Η τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης και των επενδύσεων με
σκοπό τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τη βελτίωση της σταθερότητας των δημόσιων
οικονομικών και την παροχή ενός αποτελεσματικού κοινωνικού δικτύου ασφαλείας
είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να συμβάλει στην ανάκαμψη της Ελλάδας από
τον τεράστιο κοινωνικό αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με την
τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ.
Η οικονομική
έρευνα του Οργανισμού για την Ελλάδα καταγράφει αύξηση του ποσοστού φτώχειας
στο ένα τρίτο του πληθυσμού από την εμφάνιση της κρίσης και σημειώνει ότι η
καταπολέμηση της φτώχειας και της ανισότητας πρέπει να αποτελούν επιτακτικές
προτεραιότητες πολιτικής.
Η έρευνα
προβλέπει ενίσχυση της οικονομικής ανάκαμψης το 2017, καθώς οι συνεχιζόμενες
μεταρρυθμίσεις και η εξωτερική ζήτηση θα ωφελήσουν τις επενδύσεις και τις
θέσεις εργασίας. Επίσης, τονίζεται ότι,
η επιτυχής ολοκλήρωση των
διαπραγματεύσεων για την αντιμετώπιση του ζητήματος της βιωσιμότητας του
δημόσιου χρέους είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση των προοπτικών της
οικονομίας.
Ωστόσο,
παραμένουν σοβαροί κίνδυνοι, σημειώνει η έρευνα. Όχι μόνο μπορεί η πιστωτική
ασφυξία να συνεχίσει να υπονομεύει την εγχώρια ζήτηση, αλλά η οικονομική
δραστηριότητα να εξασθενήσει περαιτέρω λόγω της υποχώρησης των εμπορικών
συναλλαγών και της υποτονικότερης ανάπτυξης στις υπόλοιπες χώρες της ζώνης του
ευρώ, που αποτελούν τον προορισμό για το ένα τρίτο των ελληνικών εξαγωγών.
Η έρευνα
προσθέτει ότι η προσφυγική κρίση μπορεί να δημιουργήσει μείζονα προβλήματα για
την ελληνική οικονομία, ιδίως αν η συμβολή της ΕΕ αποδειχθεί ανεπαρκής. Σύμφωνα
με αρχικές εκτιμήσεις, το κόστος της εισροής προσφύγων υπολογίζεται σε περίπου
0,4% του ΑΕΠ για το 2015.
Η
αναδιάρθρωση του χρέους δεν είναι λιγότερο αποτελεσματική από μία διαγραφή
Ορισμένα από τα
προβλήματα που συνδέονται με το υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα μπορούσαν να
αντιμετωπισθούν με την επέκταση της μέσης διάρκειας της περιόδου αποπληρωμής
του καθώς και τη μείωση των επιτοκίων και των κινδύνων αναχρηματοδότησής του,
αναφέρει ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία.
Τα εμπειρικά
στοιχεία δείχνουν ότι οι διαγραφές χρέους συχνά είναι καλύτερες από τις
αναδιαρθρώσεις (με μείωση της παρούσας αξίας του), αναφορικά με την ανάπτυξη
και τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις που ακολουθούν, σημειώνει η έκθεση.
Σημειώνεται,
όμως, ότι μέτρα ελάφρυνσης του χρέους «που συνίστανται σε περαιτέρω
αναδιάρθρωση των ταμειακών ροών, δεν είναι κατ’ ανάγκη λιγότερο αποτελεσματικά
από διαγραφές χρέους, αν και δεν εξαλείφουν πλήρως τους κινδύνους που θα
μπορούσαν να προκύψουν, εάν η ανάπτυξη είναι χαμηλότερη και τα επιτόκια
υψηλότερα σε σχέση με τις προσδοκίες».
«Η σημαντική
επέκταση των περιόδων αποπληρωμής και των περιόδων χάριτος για τα κεφάλαιο και
τους τόκους θα μπορούσε να εξασφαλίσει χαμηλές και σταθερές ακαθάριστες
χρηματοδοτικές ανάγκες μακροπρόθεσμα και, συνεπώς, να μειώσει την αβεβαιότητα»,
σημειώνει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας: «Επιπλέον, τα επιτόκια είναι σήμερα χαμηλά,
αλλά όλα τα επίσημα δάνεια (από τις χώρες της Ευρωζώνης και τον ESM) είναι
κυμαινόμενα. Η γεφύρωση του κινδύνου αυτού, για παράδειγμα, με το κλείδωμα των
επιτοκίων στα σημερινά επίπεδα, θα μείωνε την αβεβαιότητα και θα μπορούσε να
δώσει κάποια περιθώρια για να ανακάμψει η οικονομία και να δώσουν ώθηση στην
παραγωγή οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».
Για παράδειγμα,
αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ, η μετατροπή του χρέους έναντι των Ευρωπαίων εταίρων
και των ευρωπαϊκών θεσμών (δηλαδή των διακρατικών δανείων από τις χώρες της
Ευρωζώνης καθώς και των δανείων από τον ESM και τον EFSF) σε χρέος σταθερού
επιτοκίου από το 2016 και μετά, θα μείωνε σημαντικά τις ακαθάριστες δανειακές
ανάγκες της Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου