Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023

ΙΟΥΛΙΟΣ 1965: ΌΤΑΝ ΕΝΑ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟ ΛΑΟΥ ΦΩΝΑΖΕ ”ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΚΑΘΑΡΜΑ.”

Οι καταιγιστικές εξελίξεις του καλοκαιριού του 1965, που έμειναν στην Ιστορία ως «Ιουλιανά», περικλείουν δύο διαφορετικά αλλά συμπληρωματικά φαινόμενα.
Η κρίση του Ιουλίου του 1965 έχει καταγραφεί ως η σημαντικότερη πολιτική κρίση σε ολόκληρη τη μεταπολεμική περίοδο της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Και αυτό όχι μόνον επειδή ανατράπηκε η νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου με παρέμβαση του Παλατιού και με σωρεία από αποστασίες βουλευτών της…Εν συντομία τα κυριότερα γεγονότα του Ιουλιανού Πραξικοπήματος έχουν ως εξής: Ημέρα Πέμπτη 15 Ιουλίου 1965 και ώρα 7 το απόγευμα ο πρωθυπουργός της χώρας Γεώργιος Παπανδρέου έφτασε στα ανάκτορα της οδού Ηρώδου του Αττικού για να συναντηθεί με τον νεαρό βασιλιά Κωνσταντίνο Γλίξμπουργκ.

Η συνάντηση υπήρξε ολιγόλεπτη. Γύρω στις 7.15 ο πρωθυπουργός αναχωρούσε σκεπτικός για την κατοικία του στο Καστρί, αρνούμενος να κάνει την παραμικρή δήλωση στους δημοσιογράφους. Μία ώρα αργότερα, όμως, γύρω στις 8.15, κάλεσε τους πολιτικούς συντάκτες και τους ανακοίνωσε: «Επήλθε διαφωνία Στέμματος και κυβερνήσεως. Αύριον θα υποβάλω την παραίτησίν της κυβερνήσεως και θα προβώ εις ανακοινώσεις». Η εμφανής αιτία της ρήξης ανάμεσα στον Γ. Παπανδρέου και το Παλάτι αφορά το γεγονός ότι ο βασιλιάς δεν αποδέχτηκε να αντικατασταθεί στο υπουργείο Άμυνας ο Πέτρος Γαρουφαλιάς από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Οι πραγματικές αιτίες ήταν περισσότερες και βαθύτερες. Το Κέντρο και η Αριστερά αντέδρασαν αμέσως χαρακτηρίζοντας αυτό που είχε γίνει «Βασιλικό Πραξικόπημα» και ζήτησαν άμεση προσφυγής στις κάλπες. Αλλά τα ανάκτορα, η πολιτικοοικονομική αντίδραση και ο ξένος παράγοντας μετά την παλατιανή εκτροπή δεν επιθυμούσαν και δεν ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν να γίνουν εκλογές.

Η κρίση εκείνη δεν εξαντλήθηκε στο καλοκαίρι του ’65, καθώς ποτέ, στη συνέχεια, το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν επανήλθε στην κοινοβουλευτική κανονικότητα παρά μόνο στη μεταπολίτευση και αφού πρώτα μεσολάβησε η επτάχρονη τυραννία των συνταγματαρχών. Για να είμαστε απολύτως ακριβείς, το Ιουλιανό Πραξικόπημα, ανεξαρτήτως των προθέσεων αυτών που το επέβαλαν, άνοιξε τον δρόμο στη χούντα. Την προετοίμασε απ’ όλες τις απόψεις.

Το ένα ήταν η απροκάλυπτη περιφρόνηση της δημοκρατίας από τον βασιλιά Κωνσταντίνο και το περιβάλλον του,

η άρνηση προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία για την επίλυση της πολιτικής κρίσης που προκλήθηκε από τη διάσπαση της Ένωσης Κέντρου και ο ευτελισμός των κοινοβουλευτικών διαδικασιών μέσω της προσχεδιασμένης «σαλαμοποίησης» της τελευταίας, η υπόθαλψη διαδοχικών αποστασιών με κάθε μέσο προκειμένου να σχηματιστεί «βιώσιμη» κυβέρνηση στηριγμένη στους βουλευτές της δεξιάς αντιπολίτευσης.
Και, μαζί με όλα αυτά, η απονομιμοποίηση μιας μεγάλης μερίδας του πολιτικού κόσμου στη συλλογική συνείδηση, καθώς βουλευτές και στελέχη της Ε.Κ. που τη μια μέρα διατράνωναν την πίστη τους στη δημοκρατία, την επομένη λιποτακτούσαν για να περάσουν στο στρατόπεδο των νικητών με εμφανή ή πιθανολογούμενα ανταλλάγματα.

Το δεύτερο φαινόμενο ήταν η κάθοδος των μαζών στο πεζοδρόμιο για να υπερασπιστούν το δημοκρατικό άνοιγμα της προηγούμενης διετίας, οι 70 μέρες αλλεπάλληλων διαδηλώσεων στο κέντρο της Αθήνας και -σε μικρότερη έκταση- στην υπόλοιπη Ελλάδα, η πεισματική άρνηση μιας μεγάλης μερίδας του λαού να συμβιβαστεί με το ανακτορικό πραξικόπημα.
Στις 15 Ιουλίου είχαμε την δεύτερη επιστολή Παπανδρέου προς τον βασιλιά, επιβεβαιώνει το διακύβευμα της μεταξύ τους αντιπαράθεσης. «Καθιερούται η αρχή ότι δύναμαι να είμαι Πρωθυπουργός αλλά όχι και Υπουργός ωρισμένου Υπουργείου. Θα είμαι επομένως Πρωθυπουργός υπό απαγόρευσιν. Αλλά εάν δεν εμπνέω εμπιστοσύνην θα πρέπει να παύσω να είμαι Πρωθυπουργός. Πολιτικός ανήρ, ο οποίος θα εδέχετο τοιούτον εξευτελισμόν, θα καθίστατο άξιος περιφρονήσεως υπό του λαού. […] Η χώρα έχει ανάγκην ομαλότητος. Αλλά η ομαλότης δεν δύναται να στηριχθή ούτε επί της μειώσεως του Πρωθυπουργού, ούτε επί παραβιάσεως των αρχών της Βασιλευομένης Δημοκρατίας».

Στην συνάντηση του πρωθυπουργού με τον βασιλιά (7 μ.μ.), ενώ τα ανάκτορα πολιορκούνται από πλήθη λαού, κι ενημέρωσή του ότι προτίθεται να παραιτηθεί την επομένη. Προτού υποβληθεί η παραίτηση, μέσα σε μια ώρα διορίζεται πρωθυπουργός ο πρόεδρος της Βουλής, Γεώργιος Νόβας, και δύο -μόνο- υπουργοί: Δημοσίας Τάξεως (Ιωάννης Τούμπας) και Αμύνης (Σταύρος Κωστόπουλος). Νυχτερινό ραδιοφωνικό μήνυμα Παπανδρέου: «Συνετελέσθη σήμερον παραβίασις του Πολιτεύματος. Η κυβέρνησις του Λαού εξηναγκάσθη εις παραίτησιν. Και εκλήθη να κυβερνήση μία ομάς προδοτών της Ενώσεως Κέντρου. […] Αρχίζει από σήμερον νέος ανένδοτος αγών υπέρ της Δημοκρατίας».
Ποιος είναι άραγε ο ρόλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην Αποστασία; Σύμφωνα με την εκτίμηση του εκδότη της «Αθηναϊκής» Ιωάννης Παπαγεωργίου, ο Μητσοτάκης φαίνεται να είναι ο αρχηγός των «αυλοκολάκων» του βασιλιά. Μαρτυρίες από τον στενό κύκλο του εκείνη την εποχή υποδεικνύουν ότι ο Μητσοτάκης βρισκόταν σε έντονη αντιπαράθεση με τον Ανδρέα Παπανδρέου για τη διαδοχή στην ηγεσία της Ένωσης Κέντρου, και ίσως είδε στην Αποστασία μια ευκαιρία να εξασφαλίσει το δαχτυλίδι της εξουσίας, έστω κι αν ήταν σε έναν χώρο πολιτικά ξένο έως εκείνη την στιγμή, όπως αυτόν της Δεξιάς.

Επειδή η εξασφάλιση ψήφου εμπιστοσύνης από τη βουλή φαίνεται αρκετά δύσκολη υπό την πίεση της κοινής γνώμης, ο Νόβας αποφασίζει να καταπνίξει τις μαζικές πορείες με κρατική βία. Ο 22χρονος αριστερός φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας, μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη, που δολοφονήθηκε στις 21 Ιουλίου 1965 κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων είναι, ίσως, το διασημότερο θύμα αυτής της κρατικής βίας. «Το αθηναϊκόν πεζοδρόμιον» διαβάζουμε στη Μακεδονία την επόμενη ημέρα «εβάφη με αίμα. Η αστυνομία οργίασε, κατόπιν διαταγής της κυβερνήσεως Νόβα. Βίαν η οποία δεν έχει προηγούμενον, εξαπέλυσαν οι πραιτωριανοί του κ. Τούμπα [Υπουργού Δημοσίας Τάξεως] αστυνομικοί, κατόπιν διαταγών του, εναντίον διαδηλωτών». Σαν υπενθύμιση ότι η μεροληπτική στάση του Τύπου δεν είναι σύγχρονο φαινόμενο, η ίδια είδηση παρουσιάζεται εντελώς διαφορετικά από την Ελευθερία που υποστηρίζει την Αποστασία: «Η Ε.Δ.Α. έχυσεν αίμα εν ονόματι του κ. Παπανδρέου».

Το σύνθημα «Μητσοτάκη κάθαρμα» μονοπώλησε σε μία από τις κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση των αποστατών που διαρκούν ως τις πρώτες πρωινές ώρες, στις 3 Αυγούστου, ο Μητσοτάκης δείχνει φανερά την ενόχλησή του για τις λαϊκές διαδηλώσεις και το σύνθημα που του απευθύνουν, θεωρώντας, σχεδόν, ότι το να τον βρίζει ο λαός στους δρόμους αντίκειται στη δημοκρατία περισσότερο από τη συνταγματική εκτροπή στην οποία υπήρξε πρωταγωνιστής.

Τα συνθήματα, όμως, του λαού στην προκειμένη περίπτωση κάθε άλλο παρά αντι-δημοκρατικά ήταν καθώς χαρακτηρίζουν τον Ιωάννη Τούμπα «δολοφόνο», επειδή η αστυνομία την οποία διέτασσε ως Υπουργός Δημόσιας Τάξης δολοφόνησε τον Σωτήρη Πέτρουλα. Λένε και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη «κάθαρμα» διότι παρόλο που είχε πρωτοστατήσει στον Ανένδοτο Αγώνα, παρόλο που λόγω και των βενιζελικών –εξ΄αίματος και ιδεολογίας καταβολών του είχε ταχθεί υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, παρόλο που υποτίθεται ότι ήταν υπέρμαχος της δημοκρατίας και του Συντάγματος, συμμετείχε πάλι με ηγετικό ρόλο –αν όχι στο οφίτσιο τουλάχιστον στην ουσία— στη συνταγματική εκτροπή, στην ενίσχυση της άσκησης εξουσίας του Παλατιού, στην περαιτέρω πολιτική αστάθεια, και εν τέλει, κρίνοντας εκ των υστέρων, στην επιβολή δικτατορίας στη χώρα. Δεν ισχυρίζεται κανείς ότι ο λαός –λες και είναι ένα ομοιογενές πράγμα— έχει πάντα δίκιο. Το να υποτιμά, όμως, κανείς τον λαό, να τον μαλώνει, να του κουνά το δάχτυλο, να τον ψέγει για τα συναισθήματά του, να απαιτεί κοσμιότητα όταν ο ίδιος ως πολιτικός, υπεύθυνος τάχα για την ευημερία του συνόλου, δεν μεριμνά για τον λαό αλλά για τον ίδιο και τα συμφέροντα των λίγων που εξυπηρετεί, δίκιο δεν το λες…

Θα με ρωτήσετε, και τι τα θυμήθηκες τώρα όλα αυτά; Τα θυμήθηκα γιατί η ιστορία δεν είναι απλά η γνώση του παρελθόντος· είναι και οι πολιτικές και κοινωνικές χρήσεις και συγκρίσεις του σήμερα, με κάθε άλλη εποχή για την ορθή κατανόηση του παρόντος. Για παράδειγμα, όπως διαφαίνεται και από τα δημοσιεύματα του τότε μιντιακού καθεστώτος, μέσω του έντυπου κυρίως τύπου και των τότε μεγάλων επώνυμων πολιτικών εφημερίδων, το παιχνίδι που παίζει ο τύπος της εποχής θυμίζει αρκετά πρόσφατες και σημερινές καταστάσεις πολιτικής αστάθειας.

Η ”Καθημερινή” για παράδειγμα στηρίζει τους Αποστάτες και την ΕΡΕ, η ”Ελευθερία” του Κόκκα, προσωπικού φίλου του Μητσοτάκη, γίνεται η επίσημη εφημερίδα των Αποστατών, ενώ Τα ”Νέα” και Το ”Βήμα” του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη διατηρούν τις πρώτες μέρες ουδέτερη στάση, η οποία μετά την πίεση του κόσμου που έκαιγε τα φύλλα που έβγαιναν από το τυπογραφείο, στρέφονται υπέρ του Παπανδρέου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: