Τρίτη 24 Ιουλίου 2018

Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΖΩΓΡΑΦΙΣΕ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΕ ΤΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟ ΒΕΝΙΖΕΛΟ.

ΤΟΝ  ΜΕΓΑΛΟ ΈΛΛΗΝΑ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
“ΜΙΑ ΒΡΑΔΥΑ Σ’ ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ”
(Ένα «τραγούδι» του Κ. Παλαμά για τον Ελ. Βενιζέλο)
 «…Χρυσά τα φύλλα που μιλάν για τη δική σου δόξα
μαύρα τα φύλλα που ιστορούν τα πάθη τα δικά σου
με το σπαθί σου τάγραψες, μοσκοβολάν μπαρούτη…»
(Κ. Παλαμάς, 1936)
ΛΑΤΡΕΥΤΗΚΕ όσο κανείς άλλος Έλληνας πολιτικός και μισήθηκε μέχρι «αναθέματος»∙ διπλασίασε γεωγραφικά τη χώρα και δέχθηκε δυο απόπειρες δολοφονίας∙ υπήρξε ο πιο διορατικός και αποτελεσματικός πολιτικός των τελευταίων διακοσίων χρόνων της ελληνικής ιστορίας,∙ έγινε ο νικηφόρος οδηγητής της «Μεγάλης Ιδέας» του έθνους αλλά και ο πρόξενος μιας μακροχρόνιας «διχόγνωμης αμάχης»∙ όρθωσε, επεξέτεινε, αναμόρφωσε και δημιούργησε τη σύγχρονη Ελλάδα, όμως δεν απέφυγε και πολλά από τα δεινά της.
Η ΕΛΛΑΔΑ πορεύτηκε –και  πορεύεται- αιώνες τώρα,
με διλήμματα. Ζει σ’ ένα γεωγραφικό σταυροδρόμι ολικών καταστροφών και δημιουργικών αναγεννήσεων. Πρόσωπα αλλάζουν, συνθήκες μεταβάλλονται,  διλήμματα αποκτούν ιστορικότητα. Είμαστε χώρα/«τρελοβάπορο» που όλο βουλιάζουμε και πάντα διασωζόμαστε.

ΜΕ ΤΟΝ Ελ. Βενιζέλο δεν υπάρχει ιστορικό δίλημμα. Μόνο υπέρβαση: οι πάντες τον δεχόμαστε ως Εθνάρχη, ως κορυφαίο κι αδιαμφισβήτητα πρώτο ανάμεσα στους Έλληνες πολιτικούς, μετά την Εθνική μας Ανεξαρτησία. Γι αυτό, 80 χρόνια μετά το θάνατό του, γίνονται πανελλαδικά (με συντονιστή το ημέτερο λαμπρό Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελ. Κ. Βενιζέλος») πλείστες εκδηλώσεις. Για να επικαιροποιηθεί ξανά η προσωπικότητα, ο λόγος, η πολιτική και η ανεκτίμητη προσφορά του μεγάλου ανδρός.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ του Βενιζέλου, στις 18 Μαρτίου 1936, άφησε εμβρόντητη την Ελλάδα. Και όχι μόνο. Απλοί πολίτες, η πλειονότητα της πολιτικής ηγεσίας της χώρας κι ο πνευματικός κόσμος δεν παρέλειψαν να πούν το ύστατο χαίρε στο Μεγάλο Κυβερνήτη, τον Στυλωτή του Έθνους, το Λευτερωτή. Μικρή συμβολή στην επέτειο του θανάτου του είναι και το σημερινό σημείωμά μας: Στη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας “Αθηναϊκά Νέα” της 27ης Μαρτίου 1936, σε δίστηλο αφιέρωμα στο Μεγάλο Οδηγητή διαβάζουμε ένα «ποίημα» (συμπίλημα) του Κωστή Παλαμά, του «εθνικού» μας ποιητή, που ρέει σαν δεκαπεντασύλλαβο δημοτικό τραγούδι. Η αλληλοεκτίμηση ανάμεσα στους δυο άνδρες ήταν αμφίδρομη. (Διατηρούμε την ορθογραφία του εισαγωγικού σημειώματος της εφημερίδας, αλλά και του ποιήματος):

[“Τη θλιβερήν αυτήν ημέραν του εθνικού πένθους που η πατρίδα μας με συννεφιασμένους τους ουρανούς της προπέμπει στην ύστατη κατοικία του τον μεγάλο Κυβερνήτη, αρμόζει ν΄ακουσθή περισσότερο από κάθε άλλο ρητορικό μάταιο λόγο, η φωνή του εθνικού ποιητού της Ελλάδος, του Κωστή Παλαμά. Πώς τραγούδησε ο Παλαμάς τον Βενιζέλο, πώς τον ζωγράφισε με το προφητικό του κοντύλι, γνωρίζουν μόνο όσοι έχουν μελετήση όλους τους τόμους των έργων του και μέσα σ΄αυτούς ξεχώρισαν τους στίχους που αφιέρωσε ο ποιητής στον Εθνάρχη.
“Μια βραδυά σ΄ένα σπίτι” τιτλοφορείται το ποίημα, μέσα στο οποίο η μεγάλη μορφή του Βενιζέλου διαγράφεται με αδρές πινελιές χωρίς πουθενά τ΄όνομά του ν΄αναγραφή. Μια βραδυά σ΄ένα σπίτι, σε μια από τις μαύρες παρενθέσεις της φωτερής του δράσεως, όταν ο Βενιζέλος στις κρισιμώτερες καμπές της νεοελληνικής περιπέτειας έμεινε  καταναγκαστικά έξω από την διακυβέρνησι της χώρας, ο Παλαμάς βρέθηκε μέσα σε στενώτατο κύκλο καλλιτεχνών, που περίμεναν την επίσκεψιν του Βενιζέλου.”]:
«Στο σπίτι εσέ προσμέναμε των ταξειδιών πιλότε
στ΄άγρια τα νυχτοπέλαγα και τα βαθειά κανάλια,
που το τιμόνι κράτησες οδηγητής να μπάσης
το νέο καράβι τάμαθο στη θάλασσα της δόξας!
Κι έξαφνα- μαύρος ουρανός κι έξαφνα μαύρη μέρα
και το τιμόνι παρατάς, και μέσ΄απ΄το καράβι,
μέσα στη βάρκα σου έφυγες αλύγιστος σαν ξένος.
……………………………………….
«Ο ένας δειλά σε χαιρετά, κι ο άλλος βουβά σε βλέπει,
και ποιος φιλεί το χέρι σου και ποιος τα λόγια βρίσκει
ρητορεμένα τορνευτά για να σου τα προσφέρη.
Όμως εμείς αθάρρευτοι κι ανήσυχοι μπροστά σου
υπάκουοι κι ανυπόταχτοι, μαζί παιδιά κι αφέντες
καθώς θα στέκουνται συχνά, ψυχές ταλαντεμένες,
στους ήρωες της ενέργειας μπρος οι ανάθρεφτοι του ονείρου.
……………………………………….
«Τα λασιθιώτικα βουνά κι οι σφακιανές μαδάρες
κι ανάμεσα ψηλότερος και σαν πατριάρχης γίγας
ο Ψηλορείτης, τα βουνά τα πυκνωδασωμένα
σε πλάγια, λάκκες και κορφές κρατάνε των αιώνων
παθήματα μαθήματα, της μοίρας τα δεφτέρια.
Χρυσά τα φύλλα που μιλάν για τη δική σου δόξα
μαύρα τα φύλλα που ιστορούν τα πάθη  τα δικά σου!
Με το σπαθί σου τάγραψες, μοσκοβολάν μπαρούτη,
σαν αγριεμένος ουρανός αστράφτουν και βροντάνε.
Δικές σου είνε δυο Δυνάμεις· μια ενέργεια και μια δίψα,
μιαν Αρχαγγέλισσα και μια ημίθεη Αμαζόνα.
Στα χρόνια τα σκοταδερά, τα θαλασσοπνιγμένα
η Αντίσταση κι η Λευτεριά φωτάν και ζουν εσένα.
Χτίζεις βωμούς της Λευτεριάς, η αντίσταση σού σκάβει
λάκκους μπροστά στα πόδια σου και τάφους. Δεν τους τρέμεις!
……………………………………….
«Στα χρόνια τα μαρτυρικά, τα σκλαβοπατημένα
Κρήτη! εσύ λάμψι και φωτιά απ΄την αρχή ως τα τώρα
της φυλής κράτησες εσύ το φλάμπουρο υψωμένο
κι έγινες άξια να κραχτής η Ελλάδα της Ελλάδας!
Κι όταν ο Κύριος θέλησε, και γλύκανε ο θυμός του,
κι άνθισε Απρίλης κι έφτασε το πλήρωμα του χρόνου,
ήρθες εσύ! Στα χέρια σου τα αιματοσταλασμένα
κι ακόμα απ΄άγριο μακελλειό κι απ΄την άγια θυσία
στα χέρια σου δυο ατίμητα πετράδια λαμπυρίζαν,
οράματα σα θάματα ρουμπίνι και ζαφείρι.
Όμως δεν ήρθες μοναχή.
-”Να ο Κυβερνήτης!”-είπες.
Μεσ’ των αιώνων τα έγκατα και στ΄άψαχτα της νύχτας
καθώς η θάλασσα, καιρούς, βαστάει μαργαριτάρια,
θάμα μεσ΄στων ολόβαθων κρυψώνων της τους κόσμους
βαστάω κι εγώ ένα θησαυρό και σας τον ξαναφέρνω
τον Κυβερνήτη στυλωτή, τον Κυβερνήτη νόμο!
Να οι μέρες που προφήτεψαν οι σίβυλλες κι οι ψάλτες!
Γελά η πανώρια η Κέρκυρα προς τη χαρά της Λέσβος,
από τον Όλυμπο χορός ως του Μαλιά τον Κάβο.
Να οι δρόμοι ολάνοιχτοι, στρωτοί, κι οι δάφνες και τα ζήτω.
Μακεδονίτισσες κορφές και ο Κίσσαβος και η Γκιώνα
γνεύτε του Πενταδάκτυλου, την Ίδη χαιρετίστε!
«Μα να και οι μέρες μακρυάθε αγναντεμένες λάμιες
από τις κακογύφτισσες και τις γρηές στρίγκλες άκου!
Ώ, μικροκάμωτη εσύ γη με την τρανή ιστορία
τα δαφνοκλάδια που έστρωσες κλινάρια μην τα κάμης
για να πλαγιάσης. Τ’ άρματα στεφάνωσε μ’ εκείνα
και πάντα κράτα τ’ άρματα! ολονυχτιά στο πόδι
βιγλάτορας, βιγλάτορας από ψηλά ταμπούρια.
Και τόλμα! πρέπει να τολμάς. Άγια Σωτήρα η Τόλμη!
………………………………………
«Κι αν ήρθαν χρόνια δίσεχτα κι αν οι καιροί ωργισμένοι
κι αν χώρισε τ΄αχώριστα διχόγνωμη η αμάχη
της αρμονίας εγώ ψυχή, κι εδώ τα λόγια μου είνε,
της αρμονίας η δέηση, της αρμονίας ο ύμνος»

ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ μας πρέπει «της αρμονίας η δέηση, της αρμονίας ο ύμνος»∙ να ξανακουστεί, ώστε να ξεπεράσουμε τη βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση –κυρίως κρίση αξιών- στην οποία προστέθηκε εντελώς  αναπάντεχα και πάνω απ΄τις δυνάμεις μας κρίση με το προσφυγικό. Τώρα χρειάζεται η χώρα να βρει ξανά έναν «πιλότο» οραμάτων, έναν Οδηγητή, έναν εθνάρχη. (Στ.Γ.Κ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: