Του
Παναγιώτη-Ηλία Θεοδ. Κουλού, Φιλόλογου-Εκπαιδευτικού
Η
σημερινή μας εκδήλωση είναι ένα είδος καλέσματος, προσκλητηρίου και αναφοράς.
Με την σημερινή μας παρουσία εδώ δηλώνουμε ένα μεγάλο «παρών» για την απόδοση
τιμής και μνήμης σε όλους αυτούς που χάθηκαν στη δύσκολη για την πατρίδα μας
περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε όλους αυτούς που ήρθαν αντιμέτωποι με τις
συστηματικές και απάνθρωπες διώξεις και εξοντώσεις. Αυτή την πολύτιμη,
ατίμητη
και βαρύτιμη κληρονομιά που μας κληροδότησαν οι μάρτυρες και οι ήρωες εκείνης
της γενιάς, πρέπει να τιμήσουμε και να εκδηλώσουμε τον σεβασμό μας με πράξεις.
Εδώ
λοιπόν υπεισέρχεται το ζήτημα της ιστορικής μνήμης και το χρέος μας απέναντι
στην Ιστορία του τόπου. Το ζήτημα της Ιστορικής μνήμης συμφωνεί με την αληθεία
και την πραγματικότητα, εμπεριέχει δυναμική και αποτελεί «οδοδείκτη» ώστε να
διαφωτίσουμε και να έχουμε «εις πλήρη γνώσιν» την πορεία μας στο παρόν και στο
μέλλον.
Τα
«οδόσημα» της Ιστορικής μνήμης δείχνουν πρόδηλα δυο κατευθύνσεις. Η μια
κατεύθυνση είναι αυτή της ενίσχυσης της αξίας της Ειρήνης και του βαθμού υπεροχής
της έναντι όλων των υψηλών αγαθών για τα οποία παλεύει στο πέρασμα των αιώνων η
ανθρώπινη φύση, συνάμα με το υψηλό αγαθό της Ελευθερίας. Αναντίρρητα η
επικράτησή της συμπεριλαμβάνεται στις ευχές των ανθρώπων διαχρονικά. Από την άλλη μεριά η απαξία, η
αναξιότης και η απόρριψη του πολέμου.
Το
πιο παράλογο γεγονός στη βιωτή των ανθρώπων. Εκεί που όλα βρίσκονται εκτός
υπολογισμού, άλογα και ανέλπιστα. Εκεί που «ο άνθρωπος γίνεται για τον
συνάνθρωπό του λύκος», «homo
hominis
lupus», ένα σκληρό
και κακό ζώο χωρίς συμπόνοια για το συνάνθρωπό του.
Η
μνήμη όμως, όπως λέει και ο μεγάλος μας ποιητής Γεώργιος Σεφέρης, «η μνήμη όπου
και να την αγγίξεις πονάει».
Έτσι
θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε αυτό που οφείλουμε να κάνουμε
σήμερα είναι να λειτουργούμε με γνώμονα το μετασχηματισμό της Ιστορίας σε
Εθνική αυτογνωσία, ώστε σε καμία περίπτωση να μην επιτρέψουμε την επανεμφάνιση
των φρικτών προσώπων του ναζισμού και των διάφορων μορφωμάτων του.
Κατά
αυτόν τον τρόπο φρονηματίζονται οι νέοι κι έχουν εκείνα τα στηρίγματα για μια
ζωή δημιουργική και χρηστή πέρα από ακρότητες, υπερβολές, μισαλλοδοξίες και
φανατισμούς. Από αυτά τα χαρακτηριστικά θα πρέπει να είναι διαποτισμένη η
φιλοπατρία και διαμορφωμένη η Εθνική μας αυτογνωσία.
Η
θυσία των μαρτύρων του ολοκαυτώματος αποτελεί σύμβολο Ελευθερίας και Ειρήνης
που θα εξακολουθεί να στέλνει μηνύματα Ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών σε όλο
τον κόσμο.
Η
θυσία των μαρτύρων του ολοκαυτώματος της 9ης Απριλίου 1943 στην Αγία
Ευθυμία, δίνει πάνω απ’ όλα ένα μεγάλο μάθημα ζωής.
Αφορμή
στέκεται μια φωτογραφία από το αρχείο του Συλλόγου Αγιοευθυμιωτών με τίτλο «Οι
σύγχρονοι μάρτυρες σέρνουν τον σταυρό τους». Εδώ βρίσκονται μικρά παιδιά
κατάκοπα, εξουθενωμένα, άσιτα, λερωμένα, λαβωμένα από το σίδερο και τη φωτιά
του πολέμου. Τα παιδιά σε ουρά κουβαλούν καδρόνια για να αναγείρουν εκ νέου τις
κατοικίες του χωριού. Θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με μικρούς Χριστούς, γιατί
βρίσκονται κι αυτά σε ένα πολύ δύσκολο δρόμο, κουβαλούν κι αυτά τον σταυρό
τους. Ίσως να κουβαλούν και στις πλάτες
τους τον ίδιο τον Χριστό!!
Αναρωτιέται
λοιπόν κανείς πρόκειται για ήττα ή μεγάλη νίκη! Πού έγκειται λοιπόν αυτή η
μεγάλη Νίκη; Τα μικρά παιδιά και ο κόσμος της Αγίας Ευθυμίας βρίσκονται «επί ξυρού
ακμής». Εδώ λοιπόν είναι η μεγάλη Νίκη τους. Αντιμετωπίζουν τον πιο μεγάλο
κίνδυνο και προσπαθούν συνάμα να διατηρήσουν την ισορροπία τους μέσα στις πιο
αντίξοες συνθήκες.
Γιατί
ολοκαύτωμα σημαίνει ερημιά, ολοκαύτωμα σημαίνει θάνατος, ολοκαύτωμα σημαίνει
καταστροφή, ολοκαύτωμα σημαίνει μηδέν. Οι Αγιοευθυμιώτες απαντούν στο σημείο αυτό καταφατικά. Οι
Αγιοευθυμιώτες απαντούν ΝΑΙ στη ζωή. Αυτή η μεγάλη καταστροφή οικοδομεί στα
θεμέλια του θανάτου τη ζωή. Τη λέξη καταστροφή την παίρνω εδώ στην αρχαία
Ελληνική έννοια σαν μια στροφή σαν κάτι που οδηγεί κάπου, σε μία λύση. Έτσι
ακριβώς πάνω σε αυτή την «στροφή» στέκονται όρθιοι οι Αγιοευθυμιώτες. Οι
Αγιοευθυμιώτες ξαναχτίζουν τα σπίτια τους και η ζωή πιστοποιεί την συνέχειά
της. Οι Αγιοευθυμιώτες με την θέληση για ζωή, με την θέληση για συνέχεια, βάζουν
την ζωή και πάλι σε σωστή τροχιά. Γιατί η ζωή μπαίνει σε σωστή τροχιά, γιατί η
ζωή χαρτογραφείται σωστά όταν κάθε μέρα αντιμετωπίζουμε πρόσθετες δυσκολίες και
εμπόδια και αυτές τις δυσκολίες και τα εμπόδια μπορούμε και τα κάνουμε
σκαλοπάτια. Η ζωή βρίσκει τον σωστό της προσανατολισμό όταν έχει μέσα της το
στοιχείο της δοκιμασίας του αγώνα και της λύπης.
Υπό
αυτήν την έννοια οι Αγιοευθυμιώτες είναι οι Νικητές.
Αυτή
η δραματικότητα εμπεριέχει ομορφιά και μεγαλείο. Πρόκειται για μια ζωντανή ηθική
με αίμα και με οστά. Αν πέσεις να μπορέσεις να ξανασηκωθείς, να είσαι
εγρήγορος, να είσαι πάντα έτοιμος, να αγωνίζεσαι πάντα… μέσα στον πόνο μέσα
στην οδύνη.
Στο
σημείο αυτό θα ήθελα να διαβάσω εις μνήμην των μαρτύρων το ποίημα του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη με τίτλο «Αν θέλεις να λέγεσαι
άνθρωπος».
Το
ποίημα αποτελεί ύμνο στην Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη, την αγωνιστικότητα, την
Ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε μια στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη
και για το δίκαιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες - μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζει την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
΄Ετσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κοματιάζονται την ώρα που παίζουν
ανύποπτα στις πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω από τις
οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δεν θα διστάσεις.
Θ’ απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
Θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ’ το κόκκινο στόμα της αγάπης
σου
να την ακούς να σου λέει τα όνειρά της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να
ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του
κόσμου,
για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα
όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή και
περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου
θα συνεχίσεις τον δρόμο σου πάνω στη γη.
Κι όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελλιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν
τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό γράμμα
στη μάννα σου
Θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ’ αρχικά του
ονόματός σου και μια λέξη:
Ειρήνη
σα νάγραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξι ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ’ ολάκαιρο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που
τραγουδώντας πολεμάνε την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Και τώρα δυο λόγια για το Χρονικό της Θυσίας
Η Αγία Ευθυμία έδωσε το "παρών" σε όλους τους αγώνες του έθνους
και το πλήρωσε ακριβά. Ας δούμε τα γεγονότα που οδήγησαν στην ολοκληρωτική
καταστροφή της στις 9 Απριλίου 1943:
Τις απογευματινές
ώρες της 7ης Απριλίου του 1943 δύναμη ανταρτών, υπό τον Δημήτριο Ν. Δημητρίου
(καπετάν Νικηφόρο), έφτασε στην Αγία Ευθυμία. Όλοι τούς υποδέχτηκαν με χαρά,
αφού εκείνοι διακήρυξαν ότι αποκλειστικός σκοπός του ένοπλου αγώνα τους ήταν η
απομάκρυνση του κατακτητή και η απελευθέρωση της Πατρίδας. Γι’ αυτό τον σκοπό
κάλεσαν τους Αγιαθυμιώτες να τους παραδώσουν ό,τι οπλισμό είχαν στα χέρια τους.
Αυτή η προτροπή δεν βρήκε πρόθυμη ανταπόκριση, τα λίγα δε όπλα που παραδόθηκαν
φυλάχτηκαν στο Κοινοτικό Κατάστημα.
Το ανταρτικό τμήμα
Δημητρίου διανυκτέρευσε στο χωριό, αφού εγκατέστησε δύο φυλάκια, το ένα στον
δρόμο προς την Άμφισσα και το άλλο στον δρόμο προς τη Βουνιχώρα. Τις πρωινές
ώρες της επομένης (8 Απριλίου του 1943) το προς τη Βουνιχώρα φυλάκιο ειδοποίησε
τη διοίκησή του ότι, στο βάθος του ορίζοντα, φάνηκε φάλαγγα ιταλικών
αυτοκινήτων, άγνωστου αριθμού. Οι Αγιαθυμιώτες, σαν από διαίσθηση,
διασκορπίστηκαν, ενώ οι αντάρτες εσπευσμένα κατευθύνθηκαν προς τη δυτική πλευρά
του χωριού, προς τα εκεί δηλαδή απ’ όπου ερχόταν η πομπή των εχθρικών οχημάτων
και έλαβαν θέσεις μάχης, κρυμμένοι μέσα στ’ αμπέλια.
Ύστερα από μικρό
χρονικό διάστημα έγινε η συνάντηση. Υποστηρίζεται, από μερικούς, ότι σκοπός των
ανταρτών δεν ήταν η επίθεση κατά των Ιταλών, αφού τα οχήματα αυτά δεν
αποτελούσαν πολεμική δύναμη, αλλά ταχυδρομική αποστολή, με προορισμό την Αθήνα,
στην οποία επέβαιναν και μερικοί Έλληνες. Γεγονός πάντως είναι ότι ρίχτηκε
πυροβολισμός κατά των Ιταλών, εκείνοι ανταπέδωσαν και η σύρραξη γενικεύτηκε.
Από την πλευρά των ανταρτών δεν υπήρξαν θύματα. Οι Ιταλοί είχαν αρκετούς
νεκρούς και τραυματίες, δεκαεπτά αυτοκίνητα πυρπολήθηκαν, ενώ τρία κατόρθωσαν
να διαφύγουν από τον κλοιό που δημιουργήθηκε. Από τα αυτοκίνητα αυτά το ένα
βλήθηκε λίγο έξω από την Αγία Ευθυμία, ενώ τα υπόλοιπα δύο κατόρθωσαν να
συνεχίσουν τη πορεία τους και να μεταφέρουν στο φρουραρχείο τους στην Άμφισσα
το μήνυμα της καταστροφής.
Οι αντάρτες έφυγαν
και κατευθύνθηκαν προς το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία.
Ένας τραυματίας
Ιταλός αξιωματικός, ονόματι Αιμίλιος, σύρθηκε προς το χωριό και αιμόφυρτος
έπεσε μπροστά σε ένα μαγαζί. Εκείνες τις ώρες φάνηκε η μεγαλοψυχία και ο
ανθρωπισμός της φυλής μας, στο πρόσωπο δύο απλοϊκών γυναικών, της Αγγελικής Γ.
Παπαϊωάννου και της Χρυσής Τριανταφύλλου, οι οποίες περιμάζεψαν τον τραυματία,
τον μετέφεραν στο σπίτι της πρώτης και του πρόσφεραν τις όποιες πρώτες βοήθειες
μπορούσαν. Μνημονεύουμε με έμφαση το περιστατικό και ως δείγμα της ψυχοσύνθεσης
των Αγιοευθυμιωτών, αλλά και για τα όσα επακολούθησαν.
Τις απογευματινές
ώρες της ίδιας ημέρας, τμήμα ιταλικού στρατού από το Λιδωρίκι έφτασε στο χωριό.
Δολοφόνησε δυο κατοίκους, που συνάντησε στη διαδρομή του, περισυνέλεξε τους
νεκρούς και τους τραυματίες ομοεθνείς του, μεταξύ των οποίων και τον αξιωματικό
-λοχαγό ή ταγματάρχη- Αιμίλιο, που προαναφέραμε και τους μεν τραυματίες
μετέφερε στο νοσοκομείο της Άμφισσας για νοσηλεία, τους δε νεκρούς σε άγνωστο
μέρος, εκτός περιοχής, για ενταφιασμό.
Μέσα στο χωριό
αντελήφθησαν την Ελληνική σημαία να κυματίζει στον ιστό του κοινοτικού
καταστήματος, έσπασαν τη πόρτα του και αφού βρήκαν τα λιγοστά όπλα, που είχαν
παραδοθεί, το πυρπόλησαν.
Το χωριό πάγωσε.
Όλοι είχαν αντιληφθεί ότι οι φασιστικές δυνάμεις θα ανταπέδιδαν το χτύπημα.
Τις πρωινές ώρες
της άλλης μέρας (Παρασκευή 9 Απριλίου του 1943 – μαύρη Παρασκευή για την Αγία
Ευθυμία), ιταλικές δυνάμεις από την Άμφισσα κύκλωσαν το χωριό από παντού. Όσους
στη διαδρομή τους συναντούσαν -διακόσιους περίπου- κυρίως ηλικιωμένους και
γυναικόπαιδα, τους συγκέντρωσαν στο σημείο αυτό όπου κατασκευάσθηκε το 2006 το
Μνημείο της Εθνικής Αντίστασης. Οι μάχιμοι άνδρες, υποπτευόμενοι τα όσα θα
επακολουθούσαν, είχαν απομακρυνθεί, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις.
Ταυτόχρονα άλλες
ιταλικές δυνάμεις έβαλαν φωτιά σε όλο το χωριό. Η Αηθυμιά έγινε λαμπάδα Μεγαλο-Παρασκευιάτικη.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, του έτους 1946,
από τα 423 σπίτια του χωριού τα 365 καταστράφηκαν ολοκληρωτικά και τα 20
μερικώς. Λίγα, και κείνα συμπτωματικά, γλίτωσαν από τη πύρινη λαίλαπα.
Οι όμηροι έβλεπαν
τα νοικοκυριά τους να καταστρέφονται από τη φωτιά και δεν μπορούσαν να κάνουν
κάτι. Αντίθετα οι Ιταλοί, κάνοντας επίδειξη της φασιστικής τους νοοτροπίας,
δολοφόνησαν, εν ψυχρώ, έναν αιχμάλωτο, μπροστά στα μάτια της γυναίκας του και
του δίχρονου γιου του. Την ίδια τύχη επιφύλαξαν και σε γέροντα, που με οργή
αντέδρασε στην αναίτια δολοφονία του πρώτου.
Σε διάφορα σημεία
του χωριού, το ίδιο πρωινό, δολοφόνησαν άλλους τρεις Αγιοευθυμιώτες.
Οι αιχμάλωτοι
οδηγήθηκαν πεζοί στην Άμφισσα. Καθοδόν δολοφονήθηκε ένας γέροντας που
κοντοστάθηκε. Όλοι τους μεταφέρθηκαν στο γήπεδο της πόλης. Εκεί δολοφόνησαν δύο
ακόμη αιχμαλώτους και στο χώρο του θερινού κινηματογράφου ΑΙΓΛΗ άλλον έναν.
Ο αριθμός των
θυμάτων της ημέρας εκείνης ανέρχεται σε οκτώ (8), θα ήταν δε πολύ μεγαλύτερος
εάν η Χρυσή Τριανταφύλλου, όμηρος κι αυτή, δεν ζητούσε επίμονα και με ουρλιαχτά
να συναντήσει τον αξιωματικό, που την προηγούμενη ημέρα είχε περιποιηθεί τα
τραύματά του. Την οδήγησαν στο νοσοκομείο. Ο τραυματίας την αναγνώρισε αμέσως,
φωνάζοντας: «Κυρία, η ζωή μου» και έδωσε εντολή να μη συνεχιστούν τα αντίποινα
και οι όμηροι να αφεθούν ελεύθεροι, πράγμα που έγινε. Το κακό όμως είχε
συντελεστεί.
Αλλά ο χορός της
φωτιάς δεν είχε κάνει ακόμα τον μακάβριο κύκλο του. Την επόμενη ημέρα -10
Απριλίου- ιταλικό απόσπασμα από την Άμφισσα πέρασε και πάλι από το χωριό. Σε
κεντρικό του σημείο έγινε αντιληπτός κάτοικος του χωριού να προσπαθεί να
παρεμποδίσει τη μετάδοση της φωτιάς από το διπλανό σπίτι στο δικό του. Τον
συνέλαβαν, τον πήραν μαζί τους και έξω από την Βουνιχώρα τον δολοφόνησαν.
Η Βουνιχώρα είχε
την ίδια τραγική τύχη. Η λαϊκή μούσα τραγούδησε το δράμα των δύο χωριών:
Βαριά
στενάζουν τα βουνά
κι
ο ήλιος σκοτεινιάζει,
η
Βουνιχώρα καίγεται
κι
η ΑηΘυμιά ανταριάζει.
Την
περίοδο 1940-1944, τριανταεπτά (37) Αγιαθυμιώτες έχασαν άμεσα τη ζωή τους από
τους κατακτητές ενώ οι συνολικές απώλειες του χωριού κατά τη διάρκεια της
κατοχής ήταν 120 άτομα. Για όλες
αυτές τις θυσίες η Αγία Ευθυμία ανακηρύχθηκε Μαρτυρικό Χωριό, με Π.Δ. του 2000.
Το
2006 κατασκευάστηκε το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης στον χώρο εδώ όπου πραγματοποιείται
κάθε χρόνο, τον Απρίλιο, εκδήλωση μνήμης προς τιμήν όλων των πεσόντων και για
το οποίο γράφει ο ποιητής:
Της
λευτεριάς χτίστηκε εδώ
μνήμης
προσκυνητάρι,
και
βαθειοθεμελιώθηκε
της
δόξας ο βωμός.
Η
νίκη με τ’ αμάραντο
στεφάνωσε
κλωνάρι,
την
Αη-Θυμιά, που των ναών
εγίνηκε
Ναός.
Αιωνία τους η μνήμη…
Σημείωση: Το
παραπάνω αποτελεί το κείμενο της ομιλίας του Παναγιώτη-Ηλία Θεοδ. Κουλού, στις
9 Απριλίου 2017, κατά την Εκδήλωση Μνήμης για την 74η επέτειο από την πυρπόληση
της Αγίας Ευθυμίας (9 Απριλίου 1943) από τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου