Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ - ΑΝΤΑΡΤΗΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ - ΜΕ ΝΕΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ – 1.500 σελίδες και 150 φωτογραφίες

«…Μπελής πάει στο Δομοκό/ κι ο Άρης στην Αθήνα/
κι ο Νικηφόρος πέρασε/ πέρα στην Παρνασσίδα…»
50 χρόνια μετά από την πρώτη έκδοσή του (1965) επανακυκλοφορεί στην 5η έκδοση με νέα επιμέλεια το θρυλικό Τρίτομο έργο-ύμνος για την Εθνική Αντίσταση «ΑΝΤΑΡΤΗΣ στα Βουνά της ΡΟΥΜΕΛΗΣ», του Δημήτρη Δημητρίου – καπεταν-Νικηφόρου.
Μέσα στο αντιστασιακό-λογοτεχνικό χρονικό του ζωντανεύει με τον πιο αυθεντικό και γλαφυρό τρόπο το ξεκίνημα και η εποποιΐα της Αντίστασης στη Ρούμελη μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Από τον Πόλεμο του ’40, την Κατάρρευση του μετώπου και την Κατοχή, στις προεργασίες για τον Απελευθερωτικό Αγώνα…
Με απαρχή την πρώτη μάχη 35 ελασιτών των ομάδων Φθιώτιδας και Παρνασσίδας υπό τον Άρη Βελουχιώτη στην χαράδρα της Ρεκάς, τη μάχη στο Κρίκελο, την ανατίναξη της γέφυρας Γοργοπόταμου και τη μάχη του Μικρού Χωριού,

στην εκρηκτική ανάπτυξη του αντάρτικου και στον διαχωρισμό των πρώτων Αρχηγείων. Οι μάχες του Αρχηγείου Παρνασσίδας που εξελίχθηκε στο 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ και η μεγαλειώδης δράση του Λαϊκού Στρατού που δημιούργησε την Ελεύθερη Ελλάδα στα βουνά, στα χωριά και στις πόλεις της επαρχίας μέχρι και την Απελευθέρωση.
Το έργο έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές τόσο για την ιστορική όσο και την λογοτεχνική αξία του. Ανθολογούμε:
> Ένα από τα πιο δυνατά αφηγήματα που έχω διαβάσει στη ζωή μου… Ένας Μακρυγιάννης και ένας ποιητής μαζί στις σελίδες του. Είχα σαν ιερουργία τις ημέρες που το διάβαζα.
Τάσος Λειβαδίτης

> Ποτέ δεν διάβασα τόσες πολλές σελίδες βιβλίου σε μια μέρα. Ποτέ δεν έκλαψα τόσο πάνω σε βιβλίο!
Βασίλης Σαμαρινιώτης
> Ο Νικηφόρος… μπήκε στην καθαρή περιοχή της τέχνης σαν ένας ρωμαλέος τεχνίτης. Μόνο όποιος διαβάσει θα νοιώσει την αξία του.
Μάρκος Αυγέρης

> «Ξεκίνημα της φωτιάς είναι το βιβλίο του Μήτσου Δημητρίου. Παρακολουθούμε με πιασμένη την ανάσα πώς δενότανε κόμπο-κόμπο το ατσάλι της Εθνικής μας Αντίστασης μέσα στις ψυχές του λαού… Το βιβλίο του Νικηφόρου σου μαγκώνει την ψυχή και δεν είναι εύκολο να το παρατήσεις από τα χέρια σου αν δεν το τελειώσεις…».
Τάσος Βουρνάς

> Διαβάζοντάς το, το μυαλό σου τρέχει συνέχεια στη «Διήγηση των Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής» του Γέρου του Μωρηά.
Κ. Πορφύρης

> Το έργο αυτό… δεν ανήκει σ’ εκείνα που επιδέχονται «κριτική». Νομίζω ότι δεν υπερβάλλω, όταν προσθέσω ότι συμβαίνει με τα ανυπέρβλητα αυτά στην τέχνη του λόγου δημιουργήματα ό,τι και με τις δημιουργίες των μεγάλων καλλιτεχνών…
Πάνος Βασιλείου

> …το αισθάνθηκα τόσο ξένο, όσο, περίπου, και το «αίμα της καρδιάς μου», που λένε. Είναι και ιστορία, είναι και τραγωδία, είναι και μεράκι και καϋμός αβάσταχτος κι ανέκκλητος. Είναι Τέχνη. Γιατί, αλήθεια, τι άλλο είναι η Τέχνη;
Δημήτρης Δούκαρης

> …το βιβλίο σου… θα μείνει στον αιώνα…
Ν. Κατηφόρης

Για τη νέα έκδοση
Αθήνα, Μάιος 2015
Παρά το ότι πέρασαν δεκαετίες από την αρχική έκδοση αλλά και τις μετέπειτα επανεκδόσεις του, το βιβλίο παραμένει επίκαιρο. Και οδυνηρά αποκαλυπτικό και διδακτικό για τις νέες περιπέτειες της πατρίδας μας.
Το 1965 που πρωτοεκδόθηκε ο «ΑΝΤΑΡΤΗΣ στα Βουνά της Ρούμελης» κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα έφτανε μέρα να αμφιβάλουμε, από τα καφενεία μέχρι τα πανεπιστήμιά μας, αν η Αντίσταση στον κατακτητή έπρεπε ή δεν έπρεπε να γίνει, αν ήταν επωφελής ή «αντιπαραγωγική» για τον τόπο, αν ο λαός που την αιμοδότησε με κάθε τρόπο την στήριζε εθελοντικά, αν ακόμη θα πρέπει να την αποκαλούμε «Εθνική», αφού φτάσαμε στο σημείο να μην μπορούμε να κάνουμε τη διάκριση των αντίμαχων όρων «εθνικός» και «εθνικιστικός».
Μέσα απ’ τις σελίδες αυτού του χρονικού της Εθνικής μας Αντίστασης εκτός από την ηρωική δράση των παλληκαριών που την στελέχωσαν δίνει βροντερό παρών ο λαός των αστικών κέντρων και ιδίως των χωριών μας, που χωρίς την συμμετοχή, τις θυσίες και την στήριξή του το Αντάρτικο δεν μπορούσε να υπάρξει.
Και δεν είναι τυχαίο ότι στις μέρες μας η –από παλιά γνωστή– «νέα τάξη πραγμάτων» επιχειρεί την απίσχνανση της Δημοκρατίας και την επιβολή της στην Πολιτική, με θεωρητικό εργαλείο, ανάμεσα σε άλλα, τον ιστορικό αναθεωρητισμό και βασικές στοχεύσεις την «εθνοαποδόμηση» και την εξαφάνιση από το προσκήνιο της ιστορίας του λαού και των ηγετικών μορφών που προβάλλουν από το σώμα του, στις κρίσιμες στιγμές της.
Η επανέκδοση του βιβλίου είναι χρέος προς τους γονείς μας και φόρος τιμής προς κάθε πατριώτη που με οποιονδήποτε τρόπο συμμετείχε στην Αντίσταση, προς όλους αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα ενάντια στον κατακτητή, εκτελέστηκαν, δολοφονήθηκαν ή διώχθηκαν λόγω της συμμετοχής τους σ’ αυτήν αμέσως μετά την κατοχή. Προς όλους αυτούς που και σήμερα υφίστανται νέα δίωξη από τους παραχαράκτες της ιστορίας, γιατί το παράδειγμά τους είναι επικίνδυνο για τον εθελόδουλο υπήκοο που κατασκευάζει η παγκόσμια δικτατορία του χρηματιστηριακού κεφαλαίου.
τα παιδιά του συγγραφέα

Δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα του βιβλίου
«ΑΝΤΑΡΤΗΣ στα ΒΟΥΝΑ της ΡΟΥΜΕΛΗΣ» – ΤΟΜΟΣ Α΄
ΔΗΜ. Ν. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ – ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

Όποτε βρισκόμουν στη Λαμία, ήμουν ταχτικός στο ραφείο του Τσιτριμπίνη. Είχα γνωριστεί μαζί του από έναν ξάδερφό μου που δούλευε στο μαγαζί του και μου άρεσε πολύ ο άνθρωπος αυτός. Σύχναζε εκεί κι ένας άλλος αξιωματικός, όχι Λαμιώτης. Με τον πόλεμο είχε ξεμείνει στη Λαμία, παντρεύτηκε κιόλας μου φαίνεται εκεί. Ήταν ένας άνθρωπος κοντός, παχουλός, ψυχρός κι αντιπαθητικός, και η φωνή του σκληρή, τα μάτια του ξεπλυμένα. Είχε βάλει μπρος και πουλούσε κουβαρίστρες κι άλλα τέτοια ψιλικά στα χωριά, να τα βγάλει πέρα. Λίγες κουβέντες αλλάζαμε μαζί, έδειχνε από την πρώτη στιγμή αγροίκος. Με κανέναν δεν τα ταίριαζε.
Τους βρήκα κι αυτή τη φορά μαζεμένους στο ραφείο. Είχαν αρχίσει ζωηρή συζήτηση, κατάλαβα τσιτωμένα τα πράγματα. Εκείνος, ο Τσιτριμπίνης, ο αλησμόνητος (τον δολοφόνησαν κι αυτόν στην αρχή του διωγμού οι τρομοκράτες) όλο γελούσε ο μακαρίτης. Όλο με το γέλιο και προσπαθούσε να συγκρατήσει τα πράγματα, να δείξει και στο λοχαγό με τρόπο ότι δεν είχε δίκηο να μιλάει όπως μιλούσε για τους ιταλούς, αυτός ήταν έλληνας αξιωματικός, και οι ιταλοί κατακτητές. Εγώ έμπαινα σιγά-σιγά στο θέμα. Ο λοχαγός μιλούσε με μίσος για όλους τους άλλους, για τους χωρικούς που δεν τούδιναν περισσότερο σιτάρι για τις κουβαρίστρες του, για τους παληούς στρατιώτες της Αλβανίας ότι ήταν τεμπέληδες κι ανίκανοι. Έσταζε χολή η γλώσσα του. Μόνο τους ιταλούς έβρισκε δικαιολογημένους. «Στο κάτω-κάτω αυτοί εχθροί είναι. Και πάλι πολύ καλά μας φέρονται. Όταν τους φέρεσαι καλά είναι ευγενέστατοι, πολιτισμένοι άνθρωποι». Κόρωσα. «Τι είναι αυτά που λες, του λέω. Αξιωματικός είσαι εσύ;». Γύρισε απάνω μου σαν οχιά, τούφευγαν τα σάλια του, φώναζε αποθηριωμένος κι άρχισε στα καλά καθούμενα να με απειλεί. Σηκώθηκαν άναυδοι όλοι μέσα στο ραφείο στο πόδι. «Να πας να κάμεις ό,τι σου βαστάει η συνείδηση! – του φώναξα στις απειλές του. ― Δε ντρέπεσαι λίγο!».
Έφυγε, δεν τον σήκωνε άλλο το μαγαζί.
― Θα σου κάμει κάνα κακό! – μούπε ανάστατος ο Τσιτριμπίνης.
― Τίποτα δεν θα κάμει – είπα.
Δε χωρούσε στο μυαλό μου ότι μπορούσε να φτάσει εκεί. Και δεν έφτασε. Αργότερα ούτε ξέρω τι έγινε μ’ αυτόν.
(Σημείωση: και ο Νικηφόρος αξιωματικός της Σχολής Ευελπίδων ήταν, ο πρώτος που βγήκε στο αντάρτικο με τον ΕΛΑΣ. Δεν είχε λοιπόν καμία προκατάληψη εναντίον των αξιωματικών του στρατού).
«ΑΝΤΑΡΤΗΣ στα ΒΟΥΝΑ της ΡΟΥΜΕΛΗΣ» – ΤΟΜΟΣ Γ΄
ΔΗΜ. Ν. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ – ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

Τα νέα της Αθήνας εξακολουθούσαν να φτάνουν χείμαρρος. Όλο και πιο ενθουσιαστικά. Τι απέραντος ξεσηκωμός η πολυάνθρωπη πολιτεία. Προσπαθούσαμε να φανταστούμε πώς θα ήταν αυτή η περίεργη κατάσταση, οι γερμανοί μέσα ακόμα και μ’ όλα αυτά ο κόσμος συνέχεια στους δρόμους και να έχει αρχίσει να λειτουργεί η νέα εξουσία.

Μάθαμε ακόμα, οι γερμανοί υπονόμευαν όλα τα έργα κοινής ωφελείας, λιμάνια, ηλεκτρικά εργοστάσια, το φράγμα του Μαραθώνα. Ότι κάθονταν αγριεμένοι με το χέρι στη σκανδάλη. Ότι απειλούσαν να μη τους πειράξει κανείς γιατί θα τα τινάξουν όλα στον αέρα (θέλαν να τα τινάξουν ανενόχλητα οι άνθρωποι!) και είχε αρχίσει φιλονικία και γι’ αυτό με τους αιώνιους έξυπνους τους δειλούς που παρασταίνουν πάντοτε το συνετό. Οι δικές μας εφημερίδες γράφανε ότι πρέπει να τους τσακίσουμε τα χέρια των γερμανών αν θέλαμε να μην κάμουν καταστροφές. Προειδοποιούσαν και τους ίδιους τους γερμανούς τι φριχτή τιμωρία τους περιμένει αν τολμούσαν να συνεχίσουν τα εγκλήματά τους. Όλοι οι αντίπαλοι του λαού, δεν τους άρεθε να δουν το στρατό μας να τσακίζει τους γερμανούς. Μιλούσαν λοιπόν με δήθεν ιερό πάθος για σύνεση. Έβαζαν το γερμανοδιορισμένο δήμαρχό τους να παριστάνει ότι κινείται να πείσει τους γερμανούς να μην πειράξουν την Αθήνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: