Ουσιαστικό
απατεώνας αρσενικό (θηλυκό: απατεώνισσα)
- το πρόσωπο που ξεγελάει κι εξαπατά συστηματικά τους άλλους για δικό του όφελος, με το να εκμεταλλεύεται την εμπιστοσύνη, την καλή διάθεση που δείχνουν ή την αφέλειά τους
Όταν έλεγε οτι θα έσκιζε το μνημόνιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου