Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2023

ΑΚΟΥΤΕ ΤΗΝ ΕΚΠΟΜΠΗ… (ΗΜΕΡΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΥ)

Πηγή: Νίνα Γεωργιάδου -f/b

Δεν είχαμε ακόμη βρύση στο σπίτι. Τα γρατσουνισμένα γόνατα τα πλέναμε με το ποτιστήρι στην αυλή. Και το χειμώνα.

Είχαμε όμως ραδιόφωνο! Ένα μεγάλο ραδιόφωνο, σα μικρό σεντούκι, με φωτεινό καντράν, μια παιχνιδιάρα βελόνα που έκοβε βόλτες δεξιά κι αριστερά πάνω σε νούμερα και μια συρμάτινη μπούκλα για αντένα.

Η κανελιά επιφάνεια της ξύλινης κομόντας φιλοξενούσε δυο μαγείες, το μελωδικό σεντούκι και τη φοντανιέρα με τα σοκολατάκια μαργαρίτα.

Μέσα στη βαθιά χαρακιά της παιδικής μνήμης, αποτυπώθηκε μαζί η γλύκα της σοκολάτας με τη μελωδία των τραγουδιών. Γούναρης, Αττίκ, Σοφία Βέμπο, Χιώτης, Καζαντζίδης, όλοι ζυμωμένοι με σοκολάτα. Και καθώς οι ειδήσεις δεν είναι ούτε καλές ούτε κακές για τα παιδιά, ακόμη και η βαριά φωνή του εκφωνητή ήταν μέρος της μαγείας. Εξάλλου στο σπίτι μας, που ήταν σπίτι γυναικών, ήταν η μόνη αντρική φωνή και αυτό της έδινε και μια πατρική διάσταση.

Τα παιδιά αρπάζονται, καμιά φορά, ακόμη και από μια βελόνα ραδιοφώνου.

Μόνο το άκουσμα του «Ακούτε αναζητήσεις μέσω του Ερυθρού Σταυρού» θόλωνε το φωτεινό καντράν κι έκανε τη βελόνα να τρέμει. Η φωνή της εκφωνήτριας ήταν επίπεδη,

όμως οι λέξεις σπαρταρούσαν μόνες τους. « Ο Γιώργος Κ. από τη Σμύρνη αναζητά την αδερφή του, Ευθαλίτσα…». Σαράντα και βάλε χρόνια μετά και όμως η Ευθαλία έμενε για πάντα Ευθαλίτσα και χαμένη και η ελπίδα γατζωνόταν ακόμα απ’ τη βελόνα του ραδιοφώνου.

Στη δικτατορία, οι παράνομες συχνότητες απαιτούσαν κλειστά παράθυρα και χαμηλή ένταση. Κάποια νύχτα ακούστηκε κάτι περίεργο στο παράθυρο και η μάνα μου ως να κλείσει το ραδιόφωνο, μου λέει , «κάνε ότι βήχεις».

Η δικτατορία, και οι μυστικές ραδιοφωνικές ακροάσεις είχαν κάτι από το σύγκρυο του πυρετού.

Στην εφηβεία, το μεγάλο ραδιόφωνο συρρικνώθηκε σ’ ένα γαλάζιο τρανζιστοράκι, η σγουρή αντένα έγινε πτυσσόμενη κεραία και το μικρό κουτί των μαγικών ήχων έγινε προέκταση του αυτιού. Μέσα απ’ το μικρό κουτί έφτανε το θέατρο της Δευτέρας, η λαχανιασμένη αναμετάδοση των ποδοσφαιρικών αγώνων της Κυριακής και οι μεγάλες ξάγρυπνες εφηβικές νύχτες με Αdamo. Λύνοντας εξισώσεις – πασχίζοντας για την ακρίβεια – ή ασκήσεις φυσικής όπου το βάρος μπουρδουκλωνόταν με την ταχύτητα, το Νέο Κύμα ερχόταν μέσα απ’ το ελάχιστο ραδιοφωνάκι, τα σάρωνε όλα και το αντιμάμαλο στο ρεφραίν έπαιρνε τα αυθάδη αξιώματα και τους ακατάληπτους τύπους και τα ‘πνιγε στον πάτο της μελωδικής θάλασσας.

Δεν μπορώ να ξεχωρίσω αν το ραδιοφωνάκι μ’ έσπρωξε να ερωτευτώ ή αν ο πρώτος έρωτας έκανε ακόμη πιο σφιχτό το δεσμό με τα ερτζιανά. Σίγουρα πάντως όταν έπιασα τις “άλλες συχνότητες” κι άκουσα τον Ξυλούρη να τραγουδά “Γεννήθηκα στο βλέφαρο του κεραυνού” ανακάλυψα κι έναν άλλου είδους έρωτα, που ακόμα και τώρα πολλοί τον λένε ουτοπία.

Τώρα πια, που θυμόμαστε πιο πολλά απ’ όσα προσδοκούμε, το ραδιόφωνο είναι μνήμες ανεξίτηλες για όλες τις φάσεις της ζωής, καθημερινή συντροφιά, με ειδήσεις, διαφημίσεις, βραχνές, βελούδινες φωνές εκφωνητών, δελτία καιρού και νυχτερινές ονειροπολήσεις.

Κι έτσι, εμείς οι παλιοί, ή τρόπον τινά παλιάνθρωποι, που λέει και μια φίλη, στην εποχή της πανδημικής μοναξιάς και της ψηφιακής κουκίδας που έγιναν οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, φέρνοντας το ραδιοφωνικό σήμα του Σαντιάγκο της Χιλής με την ίδια ευκρίνεια που στέλνει το 3ο Πρόγραμμα το δικό του, καταφεύγουμε όλο και πιο πολύ στο μαγικό μίγμα ραδιόφωνο, χωρίς σγουρή μπούκλα ή κεραία, μαζί με μαύρη σοκολάτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: