκοπλυμένα, ν' ανεμίζουν μαζί με την υπόλοιπη μπουγάδα κι όταν θα τις συναντάς στα σοκάκια τις Ολύμπου θα σου μιλήσουν σαν να ήσουν εγγόνι τους. «Λεύτερο είσαι;» θα ρωτήσουν κι αναλόγως την απάντηση θα σου φορέσουν τη λευκή ή τη μαύρη μαντήλα που στόλισαν με τα χεράκια τους. «Κάθε φορά που θα τη δένεις, θα κάμεις μιαν ευχή κόρη μου» θα ψιθυρίσουν γλυκά, θα σε ξεπροβοδίσουν με χίλιες ευχές για τύχη και ζωή κι εσύ θα συνεχίσεις τη βόλτα στο χωριό λίγο πιο ανάλαφρα. Με την αισιοδοξία ότι η ανθρωπιά δεν έχει χαθεί και μεταφέρεται σαν φυλαχτό από γενιά σε γενιά.
Αν σου μιλήσουν άπταιστα αγγλικά ή ακόμα και ιταλικά μην ξαφνιαστείς, έτσι είναι οι Ολυμπίτισες, τα φέρνουν όλα στα μέτρα τους. Εδώ δάμασαν το βουνό το ίδιο. Άλλωστε η γυναίκα αποτελούσε ανέκαθεν στυλοβάτη της οικογένειας. Τα παλιά τα χρόνια οι άντρες συνήθως ξενιτεύονταν και άφηναν πίσω τις γυναίκες να ρυθμίζουν τα πάντα. Γι' αυτό αν ρωτήσεις κάποια μεγάλη γυναίκα την ηλικία της μπορεί να ξαφνιαστείς. Βλέπεις το βουνό και οι κακουχίες δε χαρίζουν χρόνια. Αφήνουν ανεξίτηλα ίχνη, οι αέρηδες κι ο μόχθος χαράσσουν σώμα και ψυχή. Με περισσή όμως λεβεντιά οι αγέρωχες Ολυμπίτισες ξαφνιάζουν και αντιστέκονται στο πέρασμα του χρόνου με δυναμισμό, γίνονται έμποροι, δουλεύουν στον τουρισμό, διασώζουν την παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου τους.
Τα σπίτια της Ολύμπου δεν είναι ασπρομπλέ και είναι χτισμένα κατά τα πρότυπα της μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής. Οι Ιταλοί κατακτητές δεν ήθελαν να βλέπουν τα χρώματα της ελληνικές σημαίας στους τοίχους των σπιτιών, έμαθα πρόσφατα από τους ντόπιους. Ώχρα, γήινα χρώματα, απαλά ροζ, λευκά, και γαλάζια είναι τα σπίτια του χωριού με ωραία σκαλίσματα και ζωγραφιές που ξεχωρίζουν. Ο δικέφαλος αετός ξεπροβάλει που και που, σύμβολο ορθοδοξίας κι ελληνικότητας, και προβληματίζει λίγο τον κατακτητή, αλλά οι χωριανοί διαβεβαιώνουν ότι ένα ιδιότυπο πουλί δεν είναι λόγος ανησυχίας.
Έτσι κυλάει ο καιρός στην Όλυμπο, οι τουρίστες αυξάνονται, οι νέοι του χωριού φεύγουν, αλλά η παράδοση παραμένει. Οι γιαγιάδες πλέκουν τα μακριά, άσπρα τους μαλλιά, φορούν τα στηβάνια τους, φτιάχνουν χειροποίητες μακαρούνες, γνήσιες ορεινές πίτες, γεμίζουν κολοκυθοανθούς και βγάζουν στο τραπέζι κατσικάκι μαγειρευτό. Στα πεζοδρόμια κάνουν ρούγα και στολίζουν τα μαντήλια τους, κι όσο κι αν γίνονται συχνά τουριστική ατραξιόν, το κάνουν με αυθεντικότητα.
Το θρησκευτικό αίσθημα είναι ζωντανό και σαν ορεινή πηγή του βουνού αναβλύζει Μεγάλη Βδομάδα και Δεκαπενταύγουστο. Από τη μεριά της θάλασσας μέχρι τις κορυφές των βουνών που την κυκλώνουν ανεμίζουν σημαιάκια και η μεγάλη πλατεία του χωριού με την εκκλησία της Παναγίας της Σελλαγιώτισας ζωντανεύει, μαζί με τα γύρω καφενεία.
Το χωριό είχε κάποτε και πολλούς πετρόκτιστους μύλους, από τους οποίους μόνο ένας έχει αξιποιηθεί με αναπαλαίωση και προσθήκη πανιών. Μία βόλτα στον οικισμό αξίζει, αλλά όχι περισσότερο από μια κουβέντα με τους ντόπιους.
Φεύγοντας ρώτησα μια γιαγιά αν μπορούμε να βγάλουμε μαζί μια φωτογραφία και πριν με αγκαλιάσει με ένα αληθινό χαμόγελο, είπε: «Στάσου δύο λεπτά, είμαι από τις δουλειές, με την ποδιά...». Ξανάδεσε τη μαντήλα της, σουλούπωσε λίγο την παραδοσιακή φορεσιά και πήρε θέση μπροστά στον καφενέ της.
Φωτογραφίες: Ηρώ Παρτσακουλάκη, Κέλλη Παπάζογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου