Από τη στιγμή της υπογραφής του τρίτου μνημονίου το
καλοκαίρι που μας πέρασε, δεν είναι μόνο η κυβέρνηση που βρίσκεται υπό πίεση,
αλλά και, ψυχολογικά τουλάχιστον, οι ψηφοφόροι της.
Στις παρέες, οι
ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ γίνονται αντικείμενο πειραγμάτων από αυτούς των κομμάτων
της αντιπολίτευσης και ιδιαιτέρως αυτούς του «Ναι» του δημοψηφίσματος, που
αισθάνονται πως παίρνουν μια γλυκόπικρη εκδίκηση. Οι ψηφοφόροι της «πρώτης
φοράς Αριστερά» αντιμετωπίζονται από πολλούς συμπολίτες τους είτε ως
εξαπατημένοι ρομαντικοί είτε ως επικίνδυνα αφελείς. Είναι φανερό πως οι καιροί
που στις κοινωνικές συναθροίσεις οι του ΣΥΡΙΖΑ κουβαλούσαν μια αύρα ελπίδας και
ενθουσιασμού έχουν παρέλθει.
Στις έρευνες
κοινής γνώμης, τους τελευταίους μήνες οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να
διακρίνονται σε τρεις άνισες ποσοτικά κατηγορίες: Η πρώτη κατηγορία
περιλαμβάνει αυτούς που συνεχίζουν, έστω και χωρίς τον προγενέστερο
ενθουσιασμό,
να στηρίζουν την κυβέρνηση και να ελπίζουν. Χονδρικά δείχνουν να
είναι περίπου το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου. Δηλώνουν
ικανοποιημένοι από τα κυβερνητικά πεπραγμένα ή εκφράζουν τη θέση πως είναι
ακόμη νωρίς για να κρίνουν. Ελπίζουν πως θα καλυτερέψουν τα πράγματα μετά μια
δύσκολη περίοδο και κρίνουν πως η κυβέρνηση είναι η καλύτερη δυνατή υπό τις
υπάρχουσες συνθήκες. Εδώ μέσα βρίσκει κανείς ποικίλα κίνητρα, ιδεολογικά,
πολιτικά, ταξικά ή ακόμη και προσωπικές προσδοκίες.
Η δεύτερη ομάδα
συγκεντρώνει αυτούς που αισθάνονται εντελώς απογοητευμένοι και θυμωμένοι. Αυτοί
βροντοφωνάζουν σε όλους τους τόνους πως εξαπατήθηκαν και θέλουν να εκδικηθούν.
Πρόκειται για ανθρώπους που βρέθηκαν στις κάλπες του ΣΥΡΙΖΑ ελπίζοντας στην
κατάργηση των μνημονίων ή, έστω, προσδοκώντας μια καλύτερη διαπραγμάτευση και
λιγότερο επώδυνα μέτρα και τώρα αισθάνονται εξαπατημένοι. Προέρχονται κυρίως
από κοινωνικές ομάδες που έχουν πληγεί από την κρίση και τα προτεινόμενα μέτρα
της κυβέρνησης τους θίγουν ιδιαίτερα (π.χ. αγρότες). Από ιδεολογικής πλευράς,
οι άνθρωποι αυτοί κινητοποιήθηκαν κυρίως από εθνολακϊστικές ρητορικές και όχι
από αριστερά σχέδια και συνέδεσαν εγωιστικές επιδιώξεις (π.χ. να μην πληρώνουν
ΕΝΦΙΑ ή διόδια) με ανιδιοτελείς (υποτίθεται) απόψεις για την υπερηφάνεια του
έθνους μας.
Τέλος, η τρίτη
κατηγορία, και μάλλον η πολυπληθέστερη, είναι οι σιωπηλοί. Αυτοί δηλαδή που
δημοσίως αποφεύγουν κάθε τοποθέτηση, αλλά ιδιωτικώς δηλώνουν προβληματισμένοι
και αμήχανοι για τις εξελίξεις.
Στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης, όπως το facebook, ο χαρακτηριστικός ιδεότυπος αυτού του
ατόμου είναι εκείνος που ενώ τα τελευταία χρόνια και μέχρι το δημοψήφισμα ήταν
έντονα πολιτικοποιημένος και δραστήριος, τους τελευταίους μήνες ανεβάζει μόνο
τραγούδια και φωτογραφίες αποφεύγοντας τον σχολιασμό των σημερινών πολιτικών
τεκταινόμενων. Στις έρευνες κοινής γνώμης, πολλοί από αυτούς δηλώνουν πως δεν
έχουν διάθεση να ψηφίσουν ή δεν ξέρουν τι θα ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές,
όποτε αυτές γίνουν. Αλλοι, πάλι, δεν θέλουν καν να συμμετάσχουν σε τέτοιες
έρευνες ή λένε ψέματα για την προηγούμενη ψήφο τους. Θα μπορούσαμε να
αποκαλέσουμε αυτό το είδος ψηφοφόρου: ο ντροπαλός Συριζαίος!
Από πλευράς
μεγέθους η ομάδα αυτή είναι σημαντική και η επανασυσπείρωσή της αποτελεί βασικό
στόχο της επικοινωνιακής πολιτικής της κυβέρνησης. Το ευτύχημα για την κυβέρνηση
είναι πως οι άνθρωποι αυτοί δεν δείχνουν προς το παρόν να έχουν αποφασίσει να
την εγκαταλείψουν. Ομως η πολιτική επίπτωση της σιωπής, σε συνδυασμό με τις
φωνές των θυμωμένων και εξεγερμένων κοινωνικών ομάδων από την άλλη πλευρά,
ενισχύει το κλίμα απογοήτευσης και δυσαρέσκειας, γεγονός που εξ αντικειμένου
υπονομεύει την κυβέρνηση. Πρόκειται για μια κατάσταση που λίγα χρόνια πριν
είχαν γνωρίσει το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. και τώρα αγγίζει τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η κατάσταση αυτή
είναι δυναμική και αυξανόμενη. Οπως έχει αποτυπώσει στη θεωρία της για το
«σπιράλ της σιωπής», η Γερμανίδα πολιτικός επιστήμονας Elisabeth
Noelle-Neumann, στα άτομα δεν αρέσει να απομονώνονται και να περιθωριοποιούνται
από το κοινωνικό τους περιβάλλον εξαιτίας των πεποιθήσεών τους. Εξαιτίας,
λοιπόν, αυτής της αποστροφής τους, οι άνθρωποι επιλέγουν να σωπαίνουν όταν
διαισθάνονται πως εκφράζουν πολύ μειοψηφικές απόψεις που είναι αντιπαθείς στην
πλειονότητα. Το αποτέλεσμα είναι πως έτσι ανατροφοδοτείται δυναμική η πλέον
θορυβώδης άποψη και διαμορφώνεται μια δυναμική που επηρεάζει ολοένα και
περισσότερους.
Με απλά λόγια, η
δυναμική του παλιού αντιμνημονιακού στρατοπέδου στηριζόταν στη βροντόφωνη
αντίδραση των πολιτών στα δυσάρεστα μέτρα και στην πεποίθησή τους πως υπάρχει
εναλλακτική οδός. Η φωνή τους είχε αντανάκλαση στα παραδοσιακά ΜΜΕ και στο
Διαδίκτυο και στη συνέχεια, μέσω αυτών, επέστρεφε δυνατότερη στην κοινωνία.
Ηταν αυτές «οι φωνές», που κατάφεραν να διαμορφώσουν μια πλειοψηφική πολιτική
κουλτούρα που εκφράστηκε ήδη από τις εκλογές του Μαΐου του 2012. Οι φωνές αυτές
χαμηλώνουν και σωπαίνουν σταδιακά και αντικαθίστανται από άλλες. Προς το παρόν,
η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει βρει ένα νέο αφήγημα για να ενεργοποιήσει τις
φωνές στήριξής της εκ νέου. Αν δεν το κάνει σύντομα, θα έρθει η ώρα που οι
δημοσκοπήσεις θα αποτυπώσουν τη σιωπή των οπαδών της με εκκωφαντικό τρόπο.
*
Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και
επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου