Στην καρδιά της Ρούμελης,
ανάμεσα στα Βαρδούσια, την Γκιώνα και την Οίτη, γεννήθηκε,
ανδρώθηκε και έγινε ατρόμητο παλικάρι ένας από τους πλέον ένδοξους ήρωες της
Επανάστασης του 1821, ο Αθανάσιος Διάκος.
Γεννημένος το 1788 ή το 1791 στην Άνω Μουσουνίτσα (σύμφωνα με μια άλλη
εκδοχή, στην Αρτοτίνα, το γραφικό κεφαλοχώρι των Βαρδουσίων), ο
Αθανάσιος Γραμματικός (έτσι ονομαζόταν στην πραγματικότητα), γιος του Νικολάου
Γραμματικού και εγγονός του αρματολού Αθανασίου Γραμματικού, έλαβε σε ηλικία
δώδεκα ετών το μοναχικό σχήμα στη μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, πλησίον
της Αρτοτίνας, και χειροτονήθηκε διάκονος ύστερα από μία πενταετία. Η σύγκρουσή του με τους Τούρκους τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το ράσο και να καταφύγει στα βουνά. Υπηρέτησε στη σωματοφυλακή του Αλή πασά, και αποτέλεσε πρωτοπαλίκαρο του οπλαρχηγού Σκαλτσά και αργότερα του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Το 1820 έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας και οπλαρχηγός της Λιβαδειάς, την οποία απελευθέρωσε υψώνοντας στο κάστρο της τη σημαία της Επανάστασης.
Στο ξύλινο γεφύρι της Αλαμάνας, κοντά στις Θερμοπύλες, ο Αθανάσιος Διάκος και οι λιγοστοί άνδρες του αντιμετώπισαν την 23η Απριλίου του 1821 τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ, επιχειρώντας να παρεμποδίσουν τη διάβαση του ποταμού Σπερχειού από τις κατά πολύ υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις.
Ύστερα από ηρωική και άνιση μάχη, ο Αθανάσιος Διάκος συνελήφθη τραυματίας και οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στη Λαμία, όπου γράφτηκε το τελευταίο, άκρως θλιβερό αλλά και άκρως τιμητικό, κεφάλαιο του σύντομου βίου του. Η άρνηση του έλληνα οπλαρχηγού να αλλαξοπιστήσει και να συνεργαστεί με τον εχθρό είχε ως αποτέλεσμα την παραδειγματική τιμωρία και το μαρτυρικό θάνατό του, διά ανασκολοπισμού και επί πασσάλου.
Στα χώματα του Αθανασίου Διάκου, του εθνικού ήρωα που με το βασανιστικό τέλος του συγκλόνισε αλλά και συνήγειρε τους συμπατριώτες του, συναντά κανείς σήμερα ορισμένα από τα πλέον γραφικά χωριά της Φωκίδας.
Σε καταπράσινη πλαγιά των Βαρδουσίων, σε υψόμετρο 1.100, απλώνεται το χωριό Αθανάσιος Διάκος (Άνω Μουσουνίτσα), πλαισιωμένο από ένα φυσικό περιβάλλον εξαιρετικής ομορφιάς.
Σε μικρή απόσταση βρίσκεται η Μουσουνίτσα, χτισμένη σε ελατόφυτη πλαγιά με ωραία θέα, σε υψόμετρο 900.
Πατρίδα του αρματολού Βλαχαρμάτα, το Μαυρολιθάρι, χτισμένο σε υψόμετρο 1.140, διαθέτει ωραία πλατανοσκέπαστη πλατεία και πηγές.
Στο ψηλότερο σημείο από όλα τα άλλα χωριά (υψόμετρο 1.260) βρίσκεται η Καστριώτισσα, που οφείλει την ονομασία της στο αρχαίο κάστρο της περιοχής.
Χωριό χτισμένο σε πλαγιά της Γκιώνας, σε υψόμετρο 1.080, ο Πανουργιάς (παλαιότερη ονομασία, Δρέμισσα) υπήρξε γενέτειρα, μεταξύ άλλων, του αγωνιστή της Επανάστασης Ιωάννη (Νάκου) Πανουργιά, ο οποίος μετά την απελευθέρωση τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος με σημαντικά αξιώματα.
Στα ριζά της Γκιώνας και στις όχθες ενός παραπόταμου του Μόρνου είναι χτισμένη η Στρόμη, ενώ σε πλαγιά της Οίτης, σε υψόμετρο 1.150, βρίσκεται η Πυρά (Γουρίτσα), που οφείλει την ονομασία της στη γειτονική θέση «Πυρά Ηρακλέους» (διατηρούνται λείψανα πρόστυλου δωρικού ναού του 3ου αιώνα π.Χ. και βωμός που χρησιμοποιήθηκε συνεχώς από τους Αρχαϊκούς Χρόνους έως τη Ρωμαιοκρατία).
Βαγγέλης
Στεργιόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου